Την εκτίμηση ότι η σημερινή στάση των εκπροσώπων της τρόικας είναι παντελώς ασύμμετρη απέναντι σε μια χώρα που είναι πρωταθλήτρια στη δημοσιονομική προσαρμογή και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας εκφράζουν οι αναλυτές της Alpha Bank στο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων που έδωσαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Στην έκθεση διατυπώνονται επικρίσεις τόσο για τις αξιώσεις που εγείρει η τρόικα αναφορικά με τα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά μέτρα, όσο και για την υπαναχώρηση της ΕΕ έναντι της δεσμεύσεως για μικρή αναδιάρθρωση του χρέους.
Σύμφωνα με την Alpha Bank από τις διαπραγματεύσεις αναδύεται μια άγονη αντιπαράθεση σε ήσσονος κατά γενική εκτίμηση σημασίας θέματα, στάση που δεν αντανακλά τόσο στην κυβέρνηση όσο σε όλους τους πολίτες, που με τις θυσίες που επωμίσθηκαν έκαναν δυνατή την έξοδο της χώρας από την κρίση.
“Αντί θαυμασμού για το βάθος και εύρος της προσπάθειας προσαρμογής και των μεταρρυθμίσεων, εισπράττουμε σήμερα άρνηση των επιτευγμάτων της χώρας και αβεβαιότητα για το αύριο. Νέα μέτρα επικρέμανται για δευτερευούσης σημασίας διαρθρωτικές αλλαγές και για την κάλυψη δυνητικά ανύπαρκτων δημοσιονομικών κενών, που θα διογκώνονται εάν δεν ανασχεθεί η πλημμυρίδα των προσδοκιών στις αγορές για εκτροχιασμό του προγράμματος”, τονίζεται στην έκθεση της τραπέζης.
Η Alpha Bank, αναφερόμενη στις αντιδράσεις της τρόικας για τη ρύθμιση που θέσπισε η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να εισπράξει όσο το δυνατό περισσότερα από τις συσσωρευμένες ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του δημοσίου από φορολογικές υποθέσεις και από εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία, εκτίμησε πως “το πιθανότερο είναι ότι τα έσοδα από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές θα είναι υψηλότερα το 2015 με τη ρύθμιση, από ό,τι θα ήταν χωρίς τη ρύθμιση”.
Στη βάση αυτή οι αναλυτές της Alpha υποστηρίζουν πως “απαιτείται να δοθεί ένα τέλος στην υποβόσκουσα αμφισβήτηση των προσπαθειών ενός ολόκληρου κόσμου, που εκόντες άκοντες συνέβαλαν τα τελευταία χρόνια, με τεράστιο προσωπικό κόστος, στην δημιουργία μιας πιο σύγχρονης και πιο οργανωμένης χώρας, όπου η φοροδιαφυγή τιμωρείται, η διαφθορά αποκαλύπτεται, τα προνόμια καταργούνται, και τίθενται οι βάσεις για μια αποτελεσματικότερη οικονομικά και δικαιότερη κοινωνικά διαχείριση”.
Η Alpha Bank σημειώνει ακόμη πως είναι, επίσης, “τουλάχιστον άκομψο” να αποφαίνονται οι πιστωτές μας ότι η όποια, μικρή σε έκταση, αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, που η τρόικα είχε υποσχεθεί από τον Νοέμβριο του 2012 εάν η χώρα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα, δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε χρήσιμη.
“Η Ελλάδα πέτυχε πολύ περισσότερα, έχει ήδη μεγαλύτερα πλεονάσματα από τα συμφωνηθέντα και τα πέτυχε ενωρίτερα απ' ότι προβλεπόταν. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι μπορεί να αρνείται κανείς αψυχολόγητα την ηθική, κυρίως, επιβράβευση των προσπαθειών της χώρας τα τελευταία χρόνια”, σημειώνεται στην έκθεση.
Στο σημείο αυτό τονίζεται πως η σημερινή στάση των εκπροσώπων της τρόικας είναι παντελώς ασύμμετρη απέναντι σε μια χώρα που είναι πρωταθλήτρια στην δημοσιονομική προσαρμογή, την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, την προσαρμογή στο εξωτερικό ισοζύγιο και την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, όπου η χώρα μας καταλαμβάνει την πρώτη θέση μεταξύ όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην εφαρμογή μέτρων προσαρμογής και την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων.
Σύμφωνα με την Alpha Bank η Ελλάδα:
- Χωρίς ανάπτυξη της οικονομία της έχει ήδη πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ.
- Το χρέος της χώρας έχει ρυθμισθεί και δεν χρειάζεται πάνω από 9 δισ. ευρώ κατά μέσο όρο τον χρόνο, και για τα επόμενα 30 χρόνια από το 2016 και μετά, για την ανανέωση των δανείων που λήγουν, και τα οποία μπορεί εύκολα να τα δανεισθεί στις αγορές.
- Εισέρχεται σε αναπτυξιακή τροχιά έχοντας εφαρμόσει μια πληθώρα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, κυρίως στην αγορά εργασίας και στο ασφαλιστικό σύστημα.
- Διαθέτει από τα ισχυρότερα μακροοικονομικά θεμελιώδη στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά την προσωρινή απώλεια πρόσβασης στις αγορές για καθαρά πολιτικούς λόγους.
- Διαθέτει εκ βάθρων αναδιαρθρωμένο και πλήρως κεφαλαιοποιημένο τραπεζικό σύστημα της χώρας που είναι τώρα σε θέση να συμβάλει στην υγιή και διεθνώς ανταγωνιστική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.