Την πρόοδο που σημειώθηκε στην ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια του 2013, αλλά και τις αδικίες, τις δυσκολίες και τις αστοχίες του προγράμματος καταγράφει στην τριμηνιαία έκθεσή του (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2013) το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, ασκώντας κριτική στην τρόικα και επισημαίνοντας ως σοβαρότερες πηγές αβεβαιότητας τη πολιτική πόλωση και την εξασθένιση της κοινωνικής συνοχής.
Η Επιστημονική Επιτροπή του Γραφείου τονίζει πως η Ελλάδα έχει βελτιώσει τη θέση της στους σημαντικότερους δημοσιονομικούς δείκτες και δεν κατέχει πλέον τα μεγαλύτερα ελλείμματα στην Ευρώπη, όμως ο χαρακτήρας των μεταρρυθμίσεων που έχουν γίνει είναι “ελλιπής, περιστασιακός και αποσπασματικός”, και ως παράδειγμα παρατίθεται η εσωτερική υποτίμηση, η οποία, με τον τρόπο που έγινε, δεν επέτρεψε τη σημαντική πτώση των τιμών, ένα μέρος της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας διαβρώθηκε από την ανατίμηση του ευρώ, ενώ το βιοτικό επίπεδο των καταναλωτών μειώθηκε δραματικά.
Για την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, η Επιστημονική Επιτροπή σημειώνει πως η άμεση έξοδος για νέα δάνεια έχει κάποια λογική, όμως θα επιβαρύνει τη δημοσιονομική προσαρμογή για τα επόμενα χρόνια, αφού τα επιτόκια θα είναι πολύ υψηλότερα σε σχέση με αυτά που θα μπορούσε να εξασφαλίσει η χώρα μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους υποδέχεται με ικανοποίηση την έρευνα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα πεπραγμένα της τρόικας στην Ευρώπη, ενώ υπογραμμίζει πως “το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη”, η οποία ωστόσο δεν μπορεί να έρθει αν η ελληνική οικονομία εξακολουθήσει να παραμένει παγιδευμένη σε ένα ξεπερασμένο παραγωγικό πρότυπο και δεν έχουν εξασφαλιστεί κοινωνικές και πολιτικές συναινέσεις για τη μελλοντική πορεία, και ασφαλώς αν δεν υπάρχει ρευστότητα.
“Η κυβέρνηση οφείλει να επισπεύσει τον ήδη δρομολογημένο μακροχρόνιο αναπτυξιακό προγραμματισμό που θα είχε ως στόχο να μετασχηματίσει την ελληνική οικονομία με βάση τα μεγάλα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η χώρα μας στο ανθρώπινο κεφάλαιο, στις νέες τεχνολογίες, στην ενέργεια, στον τουρισμό, στη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων κ.α.”, αναφέρεται στην έκθεση, όπου τονίζεται ακόμα πως η χώρα δεν μπορεί να εκπληρώσει από μόνη της τις υποχρεώσεις της, χωρίς μία διεθνή ρύθμιση αντιμετώπισης του χρέους.