Η Ελλάδα θα ξεκινήσει να συζητά μέτρα για την τόνωση της ρευστότητας καθώς η χώρα που αντιμετωπίζει πρόβλημα διαθεσίμων, προετοιμάζεται για αποπληρωμές χρέους άνω των 2 δισ. ευρώ την Παρασκευή, αναφέρει το Bloomberg.
Χωρίς πρόσβαση σε κεφάλαια διάσωσης και αποκλεισμένη από τις κεφαλαιακές αγορές, η κυβέρνηση θα παρουσιάσει σχέδια έκτακτης ανάγκης στη Βουλή την Τρίτη για να αυξήσει τη χρηματοδότηση. Οι πληρωμές που λήγουν 20 Μαρτίου περιλαμβάνουν πληρωμή τόκων επί των swaps που αρχικά έγιναν από την Goldman Sachs, δήλωσε στο Bloomberg άνθρωπος που γνωρίζει το θέμα που ζήτησε να μην κατονομαστεί.
«Καθώς οι ημέρες περνούν, ο χώρος για ελιγμούς γίνεται ακόμη πιο μικρός» αναφέρει στο ειδησεογραφικό πρακτορείο ο Θεόδωρος Πελαγίδης, από το Brookings Institute. «Η εντύπωση που δίνεται είναι ότι δεν υπάρχει σχέδιο Α ή σχέδιο Β. Δεν υπάρχει τίποτα».
Όπως αναφέρει το Bloomberg, το σχέδιο της κυβέρνησης περιλαμβάνει διαγραφή προστίμων σε όσους καταβάλουν ληξιπρόθεσμους φόρους έως τις 27 Μαρτίου για να ενθαρρύνει τις πληρωμές, βοηθώντας να καλυφθούν οι μισθοί και οι συντάξεις στο τέλος του μήνα. Το νομοσχέδιο επίσης προβλέπει ότι τα ασφαλιστικά ταμεία και οι φορείς του Δημοσίου θα επενδύσουν τα αποθεματικά τους, που βρίσκονται στην Τράπεζα της Ελλάδας, σε τίτλους δημοσίου και συμφωνίες επαναγοράς, και την μεταφορά 556 εκατ. ευρώ από το ΤΧΣ στο κράτος. Η ψήφιση των μέτρων έχει προγραμματιστεί για την Τετάρτη.
Επίσης η κυβέρνηση σχεδιάζει να προχωρήσει σε δημοπρασία εντόκων γραμματίων 1 δισ. ευρώ στις 18 Μαρτίου. Έως και 60% επιπλέον του δημοπρατούμενου ποσού μπορεί να καλυφθεί σε μη ανταγωνιστικές προσφορές και στις πλειοδοτήσεις της δεύτερης ημέρας. Τα χρήματα θα χρησιμοποιηθούν για το roll over 1,6 δισ. ευρώ βραχυπρόθεσμων τίτλων που λήγουν στις 20 Μαρτίου.
Την ίδια ημέρα, η Ελλάδα είναι προγραμματισμένο να αποπληρώσει περίπου 350 εκατ. ευρώ στο ΔΝΤ, ενώ οι τόκοι που οφείλονται σε τέσσερα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ ανέρχονται συνολικά στα 110 εκατ. ευρώ.
Το παράγωγο της Goldman Sachs, που κατέχει σήμερα η Τράπεζα της Ελλάδας, κάλυψε το αυξανόμενο χρέος της χώρας όταν συμφωνήθηκε το 2001, βοηθώντας τη χώρα να εκπληρώσει τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την είσοδο στην ευρωζώνη.