Ίσως η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ να είναι το καλύτερο δυνατό τέλος σε έναν “κακό γάμο”, όπως είναι η σχέση της ελληνικής κυβέρνησης με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, υποστηρίζει σε άρθρο του στους Financial Times ο σχολιαστής της εφημερίδας Gideon Rachman.
“Οι δύο πλευρές σιχαίνονται να βλέπουν η μία την άλλη. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη έχει εξαντληθεί. Οι προσπάθειες να τα μπαλώσουν συνεχίζονται, αλλά τίποτα δε φαίνεται να λειτουργεί”, σχολιάζει ο αρθρογράφος, εξηγώντας την παρομοίωση των σχέσεων της Ελλάδας με την υπόλοιπη Ευρωζώνη με έναν αποτυχημένο γάμο.
Και τι ακολουθεί συνήθως έναν αποτυχημένο γάμο; Ένα διαζύγιο, το οποίο είναι οικονομικά δυσβάσταχτο και για τις δύο πλευρές, όμως τελικά καταλήγουν σε αυτό επειδή είναι διατεθειμένες να πληρώσουν βαρύ τίμημα προκειμένου να ξεφορτωθούν αυτόν τον αποτυχημένο γάμο. “Έχουμε φτάσει πλέον σε αυτήν τη στιγμή με την Ελλάδα και την Ευρωζώνη. Η σχέση έχει διαλυθεί. Είναι καιρός και για τις δύο πλευρές να κάνουν μία νέα αρχή”, επισημαίνει ο Rachman.
Και μπορεί το ενδεχόμενο μίας Grexit να προκαλεί μεγάλη ανησυχία για τις πιθανές επιπτώσεις και για τις δύο πλευρές, ωστόσο, σημειώνει ο Rachman, τόσο οι Γερμανοί διαπραγματευτές όσο και κάποιοι στην ελληνική κυβέρνηση δίνουν την εντύπωση πως θεωρούν διαχειρίσιμες τις συνέπειες αυτές - “αν το πιστεύουν αυτό, πρέπει να πάρουν μία βαθιά ανάσα και να το κάνουν. Σε αυτό το σημείο, θα ήταν καλύτερο και για τις δύο πλευρές”, εκτιμά.
Τι θα σήμαινε για την Ελλάδα η έξοδος από την Ευρωζώνη; Όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος, η χώρα μας θα μπορούσε να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του δυσβάσταχτου χρέους της, να προχωρήσει σε υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος, κίνηση που θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα, ενώ θα υπάρχει και ένα ψυχολογικό πλεονέκτημα, καθώς η χώρα θα μπορεί και πάλι να αποφασίζει για τον εαυτό της, έστω και υπό δύσκολες συνθήκες – δηλαδή, εν μέσω bank run και επιβολής κεφαλαιακών περιορισμών, και με αυξημένες τιμές στα εισαγόμενα προϊόντα, όπως τα τρόφιμα και η ενέργεια.
Όμως μία Grexit θα είχε κάποια οφέλη και για την Ευρωζώνη, καθώς θα δινόταν η αίσθηση ότι τελικά όλοι αυτοί οι κανόνες που έχουν τεθεί πράγματι σημαίνουν κάτι, και θα μπορούσε να ενθαρρύνει χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία να προχωρήσουν στις απαραίτητες δομικές μεταρρυθμίσεις που δεν έχει κάνει η Ελλάδα. Από την άλλη, βέβαια, υπάρχει ο φόβος ότι η Ελλάδα ίσως καταφέρει να ανακάμψει εκτός του ευρώ, και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιες άλλες χώρες να μιμηθούν το παράδειγμά της και να αποχωρήσουν από την Ευρωζώνη.
Όπως σημειώνει καταληκτικά ο Rachman, απλώς ένα “μπάλωμα” μεταξύ της Ελλάδας και της Ευρωζώνης για μερικούς ακόμα μήνες δεν θα λύσει τα υπάρχοντα προβλήματα. “Αλλά αν η Ελλάδα μπορεί μα αποδείξει ότι υπάρχει ένας βιώσιμος δρόμος εκτός του ευρώ, θα παρείχε ένα μοντέλο διάσπασης μίας εσφαλμένης νομισματικής ένωσης ή συρρίκνωσής του σε ένα πιο διαχειρίσιμο μέγεθος. Αυτό είναι ένα προηγούμενο που η ΕΕ θα έπρεπε να χαιρετίζει, όχι να φοβάται”.