Πρώτες ενδείξεις ότι οι αγορές αρχίζουν να ξανανοίγουν για την Ελλάδα αποτελούν οι επιτυχημένες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου της Alpha Bank και της Τράπεζας Πειραιώς, όπως και η έκδοση ομολόγου ύψους 500 εκατ. ευρώ της Πειραιώς, κατά την εκτίμηση του επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιώργου Προβόπουλου.
Ο κ. Προβόπουλος, μιλώντας σε εκδήλωση στην Αθήνα, υπογράμμισε πως μια αποτελεσματική οικονομική και νομισματική ένωση πρέπει να περιλαμβάνει και τραπεζική ένωση, και εξέφρασε την ικανοποίησή του για τα αποτελέσματα των πρόσφατων διαπραγματεύσεων για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης, χαιρετίζοντας τη συμφωνία που επήλθε ως ένα βήμα προόδου προς την εξάλειψη του φαύλου κύκλου αρνητικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ τραπεζών και δημόσιου τομέα.
Περνώντας στο ζήτημα της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας, ο επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος επεσήμανε πως βασικό χαρακτηριστικό της οικονομικής ανάκαμψης της ζώνης του ευρώ είναι η υποχώρηση των δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα, κάτι που όπως σημείωσε ισχύει τόσο για τη ζώνη του ευρώ ως σύνολο, όσο και για πολλές μεμονωμένες χώρες.
Όπως παρατήρησε, καθ' όλη τη διάρκεια της κρίσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χρησιμοποίησε τόσο συμβατικά όσο και μη συμβατικά μέτρα πολιτικής, με στόχο να ενισχύσει την εμπιστοσύνη και να αποκαταστήσει την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής, ενώ πρόσθεσε πως ο όγκος της τραπεζικής χρηματοδότησης θα είχε συρρικνωθεί πολύ περισσότερο χωρίς την άφθονη παροχή ρευστότητας στις ευρωπαϊκές τράπεζες από το Ευρωσύστημα.
Εξήγησε ακόμα πως η εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών είναι αναπόφευκτη και θα συνεπάγεται κατ’ ανάγκη κάποιο βαθμό απομόχλευσης, όμως η απομόχλευση δεν οδηγεί αναγκαστικά σε πιστωτική συστολή, αφού η “θετική” απομόχλευση που επιδιώκουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είναι μια διαδικασία όπου η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου επιτρέπει στις τράπεζες να διατηρήσουν στους ισολογισμούς τους τα επισφαλή δάνεια χωρίς να τα αναχρηματοδοτούν, οπότε απελευθερώνονται πόροι και οι τράπεζες μπορούν να χορηγούν δάνεια στις επιχειρήσεις για να τα διοχετεύσουν σε παραγωγικές χρήσεις.
Ανακεφαλαιώνοντας, ο κ, Προβόπουλος υπογράμμισε πως η κρίση ανέδειξε αδυναμίες της αρχικής αρχιτεκτονικής της ΟΝΕ, όμως τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα αντέδρασαν στην κρίση με τολμηρές πολιτικές και σημαντικές μεταρρυθμίσεις της αρχικής αρχιτεκτονικής και εκτίμησε ότι τα μέτρα αυτά θα συμβάλουν ώστε η οικονομική και νομισματική ένωση να είναι πιο αποτελεσματική και ανθεκτική στις κρίσεις στο μέλλον.
“Οι καρποί των προσπαθειών είναι ήδη εμφανείς σε επίπεδο της ζώνης του ευρώ, ιδίως στις αγορές κρατικών ομολόγων, όπου οι συνθήκες έχουν εξομαλυνθεί σε σημαντικό βαθμό. Ορατά οφέλη υπάρχουν επίσης σε επιμέρους χώρες, όπως η Ελλάδα, όπου η κρίση, παρόλο που ήταν βαθιά, αποτέλεσε αφορμή για την εξυγίανση και ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα και παράλληλα για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που θα αποφέρουν σημαντικά οφέλη στο μέλλον”, κατέληξε.