Η Ελλάδα μπορεί να είναι πολύ κοντά στην επίτευξη μίας από τις ταχύτερες επανόδους που έχουν καταγραφεί ποτέ για χώρες που έχουν χρεοκοπήσει, αναφέρει δημοσίευμα του πρακτορείου Ρόιτερς.
Προκαλώντας έκπληξη στους καταστροφολόγους, οι οποίοι μόλις πριν από δύο χρόνια θεωρούσαν ότι το χρέος της ήταν τόσο μεγάλο ώστε μόνο η επιστροφή της σε μία υποτιμημένη δραχμή θα έσωζε τη χώρα από δεκαετίες καταστροφής, η Ελλάδα εξετάζει τώρα την πώληση πενταετών ομολόγων στο επόμενο τρίμηνο, σύμφωνα τουλάχιστον με αξιωματούχο του Ελληνικού υπουργείου Οικονομικών, τονίζει το Ρόιτερς.
«Το σχέδιο της επιστροφής στις κεφαλαιαγορές, μόλις 24 μήνες μετά την αναδιάρθρωση του χρέους της, δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως να έχει ιδιαίτερη λογική. Οι εκτιμήσεις για το πιθανό κόστος δανεισμού της Ελλάδας με την έκδοση των πενταετών ομολόγων κυμαίνονται από 3,25% έως 6,5% - δείχνοντας ότι και στο πλέον αισιόδοξο σενάριο είναι υπερδιπλάσιο από το 1,5% που είναι το κόστος δανεισμού από την ΕΕ. Αλλά, εάν η Αθήνα μπορέσει να πείσει τους ιδιώτες επενδυτές να αγοράσουν ομόλογα αξίας 1,5 έως 2 δισ. ευρώ, τόσο σύντομα μετά τις ζημιές που υπέστησαν, αυτό μπορεί να είναι μία καθοριστική εξέλιξη που θα ενισχύσει τη δυνατότητα να αποπληρώνει το χρέος της με προσιτά επιτόκια. Δεν θα αύξανε μόνο την εμπιστοσύνη στην ικανότητα της Ελλάδας να χρηματοδοτείται με δικές της δυνάμεις και θα βοηθούσε στην ανάκαμψη της οικονομίας της, αλλά προσφέρει επίσης στην Ευρώπη τη δυνατότητα να υποστηρίξει ότι η έντονα επικριθείσα θεραπεία των σκληρών περικοπών και της λιτότητας ήταν αναγκαία και τελικά επιτυχής» σημειώνει το Ρόιτερς.
Από το 1997 που η Μογγολία έγινε η πρώτη χώρα που αναδιάρθρωσε τα κρατικά ομόλογά της, η μέση διάρκεια επιστροφής στις αγορές για τις χώρες ήταν 4,5 έτη, ενώ σχεδόν οι μισές από αυτές παραμένουν ακόμη αποκλεισμένες, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF). Εάν ληφθούν υπόψη μόνο οι χώρες που έχουν επανακτήσει την πρόσβαση στις αγορές, ο μέσος χρόνος επιστροφής ήταν 3,3 έτη. Ένας αριθμός 34 χωρών αναδιάρθρωσαν τα ομόλογά τους στα 17 χρόνια που πέρασαν από το 1997, ενώ προηγουμένως οι χώρες επαναδιαπραγματεύονταν μόνο δάνεια.
Όταν αναδιάρθρωσε το χρέος της, η Ελλάδα αντάλλαξε τα παλαιά ομόλογά της με φθηνότερα νέα ομόλογα που λήγουν στα επόμενα 10 έως 30 έτη και η εκτίμηση του κόστους δανεισμού της χώρας για πενταετή ομόλογα είναι δύσκολη, σημειώνει το Ρόιτερ. Η Τράπεζα Πειραιώς εξέδωσε τριετή ομόλογα πριν από δύο εβδομάδες με απόδοση περίπου 5%. Αν ληφθεί αυτή ως βάση και υπάρξει κάποια προσαύξηση λόγω της μεγαλύτερης διάρκειας (των πενταετών ομολόγων) και του χαμηλότερου αξιόχρεου της Ελλάδας, η Ελλάδα θα μπορούσε να δανεισθεί με 6% έως 6,5% -όσο ή λιγότερο είναι οι αποδόσεις των 10ετών και 30ετών ομολόγων της στη δευτερογενή αγορά- εκτιμά η επικεφαλής για επενδύσεις σταθερού εισοδήματος της εταιρείας Natixis Ίζαμπελ Σάνσον. Ο Φάντι Ζάχερ, επικεφαλής στη διεύθυνση ομολόγων και συναλλάγματος της εταιρείας Kleinwort Benson θεωρεί ότι το κόστος θα είναι τουλάχιστον 300 μονάδες βάσης (3 ποσοστιαίες μονάδες) υψηλότερο από της Ιταλίας ή περίπου 5% έως 6%.
Τα στελέχη αυτά δήλωσαν ότι δεν θα αγόραζαν τα ελληνικά ομόλογα στην τιμή αυτήν, καθώς θεωρούν ότι το βάρος του χρέους της ύψους 170% του ΑΕΠ εξακολουθεί να θέτει σημαντικούς κινδύνους για την αποπληρωμή τους. Ωστόσο, οι αισιόδοξοι αναφέρουν ότι η ύπαρξη ζήτησης για το ομόλογο αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε έναν ενάρετο κύκλο. Ο Χανς Χιούμς, επικεφαλής επενδύσεων στην εταιρεία Greylock Capital, δήλωσε ότι το κόστος δανεισμού αναμένεται να είναι μόνο 25 μονάδες βάσης υψηλότερο από της Πορτογαλίας ή περίπου 3,25%. Στην αρχή, το υψηλό κόστος δανεισμού δεν είναι πάντα αποτρεπτικός παράγοντας για την έκδοση ομολόγων, καθώς η απόδειξη της ικανότητας πρόσβασης στις αγορές έχει θεμελιώδη σημασία. Όταν η Ιρλανδία επανήλθε στις αγορές, μετά τον αποκλεισμό της για δύο χρόνια, εξέδωσε το 2012 πενταετή ομόλογα με επιτόκιο 5,9%. Η ισχυρή ζήτηση, ωστόσο, λειτούργησε ως καταλύτης για περαιτέρω μειώσεις των αποδόσεων και τώρα τα ομόλογα αυτά διαπραγματεύονται με απόδοση περίπου 1,65%. Η Πορτογαλία επανήλθε στις αγορές πέρυσι, μετά από αντίστοιχη αποχή, με μία πενταετή έκδοση στο 4,9%, ενώ τώρα τα ομόλογα αυτά διαπραγματεύονται με απόδοση 3%. «Ασφαλώς, το κόστος είναι λίγο υψηλότερο, όταν εισέρχεσαι στην αγορά, αλλά όσο γρηγορότερα γίνει αυτό τόσο το καλύτερο» δήλωσε ο κ. Χιουμς, ο οποίος πιστεύει ότι το ελληνικό χρέος προς τους ιδιώτες είναι τόσο μικρό σε σύγκριση με το χρέος προς την ΕΕ και το ΔΝΤ, ώστε δεν έχει νόημα ένα ακόμη «κούρεμα» των ιδιωτών επενδυτών.