«Τον γιο μου τον σκότωσα, δεν ήταν μια απόφαση στιγμής, ότι μου έκανε κάτι εκείνη την ώρα και πήρα το όπλο και τον σκότωσα. Είναι μια υπομονή 25 και πλέον ετών. Μετά από τις κόρες μου είχε βγει ένα παιδί που αλλιώς το περίμενα, πολύ ατίθασο», δήλωσε αποκλειστικά στο«Έθνος» μέσα από τις φυλακές Ναυπλίου ο 75χρονος Γιώργος Μπάρλας, ο οποίος ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου σκότωσε και έκαψε τον 39χρονο γιο του Γιάννη.
«Δεν έχω μετανιώσει που σκότωσα το γιο μου. Α γυρνούσα το χρόνο πίσω, με τις υπάρχουσες συνθήκες, θα έκανα το ίδιο. Τουλάχιστον πριν πεθάνω, είδα την καταστροφή μου» λέει.
Ο 75χρονος περιγράφει πώς έβαψε τα χέρια του με το αίμα του γιου του, ισχυριζόμενος ότι η βία γέννησε τη βία. «Ο γιος μου περίμενε κάθε φορά τις γιορτές, προκειμένου να έρθει από την Αθήνα και να μας ξυλοκοπήσει, να μας βασανίσει. Έτσι έπαιρνε τη δόση του» ισχυρίστηκε ο 75χρονος.
Σε ερώτηση για το αν ήταν αποφασισμένος να τον σκοτώσει τον Δεκαπενταύγουστο, απάντησε «Όχι οπωσδήποτε». Περιγράφοντας τις δραματικές στιγμές είπε: «Ήρθε πάλι με το ίδιο πρόγραμμα, με απειλή. Βούτηξε μια γλάστρα από την αυλή, την πέταξε επάνω στην βεράντα και άρχισε να χτυπά κλωτσιές δυνατές στην πόρτα και χτυπούσε τόσο δυνατά. Με απειλούσε πολλές φορές. ''Δεν μ’ ενδιαφέρει. Θες να κάνεις ασφαλιστικά μέτρα, θες να πας στην Αστυνομία, θες να πας στον εισαγγελέα, εμένα δεν μπορεί να μου κάνει κανείς τίποτα'', μου έλεγε».
Ο παιδοκτόνος δεν μετανιώνει για την πράξη του. «Έτσι όπως ήταν όχι. Ήθελα να είναι ένα καλό παιδί. Γιατί όπως ήταν ή φυλακή ήμουν ή έξω, στο σπίτι μου, ήμουν, ήταν το ίδιο πράγμα. Ήταν ο εφιάλτης μας».