“Από το ξέσπασμα της κρίσης στη χώρα, οι Έλληνες διαμαρτύρονται για αυτό που πολλοί εδώ επικρίνουν ως την αδικία των επίπονων μέτρων λιτότητας που έχουν αυξήσει τους φόρους και μειώσει τους μισθούς και τα επιδόματα του μέσου Έλληνα, την ώρα που η ελίτ απέφευγε παρόμοια βάρη ή τη λογοδοσία για το ρόλο τους στη δημιουργία αυτής της κατάστασης. Ξαφνικά, προς τέρψιν πολλών εδώ, αυτή η δυναμική αρχίζει να αλλάζει”, παρατηρεί σε εκτενές άρθρο της που δημοσιεύουν οι New York Times η Νίκη Κιτσαντώνη, αναφερόμενη στις ανεξάρτητες έρευνες της δικαιοσύνης για ποινικές ευθύνες πολιτικών και στελεχών της επιχειρηματικής ελίτ του τόπου, με αφορμή και τις συλλήψεις για την υπόθεση των επισφαλών δανείων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
“Για πρώτη φορά, η ελληνική δικαιοσύνη φτάνει πραγματικά ψηλά”, δηλώνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Αριστείδης Χατζής. “Ένας λόγος είναι ότι η λαϊκή επιθυμία για κάθαρση είναι ισχυρή, ένας άλλος είναι ότι το πολιτικό σύστημα είναι αδύναμο και έχει πάρα πολλά να χάσει αν προσπαθήσει να παρέμβει. Ρισκάρει να εκτεθεί”.
Ειδική αναφορά γίνεται στο άρθρο στις δύο εισαγγελείς διαφθοράς, Ελένη Ράικου και Πόπη Παπανδρέου, με την τελευταία μάλιστα να είναι γνωστή και ως... “εξολοθρευτής”, λόγω των εις βάθος ερευνών της.
Πάντως, δικαστικοί που θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους τονίζουν στους New York Times ότι δεν έχουν δεχθεί πολιτικές πιέσεις. “Είμαστε παράλληλη εξουσία. Δεν παίρνω εντολές από τον πρωθυπουργό”, αναφέρει εις εξ αυτών.
Το δημοσίευμα κλείνει με το σχόλιο μίας 45χρονης δασκάλας, που αντικατοπτρίζει την ικανοποίηση στην ελληνική κοινωνία για τις εισαγγελικές έρευνες. “Αδειάζουμε τους τραπεζικούς μας λογαριασμούς για να πληρώνουμε υψηλότερους φόρους, και αυτοί γεμίζουν τους δικούς τους αποφεύγοντάς τους και εξαπατώντας το σύστημα. Είναι καιρός να αρχίσει να πληρώνει και κάποιος άλλος”.