Τις προτάσεις της επιμελητηριακής κοινότητας για συγκεκριμένες αλλαγές στο φορολογικό σύστημα ανέλυσε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μϊχαλος κατά την ομιλία του σε εσπερίδα με τίτλο «Κίνδυνοι και Επιπτώσεις στην Αγορά από τις Νέες Φορολογικές Ρυθμίσεις», που διοργανώνουν το Ινστιτούτο Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών και ο Σύνδεσμος Εισαγωγέων και Κατασκευαστών Ταμειακών Συστημάτων.
"Δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, νέες επενδύσεις και ενίσχυση της απασχόλησης, χωρίς ένα βιώσιμο φορολογικό σύστημα. Ένα σύστημα απλό, δίκαιο και αποτελεσματικό. Με ανταγωνιστικούς συντελεστές, με μικρό διαχειριστικό κόστος και με συγκεκριμένα κίνητρα για την προσέλκυση κεφαλαίων σε τομείς και κλάδους στρατηγικής σημασίας', τόνισε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ και ζήτησε να αντιμετωπιστούν οι αδυναμίες.
Ολόκληρη η ομιλία του κ. Μίχαλου
«Σας καλωσορίζω στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, όπου έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε την εσπερίδα του Συνδέσμου Εισαγωγέων και Κατασκευαστών Ταμειακών Συστημάτων.
Το θέμα της αποψινής εκδήλωσης – η φορολογία και οι επιπτώσεις των ρυθμίσεων στην αγορά – απασχολεί το σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας. Είναι ένα θέμα κρίσιμης σημασίας, όχι μόνο για τη δραστηριότητα και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, αλλά και συνολικά για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Για την προσπάθεια ανάκαμψης και αντιμετώπισης της ανεργίας.
Όπως έχουμε τονίσει επανειλημμένα ως ΕΒΕΑ, δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, νέες επενδύσεις και ενίσχυση της απασχόλησης, χωρίς ένα βιώσιμο φορολογικό σύστημα. Ένα σύστημα απλό, δίκαιο και αποτελεσματικό. Με ανταγωνιστικούς συντελεστές, με μικρό διαχειριστικό κόστος και με συγκεκριμένα κίνητρα για την προσέλκυση κεφαλαίων σε τομείς και κλάδους στρατηγικής σημασίας.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς δεν έχουμε δει βήματα βελτίωσης προς αυτή την κατεύθυνση.
Αντίθετα, είδαμε τους φορολογούμενους – επιχειρήσεις και νοικοκυριά – να σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής, πληρώνοντας όλο και περισσότερους φόρους.
Όπως επιβεβαίωσε πριν από λίγες ημέρες και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, η δημοσιονομική προσαρμογή που πέτυχε η χώρα την περίοδο 2010 – 2013 οφείλεται μόνο κατά 40% στη μείωση δημοσίων δαπανών. Το 60% οφείλεται στην αύξηση των εσόδων, μέσω αντίστοιχης αύξησης έμμεσων και άμεσων φόρων. Γιατί η πρόοδος ως προς την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και τη βελτίωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, ήταν σχεδόν μηδαμινή.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι όλο αυτό το διάστημα το κράτος εξαντλεί τις αντοχές των ίδιων φορολογουμένων, στη βάση μιας καθαρά εισπρακτικής λογικής.
Επιπλέον, αντί της απλούστευσης, είδαμε να διατηρείται ένας υψηλός βαθμός πολυπλοκότητας και ασάφειας, με δεκάδες ερμηνευτικές εγκυκλίους, τροποποιήσεις και αποφάσεις σε κάθε νόμο.
Πάνω από όλα, έχουμε δει, μέσα από τους συνεχείς αιφνιδιασμούς και τις αλλεπάλληλες ρυθμίσεις, να πλήττεται περαιτέρω η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και φορολογουμένων.
Είναι έστω και τώρα ανάγκη να αντιμετωπιστούν αυτές οι αδυναμίες. Και γι' αυτό το σκοπό, η Επιμελητηριακή Κοινότητα έχει προτείνει συγκεκριμένες αλλαγές, τόσο σε επίπεδο αρχών όσο και σε επίπεδο επιμέρους ρυθμίσεων.
Μια βασική αρχή αφορά την οριστική αντιμετώπιση εκκρεμοτήτων του παρελθόντος. Παρά τις αντιρρήσεις που έχουν εκφραστεί, η λύση σε αυτό το πρόβλημα είναι η εφαρμογή μιας διαδικασίας περαίωσης όλων των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και όλων των φορολογικών αντικειμένων. Η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να έχει χαριστική λογική, τουλάχιστον ως προς το κεφάλαιο, αλλά να παρέχει τα κατάλληλα κίνητρα στο φορολογούμενο και να διασφαλίζει αντίστοιχα το συμφέρον του κράτους.
Εξίσου σημαντική είναι η αναβάθμιση του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ως προς τα πρόστιμα και τους ελέγχους. Τα πρόστιμα που ισχύουν σήμερα είναι εξωπραγματικά, σε σχέση με την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά και τις συνθήκες ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις.
Οι προτάσεις μας με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, είναι επίσης σαφείς και γνωστές: ενιαίος συντελεστής φορολογίας εισοδήματος σε επίπεδα που δεν θα ξεπερνούν το 20%, ριζική αναμόρφωση της φορολογίας ακινήτων, παροχή κινήτρων για την ανάπτυξη εξαγωγικής δραστηριότητας, αλλά και για την επανεπένδυση κερδών από τις επιχειρήσεις.
Και βεβαίως, αυτό που ζητάμε είναι να δοθεί αποτελεσματικότερα η μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Δεν μπορεί μια χώρα, όπου το κράτος χάνει κάθε χρόνο 10 δισ. ευρώ, από ανείσπρακτο ΦΠΑ, να μην εστιάζει στις ηλεκτρονικές συναλλαγές και στην ηλεκτρονική τιμολόγηση.
Ειδικά για την ηλεκτρονική τιμολόγηση, συζητάμε εδώ και τουλάχιστον τέσσερα χρόνια. Μένουμε όμως στις συζητήσεις και στις εξαγγελίες, χωρίς να προχωράει στην πράξη τίποτα. Και στο μεταξύ, βλέπουμε κάθε χρόνο το ίδιο σήριαλ με τη συλλογή αποδείξεων, με τη φοροκάρτα κτλ.
Εμείς θέλουμε από την Πολιτεία να κατανοήσει ότι η φορολογία είναι εργαλείο ανάπτυξης. Δεν μπορεί να είναι μια εύκολη λύση για να μαζεύει το κράτος έσοδα, «ξεζουμίζοντας» συνεχώς τους ίδιους φορολογούμενους.
Για να υπάρξουν έσοδα χρειάζεται οικονομική δραστηριότητα, χρειάζονται επιχειρήσεις, επενδύσεις και θέσεις εργασίας που δημιουργούν εισοδήματα.
Εάν δεν στηριχθεί αυτή η διαδικασία, με μια πραγματικά αναπτυξιακή φορολογική πολιτική και με έναν αποτελεσματικό φοροεισπρακτικό μηχανισμό, ούτε η αγορά θα καταφέρει να ορθοποδήσει, ούτε τα κρατικά έσοδα.
Εμείς, ως Επιμελητήριο θα συνεχίσουμε να αναδεικνύουμε αυτή την ανάγκη, να καταθέτουμε συγκεκριμένες προτάσεις και να διεκδικούμε ένα βιώσιμο φορολογικό περιβάλλον. Σε αυτή την προσπάθεια, θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικές τις πρωτοβουλίες επαγγελματικών φορέων όπως ο Σύνδεσμος Εισαγωγέων και Κατασκευαστών Ταμειακών Συστημάτων. Με εκδηλώσεις όπως η σημερινή, που προάγουν και εμπλουτίζουν το διάλογο σε θέματα φορολογίας».