Εντυπωσιακή ήταν η προσέλευση φοιτητών στην πρώτη διάλεξη της νέας σειράς δράσεων που διοργανώνει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών αποκλειστικά για φοιτητές.
Στο πλαίσιο των διακεκριμένων διαλέξεων Distinguished Lectures, το ΚΕΠΕ φιλοξένησε τον κ. Στέφανο Θεοδωρίδη, Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΤΕΜΕΣ Α.Ε. (Costa Navarino) σε ομιλία με τίτλο: "Τουρισμός και Ανάπτυξη".
Ο κ. Θεοδωρίδης, αναφερόμενος στην “ελληνική τουριστική βιομηχανία”, σημείωσε ότι αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Πιο συγκεκριμένα, ο τουρισμός συνεισφέρει το 16,4% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος, δημιουργώντας συνολική ζήτηση στην οικονομία αξίας 34 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, άμεσα και έμμεσα στον κλάδο του τουρισμού απασχολείται ένας στους πέντε Έλληνες, με τον ανθρώπινο παράγοντα να πρωταγωνιστεί στην ανάπτυξη του κλάδου, ενώ καλύπτει το 51,2% του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου.
Για το 2014, εκτιμάται ότι η συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ θα προσεγγίσει το 20%, δημιουργώντας περίπου 80.000 με 100.000 νέες θέσεις εργασίας. Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας που διεξήχθη το 1ο 8μηνο του 2014, ο ελληνικός τουρισμός συγκέντρωσε συνολικό ποσοστό ικανοποίησης τουριστών 84,1%, σε σύγκριση με τον μέσο όρο 81% των βασικών ανταγωνιστών της Ελλάδας. Η Ελλάδα πλέον κατέχει μερίδιο στην παγκόσμια αγορά του τουρισμού της τάξης του 1,6%, ενώ στην Ευρώπη 3,2%.
Ο κ. Θεοδωρίδης, αναφερόμενος στις προκλήσεις του κλάδου, σημείωσε ότι θα πρέπει να διευρυνθεί η τουριστική περίοδος, καθώς το 52% των αφίξεων πραγματοποιείται κατά το 3ο τρίμηνο του έτους, με τον ήλιο και τη θάλασσα να παραμένουν το κύριο προϊόν (περίπου 75%), ενώ περισσότερες από €2,5 δισ. εισπράξεις σημειώθηκαν τον Αύγουστο του 2014.
Παρά την αύξηση των αφίξεων, η κατά κεφαλήν δαπάνη είναι χαμηλότερη σε σχέση με τις γείτονες χώρες (όπως η Ιταλία και η Τουρκία). Πιο συγκεκριμένα, η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη είναι χαμηλότερη στην Ελλάδα (146 ευρώ/ημέρα, έναντι 200 και 162 αντίστοιχα).
Αναφερόμενος σε σχετική μελέτη της McKinsey που παρουσιάστηκε στο συνέδριο του ΣΕΤΕ, με ορίζοντα το 2021, σημείωσε πως η χώρα μας μπορεί να επιτύχει 24 εκατ. διεθνείς αφίξεις (αύξηση 37,5% σε σχέση με το 2013), €18-19 δισ. άμεσα έσοδα και €48-50 δισ. συνολικά έσοδα. Παράλληλα, η κατά κεφαλήν δαπάνη μπορεί να φτάσει στα επίπεδα των €750-800 και να δημιουργηθούν 1 εκατ. θέσεις απασχόλησης (που ισοδυναμεί με δημιουργία 300 χιλιάδων θέσεων απασχόλησης).
Αναφορικά με τη στρατηγική για τον τουρισμό και την ανάπτυξη του κλάδου, τόνισε ότι οι βασικές προτεραιότητες πρέπει να είναι αφενός η αξιοποίηση συγκριτικών πλεονεκτημάτων (“Ήλιος και Θάλασσα”), με αναβάθμιση που θα προσελκύει την υψηλή εισοδηματική κατηγορία και αφετέρου η έμφαση σε εναλλακτικές μορφές τουρισμού, όπως ο πολιτιστικός, ο συνεδριακός, ο ιατρικός, ο ναυτικός, ο αθλητικός κ.α. Τόνισε, επίσης, ότι έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη υποδομών και στη διενέργεια επενδύσεων, ύψους €3,3 δισ. ετησίως, μέσω ιδιωτικών πρωτοβουλιών και του ΕΣΠΑ 2014-2020. Απαιτείται ακόμα απλούστευση του θεσμικού πλαισίου, βελτίωση των μεταφορών (αεροδρόμια, λιμάνια, μαρίνες), ολοκληρωμένη στρατηγική για την κρουαζιέρα, επέκταση ξενοδοχειακών υποδομών και χρήση νέων τεχνολογιών και των ωφελειών που προσφέρει το διαδίκτυο. Τέλος, σημαντικές προοπτικές ενέχει η ανάπτυξη της τουριστικής κατοικίας, καθώς περισσότεροι από 1.000.000 Ευρωπαίοι πολίτες θεωρούν την Ελλάδα ως υποψήφιο προορισμό τουριστικής κατοικίας, με την εκτίμηση της μηνιαίας δαπάνης να εκτιμάται στα €3.000.