Με διαδικασίες-εξπρές θα συζητηθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας η προσφυγή ενός φορολογούμενου, ο οποίος ζητά να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική η επιβολή του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας Φυσικών Προσώπων (ΦΑΠ), κατά τη διετία 2011-2012.
Αυτό σημαίνει ότι η υπόθεση θα εκδικαστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα και η πιλοτική απόφαση που θα εκδοθεί θα έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα για όλες τις εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.
Αναλυτικότερα, ο πολίτης, ο οποίος ισχυρίζεται πως δεν έχει εισόδημα λόγω ”της ραγδαίως πτώσης της επαγγελματικής του δραστηριότητας”, προσέφυγε στη δικαιοσύνη ζητώντας να κριθούν αντισυνταγματικά, παράνομα και αντίθετα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) τα εκκαθαριστικά σημειώματα ΦΑΠ των ετών 2011 και 2012, με τα οποία υποχρεώνεται να καταβάλει για κάθε ένα έτος το ποσό των 14.887 ευρώ.
Ο φορολογούμενος σημειώνει στην προσφυγή του ότι έχει τρία ακίνητα, εκ των οποίων στα δύο έχει την ψιλή κυριότητα και στο τρίτο την πλήρη κυριότητα. Όμως, και τα τρία ακίνητα, όπως υποστηρίζει, δεν του αποφέρουν κανένα εισόδημα. Επίσης, αναφέρει ότι η επιβολή του ΦΑΠ προσκρούει στο άρθρο 4 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει ότι η επιβολή φόρου επιτρέπεται μόνο εάν υπάρχει φοροδοτική ικανότητα και στην περίπτωση αυτήν πρέπει να είναι ανάλογη με τον βαθμό που υπάρχει. Όπως διευκρινίζει, οι διατάξεις του φορολογικού νόμου που αφορούν τον ΦΑΠ αντιβαίνουν το άρθρο 5 του συνταγματικού χάρτη, καθώς το ύψος του φόρου δεν συναρτάται προς τη φοροδοτική ικανότητα του φορολογούμενου.
Εξάλλου, σημειώνει ότι ο ΦΑΠ είναι αντίθετος στην ΕΣΔΑ, αφού το ύψος του φόρου υπολογίζεται κατά τέτοιον τρόπο που να ισοδυναμεί με στέρηση της ακίνητης περιουσίας, καθώς ο πολίτης καλείται να καταβάλει το σύνολο της αξίας της σε φόρο.
Τέλος, ο φορολογούμενος τονίζει ότι πλέον του ΦΑΠ, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, έχει πληρώσει το Ειδικό Τέλος Ακινήτων (ΕΤΑΚ), το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας (ΤΑΠ) και το γνωστό “χαράτσι” μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ (Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών), κάτι που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην καταβολή, μέσα σε λίγα χρόνια, του ισόποσου της αξίας των ακινήτων σε φόρους.