Νερό στο κρασί του φαίνεται ότι βάζει έστω και προσωρινά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σε ότι αφορά το χρέος 120% του ΑΕΠ για το 2020 στην Ελλάδα. Σύμφωνα με πληροφορίες από την Ουάσινγκτον, για πρώτη φορά υπάρχει στο Ταμείο μια αίσθηση αισιοδοξίας ότι την επόμενη Τρίτη θα έρθουν σε συμφωνία με την Κομισιόν στο Γιούρογκρουπ, αφού φαίνεται ότι βρέθηκε η χρυσή τομή για να μην οδηγηθούμε σε νέο αδιέξοδο. Οι δυο δανειστές είναι έτοιμοι να συμφωνήσουν σε ένα κοκτέιλ μέτρων το οποίο όμως δεν θα περιλαμβάνει το κούρεμα του επίσημου τομέα που ζητά το ΔΝΤ.
Βρυξέλλες και Ουάσινγκτον μετά από εξέταση πάνω από 10 σεναρίων κλείδωσαν ένα κοκτέιλ μέτρων μετά και από το συμβιβασμό στον οποίο φαίνεται ότι κάνει το Ταμείο για να παραμείνει στο πρόγραμμα για την Ελλάδα. Τα μέτρα αυτά είναι:
-
η επαναγορά των ομολόγων,
-
η μείωση των επιτοκίων μόνο στα δάνεια της Ευρωζώνης τα οποία συζητείται να είναι ακόμη και μηδενικά
-
η επιμήκυνση του προγράμματος
-
το μορατόριουμ στις πληρωμές των τόκων
-
η αύξηση της περιόδου αποπληρωμής των χρεών
-
επιστροφής των κερδών της ΕΚΤ από τα κυβερνητικά ομόλογα και μεταφοράς του κόστους στήριξης των τραπεζών στον ESM.
Οι πληροφορίες από την αμερικανική πρωτεύουσα αναφέρουν πως στο ΔΝΤ έχουν συνειδητοποιήσει πως εάν κουρευτεί τώρα το χρέος τότε ουδείς θα μπορέσει να πιέσει την Ελλάδα να προχωρήσει στις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές. Υπό αυτές τις συνθήκες, Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται στο Γιούρογκρουπ της Τρίτης να υποστηρίξει πως αν δεν διατηρηθεί ο στόχος για χρέος στο 120% του ΑΕΠ το 2020 τότε θα πληγεί η αξιοπιστία και της Ευρωζώνης και του προγράμματος κάτι που θα αποτυπωθεί αμέσως και στις αντιδράσεις των αγορών. Ήδη, η επικεφαλής του ΔΝΤ, ξεκαθάρισε ότι η λύση για το ελληνικό χρέος πρέπει να εδραιώνεται στην πραγματικότητα και όχι σε "ευσεβείς πόθους".
Σύμφωνα, πάντως, με τις ίδιες πληροφορίες η Σιδηρά Κυρία του ΔΝΤ δεν αποκλείεται να κάνει πίσω προσωρινά για το στόχο του 120% με την προϋπόθεση όμως ότι θα υπάρχει δέσμευση (όχι απαραίτητα επίσημη αλλά άτυπη) πως το κούρεμα του επίσημου τομέα θα επέλθει μετά τις γερμανικές εκλογές το επόμενο φθινόπωρο.