Πάνος Καζάκος: Είναι πιθανό να πάμε σε τρίτο πρόγραμμα στήριξης

Την επόμενη ημέρα της συμφωνίας στο Eurogroup, η οποία δίνει σημαντική ανάσα στην Ελλάδα, έως την τελική αξιολόγηση τον Ιούνιο, αναλύει μιλώντας στο news.gr, ο Ομότιμος Καθηγητής Διεθνών Οικονομικών και Ευρωπαϊκών Σχέσεων του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πανος Καζάκος.

Όπως χαρακτηριστικά λέει ο κύριος Καζάκος, αυτή τη στιγμή η συμφωνία με τους εταίρους, δίνει χρόνο στη νέα κυβέρνηση, η οποία όπως τονίζει καλείται μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα να προβεί σε σειρά μεταρρυθμίσεων. Επισημαίνει μάλιστα, πως «αν η κυβέρνηση ανταποκριθεί στις προσδοκίες των εταίρων», δεν αποκλείεται να έχουμε και τρίτο πακέτο στήριξης το καλοκαίρι, γεγονός το οποίο δεν απέκλεισε ούτε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του και λέγοντας χαρακτηριστικά για το θέμα: «Πότέ μη λες ποτέ».

Η συνέντευξη του Πάνου Καζάκου στο news.gr:

Κύριε Καζάκο τι θα γίνει με το θέμα των χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας;

Το τοπίο είναι θολό. Η χώρα κέρδισε χρόνο για να ανταποκριθεί σε ανειλημμένες υποχρεώσεις, αλλά όχι …πόρους. Τον Μάρτιο οι υποχρεώσεις αποπληρωμής δανείων και τόκων ανέρχονται σε περίπου 7 δις ευρώ. Η κυβέρνηση μπορεί να διαχειρισθεί με δυσκολία τις υποχρεώσεις αυτές και για τον λόγο αυτό υπέβαλε αίτημα για αύξηση του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων του Δημοσίου και , που όμως ικανοποιήθηκε από την ΕΚΤ μόνον εν μέρει.  Επίσης έως το τέλος του έτους πρέπει να καλυφθούν υποχρεώσεις συνολικά περίπου 20 δις.  Χωρίς την εκταμίευση των δόσεων που εκκρεμούν από το τρέχον πρόγραμμα δανεισμού και προσαρμογής θα είναι δύσκολο να καλύψει τέτοιας κλίμακας χρηματοπιστωτικές ανάγκες. Όμως η άντληση μέρους ή όλων αυτών των πόρων εξαρτάται από την πορεία εφαρμογής της συμφωνίας και την αξιολόγησή της από  την τρόικα (που δεν λέγεται πλέον τρόικα). Ας σημειωθεί ότι η χώρα θα αποκτούσε πρόσθετους πόρους αν μπορούσε μετά τον Ιούνιο και την επιτυχή ολοκλήρωση της συμφωνίας να συμμετάσχει στο πρόγραμμα Ντράγκι για «ποσοτική χαλάρωση».

Η εικόνα γίνεται πιο σκοτεινή αν λάβουμε υπόψη πως φαίνεται ότι υποχωρούν τα φορολογικά έσοδα του Δημοσίου πίσω από τους στόχους του προϋπολογισμού. Αν και υπάρχουν περιθώρια για βραχυχρόνιους χειρισμούς, όμως η χώρα χρειάζεται περαιτέρω βοήθεια και αυτή, όπως είπαμε,  δεν δίνεται από τους «θεσμούς(=πρώην τρόικα) χωρίς όρους.

Η αύξηση του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων και η επιστροφή και αξιοποίηση ποσού 1,9 δισ. ευρώ που αντιστοιχεί στα κέρδη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από ελληνικά ομόλογα θα μπορούσε να είναι μία λύση;

Προσωρινά ναι. Θα κάλυπτε ένα δημοσιονομικό  «κενό» τους επόμενους δύο μήνες και θα έδινε χρόνο στην κυβέρνηση να προετοιμάσει καλύτερα τις μεταρρυθμίσεις και άλλα μέτρα που περιλαμβάνει η συμφωνία της 24.2.2015 ώστε να εκταμιευθούν οι δόσεις που προαναφέραμε.   

Πόσο ορατό μπορεί να είναι το ενδεχόμενο επιστροφής στις αγορές;

Σε όλα υπάρχουν πολλά «αν». Αν, λοιπόν,  η συμφωνία εφαρμοσθεί σε κρίσιμα σημεία, πράγμα δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο, θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των αγορών και θα μειωθούν περαιτέρω οι «αποδόσεις» των ελληνικών ομολόγων. Ήδη σήμερα μετά την αναγγελία της συμφωνίας (24.2.2015), τα δεκαετή υποχωρούν σημαντικά σε επίπεδο 9,26%. Η απόσταση είναι βέβαια ακόμα μεγάλη σε σύγκριση με Πορτογαλία (2,12%), αλλά η πτωτική πορεία θα συνεχισθεί αν βελτιωθούν τα μεγέθη της πραγματικής οικονομίας. Πολλά θα εξαρτηθούν από την αναστροφή της τάσης των ρυθμών μεγέθυνσης να υποχωρούν, την επίτευξη των στόχων για φορολογικά έσοδα και, φυσικά, σειρά ολόκληρη μεταρρυθμίσεων.

Τι εννοούμε όταν λέμε ότι ο κατάλογος των μέτρων είναι επαρκώς περιεκτικός τη στιγμή που πολλοί μιλούν για μη κοστολογημένα μέτρα; Η Λαγκάρντ για παράδειγμα υποστηρίζει ότι η λίστα Βαρουφάκη είναι καλή για αρχή, αλλά περιέχει ασάφειες.

Ότι περιλαμβάνει πολλά μέτρα (και μεταρρυθμίσεις). Κρίσιμη είναι κατ’ αρχάς η γενική δέσμευση για διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας και, συγκεκριμένα για μειωμένα πρωτογενή πλεονάσματα. Ως προς τις αμφισημίες, αυτές  θεωρούνται λίγο-πολύ κατανοητές πολιτικά.  Ο κατάλογος δείχνει ότι η κατεύθυνση της πολιτικής (σε σύγκριση με προεκλογικές εξαγγελίες) αλλάζει προς την επιθυμητή κατεύθυνση και οι αμφισημίες διευκολύνουν την πορεία αυτή.  Ίσως δύο παραδείγματα διευκολύνουν την κατανόηση της «διπλωματικής ασάφειας»: Το πρώτο αφορά στις ιδιωτικοποιήσεις. Η κυβέρνηση δεσμεύεται να μη αναστρέψει όσες έγιναν έως τώρα και να σεβασθεί τις τρέχουσες. Όμως υπονοείται μόνον ότι θα ακολουθήσουν νέα προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων  με βραδύτερο ρυθμό και άλλα κριτήρια. Ο στόχος της ασάφειας είναι να ελαχιστοποιηθούν οι εσωτερικές αντιδράσεις κατά αυτής της αλλαγής πολιτικής. Για τον ίδιο λόγο η πολιτική της κυβέρνησης στο ασφαλιστικό ουσιαστικά θα εξειδικευθεί τους επόμενους μήνες. 

Τι θέλει να πει ο Γιάννης Βαρουφάκης όταν αναφερόμενος στη ρευστότητα επισήμανε ότι «όταν υπάρχει πρόβλημα ρευστότητας, αλλά τα μακροπρόθεσμα στοιχεία είναι καλά, είμαστε σίγουροι ότι η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα».

Εννοεί ότι όταν τα μακροπρόθεσμα στοιχεία είναι καλά (π.χ. ρυθμοί μεγέθυνσης, δημοσιονομική ισορροπία κ.α.) και, φυσικά, η εμπιστοσύνη προς τη χώρα αποκατασταθεί, τότε η ΕΚΤ κυρίως δεν θα διακόψει τη στήριξη της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών και, εμμέσως, του κράτους. Άλλωστε οι ανάγκες για τέτοια στήριξη θα μειώνονται κατά τον βαθμό που σταματά η φυγή των αποταμιεύσεων. Η ΕΚΤ θα επιτρέψει την αύξηση του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων με το σταγονόμετρο και θα επαναλάβει την αποδοχή κρατικών ομολόγων από τις τράπεζες. Το τελευταίο θα διευκολύνει και την κυβέρνηση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις.

Η γερμανική εφημερίδα Rheinische Post  επικαλούμενη κυβερνητικούς κύκλους, μετά την παράταση του τρέχοντος προγράμματος, ανέφερε ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί το καλοκαίρι ένα νέο πακέτο βοήθειας ύψους 20 δις. Ο Σόιμπλε από την πλευρά του για το ίδιο θέμα απάντησε στη χθεσινή συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής του ομάδας: «Ποτέ μη λες ποτέ». Πόσο πιθανό είναι τελικά να χρειαστούμε και τρίτο πακέτο;

Είναι πιθανό και με δεδομένες τις ανάγκες της χώρας αναγκαίο. Άλλωστε το έχει ήδη εξαγγείλει ο Σόιμπλε, που τον έχουμε δαιμονοποιήσει,  πριν από μερικές εβδομάδες. Είναι όμως πιθανό να εγκριθεί ένα νέο πακέτο υπό τον όρο ότι μετουσιώνεται σε συγκεκριμένες ενέργειες η συμφωνία της 24.2.2015. Πολλά θα εξαρτηθούν από την τελική αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής (!) περίπου τον Ιούνιο. Οι εταίροι στην ΕΕ δεν επιθυμούν (ακόμα;) την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, αλλά και από την άλλη πλευρά, δεν επιθυμούν η ελληνική κυβέρνηση να μη τηρεί τις δεσμεύσεις της. Με άλλα λόγια, το θέμα είναι πως θα αποφεύγεται ο λεγόμενος «ηθικός κίνδυνος».

Ποιο είναι αυτή τη στιγμή το επόμενο βήμα της κυβέρνησης και τι μπορούμε να περιμένουμε;

Να επεξεργασθεί σειρά ολόκληρη νομοσχεδίων για την εφαρμογή της συμφωνίας και, οπωσδήποτε, να μη καταργήσει μονομερώς, πολλά από τα μέτρα που είχε λάβει η προηγούμενη κυβέρνηση. Οι εκκρεμότητες είναι πολλές και περιγράφονται γενικά τόσο στο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής  όσο και στο e-mail του υπουργού Οικονομίας. Η συμφωνία-γέφυρα της 24ης Φεβρουαρίου είναι η αρχή της επανεκκίνησης με νέους πολιτικούς όρους και κάποιες νέες προτεραιότητες της διαδικασίας – τι άλλο; - μετασχηματισμού του μοντέλου οικονομίας και κράτους της  χώρας. 

 

Ποια είναι αυτή τη στιγμή η θέση τόσο των εταίρων, όσο και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ειδικότερα;

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θεωρεί ότι έχει άλλη συμφωνία με την Ελλάδα σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορεί να συμμετέχει στο πρόγραμμα που ξέρουμε, αλλά θεωρεί ότι η σχέση του με τη χώρα μας είναι εντελώς ανεξάρτητη σε σχέση με εκείνη που έχουν οι Ευρωπαίοι με την Ελλάδα.

Σε κάθε περίπτωση θα ήταν τραγωδία αν ερχόμαστε σε ρήξη με το ΔΝΤ. Με τους Ευρωπαίους μπορούμε ενδεχομένους κάποια περιθώρια πίεσης, από τη στιγμή που κρατάμε στα χέρια μας το χαρτί μίας πιθανής εξόδου από το ευρώ κάτι που για κανένα λόγο δεν επιθυμούν τώρα.

Η κυβέρνηση όμως έλαβε κάποιες δεσμεύσεις προεκλογικά απέναντι στους πολίτες, τις οποίες ίσως θα πρέπει να υλοποιήσει…

Κατά τη γνώμη μου ευτυχώς που ίσως δεν θα καταφέρει να το κάνει. Αν εφάρμοζε πλήρως το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, αυτό θα οδηγούσε σε καταστροφή.

Το πρόγραμμα αυτό διέθετε το εξής βασικό χαρακτηριστικό: ξεκινούσε από ένα είδος κεϋνσιανής αντίληψης για το τι πρέπει να γίνει. Από τη βάση δηλαδή, ότι η οικονομία μας βρίσκεται σε ύφεση, και άρα θα έπρεπε να μπει πάλι μπρος η μηχανή μέσα στη ζήτηση και κυρίως μέσα στην κρατική ζήτηση. Αυτά είναι μεν ωραία, αλλά θα μπορούσαν να ισχύσουν σε άλλες εποχές και με άλλες προϋποθέσεις.

Όταν δεν μπορείς να δανειστεί το κράτος από πουθενά, πώς θα χρηματοδοτήσει τέτοιου είδους πολιτικές; Ήταν κινήσεις αφελούς κεϋνσιανισμού. Ευτυχώς όμως μαθαίνουν και ευτυχώς μαθαίνουν γρήγορα.

Με τη συμφωνία που επιτύχαμε δεν σημαίνει όμως ότι έχει αρθεί και το κλίμα δυσπιστίας που επικρατούσε από τους εταίρους προς τη χώρα μας, έτσι δεν είναι;

Ακόμα όχι. Δηλώνουν όμως ότι είναι έτοιμοι να μας εμπιστευθούν. Παράδειγμα ο Ντάισελμπλούμ, τον οποίο έχουν στοχοποιήσει – μαζί με τον Σόιμπλε – τα δικά μας μέσα ενημέρωσης.  Ήταν πολύ προσεκτικός στις δηλώσεις του γιατί έχει υπόψη του και το κοινοβούλιο της χώρας του, αλλά και τους θεσμούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και βεβαίως την ελληνική κοινή γνώμη.

Οι δηλώσεις Σόιμπλε ήταν επίσης προσεγμένες, καθότι γνώριζε ότι έχει καλλιεργηθεί ένα κλίμα ότι «για όλα φταίνε οι άλλοι». 

O Πάνος Καζάκος είναι  Ομότιμος Καθηγητής Διεθνών Οικονομικών και Ευρωπαϊκών Σχέσεων του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της επιστημονικής επιτροπής στο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους