Καρατομήσεις στις διοικήσεις ΔΕΚΟ που δεν εφαρμόσουν κατά γράμμα το στρατηγικό σχέδιο και τον προϋπολογισμό κάθε επιχείρησης προβλέπει η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που υπογράφθηκε χθες από τον Πρωθυπουργό κ. Αντ. Σαμαρά και από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Η Πράξη προβλέπει πως οι ΔΕΚΟ και τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου υποβάλλουν στη Διεύθυνση ΔΕΚΟ του υπουργείου Οικονομικών τους ετήσιους προϋπολογισμούς τους, οι οποίοι θα πρέπει να είναι σύμφωνοι με τους δημοσιονομικούς στόχους του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, καθώς και τους τριμηνιαίους στόχους για τις βασικές κατηγορίες εσόδων και εξόδων.
Εντός ενός μηνός από την ημερομηνία ψήφισης του Κρατικού Προϋπολογισμού, οι ετήσιοι προϋπολογισμοί των ως άνω φορέων θα εξειδικεύονται σε μηνιαία και τριμηνιαία βάση από τη Διεύθυνση ΔΕΚΟ, σε συνεργασία με τις διοικήσεις των φορέων και θα κοινοποιούνται στις αρμόδιες υπηρεσίες των εποπτευόντων υπουργείων και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Οι διοικήσεις των φορέων πρέπει να διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρχουν αρνητικές αποκλίσεις και να λαμβάνουν εγκαίρως όλα τα απαραίτητα μέτρα προς το σκοπό αυτό.
Η εκτέλεση των ετήσιων εγκεκριμένων προϋπολογισμών των προαναφερόμενων φορέων θα παρακολουθείται σε μηνιαία και τριμηνιαία βάση από τη Διεύθυνση ΔΕΚΟ του υπουργείου Οικονομικών, και εφόσον είναι Φορείς Γενικής Κυβέρνησης, και από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Τι θα γίνει αν υπάρχουν αρνητικές αποκλίσεις
Στην περίπτωση αρνητικών αποκλίσεων στα οικονομικά αποτελέσματα σε ποσοστό μεγαλύτερο του 10% θα μειώνεται ισόποσα και το εγκεκριμένο ποσό ακαθάριστου δανεισμού από τη Διεύθυνση ΔΕΚΟ. Εάν, βάσει των τριμηνιαίων απολογιστικών στοιχείων, ο προϋπολογισμός εξισορροπηθεί και αντισταθμιστούν οι αρνητικές αποκλίσεις, τότε το ύψος της επιχορήγησης του Κρατικού Προϋπολογισμού και το εγκεκριμένο ποσό ακαθάριστου δανεισμού για το εν λόγω διάστημα αναπροσαρμόζονται στα αρχικά εγκεκριμένα όρια και τυχόν ποσά που έχουν παρακρατηθεί από την εγκεκριμένη επιχορήγηση, αποδίδονται στο φορέα με την επόμενη μηνιαία δόση.
Σε κάθε περίπτωση και εφόσον διαπιστωθεί αρνητική απόκλιση από τους τριμηνιαίους στόχους στα οικονομικά αποτελέσματα προ επιχορηγήσεων, φόρων, τόκων και προβλέψεων σε ποσοστό μεγαλύτερο από 10% σε σχέση με τα προϋπολογισθέντα η καταβολή των αμοιβών των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου αναστέλλεται έως την εξισορρόπηση του αρχικώς εγκεκριμένου προϋπολογισμού και την αντιστάθμιση τυχόν αρνητικών αποκλίσεων.
Εάν και τα ετήσια οικονομικά αποτελέσματα προ επιχορηγήσεων, φόρων, τόκων και προβλέψεων αποκλίνουν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 10%, τότε η θητεία των εκτελεστικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του συγκεκριμένου φορέα λήγει αυτοδίκαια εντός ενός μηνός από τη διαπίστωση της εν λόγω απόκλισης.
Όπως αναφέρει η Πράξη με απόφαση του υπουργού Οικονομικών προσδιορίζονται συγκεκριμένοι αντικειμενικοί λόγοι και εξωγενείς παράγοντες, για τους οποίους μπορεί να αναθεωρηθούν οι ετήσιοι προϋπολογισμοί. Στην περίπτωση κατά την οποία η διοίκηση κάποιου φορέα διαπιστώσει αδυναμία εκτέλεσης του ετήσιου εγκεκριμένου προϋπολογισμού που οφείλεται αποκλειστικά σε κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στην ανωτέρω απόφαση, οφείλει να υποβάλλει άμεσα στη Διεύθυνση ΔΕΚΟ, αίτημα αναθεώρησης αυτού, συνοδευμένο με σχετική τεκμηριωμένη έκθεση για την αναγκαιότητα και τους λόγους αναθεώρησης. Η Διεύθυνση, εξετάζει το αίτημα εντός 15 ημερών και, εφόσον κρίνει αυτό βάσιμο και επαρκώς αιτιολογημένο, εισηγείται στη Διυπουργική Επιτροπή Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών την αναθεώρηση του συγκεκριμένου προϋπολογισμού, αφού έχει σε κάθε περίπτωση προηγουμένως ελέγξει ότι τηρούνται οι δημοσιονομικοί στόχοι του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, όπως ισχύει κάθε φορά.
Ακόμη, με απόφαση του υπουργού Οικονομικών δύνανται να εξειδικεύονται οι λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία παρακολούθησης της εκτέλεσης των εγκεκριμένων προϋπολογισμών, καθώς και τα υποβαλλόμενα από τους φορείς στοιχεία.
Σημειώνεται πως το οικονομικό αποτέλεσμα (ζημία) χρήσης των ΔΕΚΟ και ΝΠΙΔ που υπέβαλαν στοιχεία για το έτος 2013 προβλέπεται σε 348,9 εκατ. ευρώ έναντι 823,7 εκατ. ευρώ το 2012, ήτοι θα πρέπει να σημειώσει βελτίωση κατά 57,7%.