Τον κώδωνα του κινδύνου για την ελληνική οικονομία και την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική κρούει, ο καθηγητής Οικονομικών και Συντονιστή του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, Παναγιώτης Λιαργκόβας.
Σε ανάλυση του η οποία δημοσιεύεται στα "Οικονομικά Χρονικά", το περιοδικό που εκδίδει το Οικονομικό Επιμελητήριο χτυπά καμπανάκι στην κυβέρνηση.
Ο κ. Λιαργκόβας παρουσιάζει αρχικά τον ορισμό του "βιώσιμου χρέους", όπως καθορίζεται από την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ.
Σύμφωνα με αυτόν, "το επίπεδο του χρέους είναι βιώσιμο όταν επιτρέπει σε μια χώρα οφειλέτη να καλύψει τις τρέχουσες και μελλοντικές υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του χρέους της στο ακέραιο, χωρίς την προσφυγή σε περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους ή αναδιάρθρωση, αποφεύγοντας τη συσσώρευση καθυστερούμενων οφειλών, ενώ επιτρέπει ένα αποδεκτό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης", όπως αναφέρει.
Όπως αναφέρεται "στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους που συμπεριλαμβάνεται κατά την τέταρτη αναθεώρηση του δεύτερου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2014 θα ανέλθει στο 177% του ΑΕΠ και αναμένεται να μειωθεί σταδιακά σε περίπου 125% του ΑΕΠ το 2020 και περίπου στο 112% του ΑΕΠ το 2022".
Σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει ο κ. Λιαργκόβας, "η εξυπηρέτηση του χρέους ώστε να γίνει βιώσιμο μόνο με τις δικές μας δυνάμεις προϋποθέτει ένα συνδυασμό ρυθμών μεγέθυνσης και πρωτογενών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια (και προφανώς και μετά το 2017) που όμως δεν είναι ρεαλιστικό να υποθέσουμε ότι θα επιτευχθούν. Θα προϋπέθετε επίσης δυνατότητα αναχρηματοδότησης από τις αγορές με ανεκτούς όρους".
"Με λίγα λόγια", επισημαίνει ο κ. Λιαργκόβας "διαπιστώνουμε ότι τα περιθώρια για να επιτευχθεί ο στόχος του 110% χρέους επί του ΑΕΠ είναι πολύ στενά".
Ο Συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, αναφέρει επίσης ότι είναι αδύνατη με τα σημερινά δεδομένα η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων στο μέλλον.
"Συμπερασματικά, η επίτευξη και κυρίως η διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων στο μέλλον (πάνω σε μια εξασθενισμένη οικονομία) είναι σχεδόν αδύνατη. Εκτός τούτου, οι προοπτικές σημαντικής και διατηρήσιμης μεγέθυνσης της οικονομίας της χώρας είναι δυσμενείς, παρά τις επίσημα διατυπωμένες προσδοκίες για ανάκαμψη το 2014 λόγω ασθενούς εξαγωγικής βάσης (που αναπτυσσόμενη θα παρέσυρε όλη την οικονομία), πολιτικών αβεβαιοτήτων, συνεχιζόμενης περιοριστικής-προκυκλικής δημοσιονομικής πολιτικής (λιτότητας), υπερβολικά υψηλού λόγου χρέους κλπ".
"Προς το παρόν η αριθμητική του χρέους είναι εναντίον της. Ούτε μπορεί κανείς να αναμένει σοβαρή μείωση του χρέους μέσω ιδιωτικοποιήσεων", καταλήγει.
Αναδιάρθρωση χρέους
Ο κ. Λιαργκόβας τάσσεται υπέρ μιας αναθεώρησης του ελληνικού χρέους, εντός της ΕΕ και της Ευρωζώνης, η οποία "θα δημιουργούσε νέα δεδομένα".
"Το σπουδαιότερο είναι ότι θα ενσωματωνόταν σύντομα στις προσδοκίες των αγορών. Επίσης, θα κατένεμε πιο ισόρροπα τα βάρη ανάμεσα σε δανειστές και οφειλέτες, συνεισφέροντας έτσι στη σταθεροποίηση της ΕΕ. Υπενθυμίζουμε ότι και στο ΔΝΤ είχαν γίνει σχετικές προτάσεις για όλες τις χώρες αλλά προσέκρουσαν σε ανυπέρβλητες τότε αντιδράσεις", υπογραμμίζει στην ανάλυσή του.
"Θα ήταν μια χρήσιμη έκπληξη και θα βελτίωνε τις διαπραγματευτικές δυνατότητες της χώρας η έγκαιρη εκπλήρωση των πιο κρίσιμων προαπαιτούμενων", καταλήγει ο καθηγητής οικονομικών.