Την απορία του για το γεγονός ότι ούτε οι προηγούμενες, ούτε η παρούσα κυβέρνηση έχουν ψηλά στην ατζέντα τους το θέμα της δίκαιης φορολόγησης των πολιτών, αλλά και της επί της ουσίας καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, εκφράζει, με συνέντευξή του στο news.gr, ο καθηγητής δημοσιονομικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Linz, Friedrich Schneider.
Ο κύριος Schneider, που συμμετείχε σε συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, προτείνει τη σημαντική αυστηροποίηση της νομοθεσίας και των ποινών για τη φοροδιαφυγή και εκτιμά ότι η συμφωνία για τη φορολόγηση των καταθέσεων Ελλήνων στην Ελβετία είναι εύκολη υπόθεση, που μπορεί να φέρει αρκετά δισ. στα δημόσια ταμεία του ελληνικού Δημοσίου.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΝΕΚΤΑΡΙΟ Β. ΝΩΤΗ
Η εικόνα σήμερα
“Τα φορολογικά έσοδα μειώνονται έντονα.
Υπάρχει ακόμα ένας αξιοσημείωτος όγκος φοροδιαφυγής και παραοικονομίας.
Επίσης, σημαντικό ποσό χρημάτων Ελλήνων πλουσίων, που έχουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό και κυρίως στην Ελβετία, και τα οποία δε φορολογούνται”.
“Η φοροδιαφυγή παραμένει εθνικό σπορ”
Για ποιο λόγο ;
“Οι περισσότεροι Έλληνες έχουν λίγη ή καθόλου εμπιστοσύνη στην κυβέρνησή τους.
Πληρώνουν φόρους και οι υπηρεσίες, που παίρνουν πίσω από το κράτος, συχνά δεν είναι καλές.
Η διαφθορά είναι πολύ υψηλά. Αν πρέπει να πληρώνεις διπλά για ο,τιδήποτε, τότε οι Έλληνες σκέφτονται : “Γιατί να πληρώνω φόρους, όταν πρέπει να πληρώνω δύο φορές για να εξυπηρετηθώ ;”. Μια επιτυχημένη μάχη απέναντι στη διαφθορά θα ήταν ένα αποτελεσματικό μέσο κατά της φοροδιαφυγής.
Σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά παλαιότερα, συνηθιζόταν να κλέβουν τους φόρους. Αυτό έχει βελτιωθεί, αλλά χρειαζόμαστε αυστηρότερους νόμους και πολιτική, ώστε να πληρώνουν όλοι.
Φορολογική δικαιοσύνη. Πιστεύω ότι οι πολύ πλούσιοι πληρώνουν λίγα ή τίποτα, ή τουλάχιστον δεν επωμίζονται το φορολογικό βάρος, που τους αναλογεί, ειδικά λόγω της κατάστασης στην οικονομία”.
“Είναι σίγουρα θέμα πολιτικής βούλησης”
“Μπορεί να είμαι αφελής, αλλά περίμενα ότι μια αριστερή κυβέρνηση, όπως αυτή που έχετε, θα το αντιμετώπιζε το θέμα, βάζοντας τους πλούσους να πληρώσουν περισσότερα, με βάση αυτά που τους αναλογούν.
Πρόκειται για κατάσταση, που μπορεί να αλλάξει σε μια μέρα. Όσο συνεχίζει να υφίσταται, τότε πολλοί μικροί θα σκέφτονται “γιατί να πληρώσω ;”. Και έτσι καταλήγουμε σε ένα φαύλο κύκλο : κανείς δε θέλει και δεν έχει κίνητρο να πληρώσει φόρους, αλλά όλοι ζητούν περισσότερες υπηρεσίες και τελικά αυτό δε λειτουργεί στην πράξη”.
Πιο αυστηρές ποινές για φοροδιαφυγή και διαφθορά
“Αυτό, που πρέπει να κάνετε, είναι να εφαρμόσετε πάρα πολύ αυστηρότερους νόμους ενάντια στη διαφθορά : Αν κάποιος πάρει μίζα πάνω από 100.000 ευρώ, δε θα τον έβαζα φυλακή, αλλά θα του έκοβα όλα τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Αν μια εταιρεία συμμετάσχει σε δωροδοκία, θα την έθετα εκτός από κάθε δουλειά του Δημοσίου για τουλάχιστον πέντε χρόνια.
Υπάρχουν λύσεις και αυτό είναι, που δεν καταλαβαίνω. Δεν πρόκειται μόνο για προτάσεις, που έχω στο κεφάλι μου, αλλά για λύσεις, που εφαρμόζονται επιτυχώς σε άλλες χώρες. Συνεπώς, γιατί όχι και στη δική σας ;”.
Άμεση συμφωνία για τη φορολόγηση των καταθέσεων
“Μπορώ μόνο να δώσω μια συμβουλή : Συμφωνείστε το συντομότερο δυνατό με την Ελβετία και το Λιχτενστάιν. Είναι δυνατό να γίνει. Έγινε με την Αυστρία το 2012, οι διαπραγματεύσεις δεν τράβηξαν πολύ και στη συνέχεια, η λύση ήταν πολύ απλή :
Όλο το μαύρο χρήμα - και από παράνομες δραστηριότητες - φορολογείται στην πηγή με 20%. Συνδυαζόμενο με φορολογική αμνηστία, καθίσταται νόμιμο μετά τη φορολόγηση. Έτσι, τα χρήματα των Ελλήνων καταθετών θα παρέμεναν στην Ελβετία και κάθε χρόνο τα κέρδη θα φορολογούνταν ετησίως με συντελεστή, που έχετε στη χώρα σας. Είναι μια καθαρή και απλή λύση, και εφαρμόζεται στην πηγή από τις τράπεζες, χωρίς γραφειοκρατία. Με δεδομένη τη βούληση της ελβετικής κυβέρνησης - όπως διαβάζω στα media -, θα λειτουργούσε, δε θα έπαιρνε χρόνο και θα έφερνε πίσω αρκετά δισ. από φοροδιαφυγή, τα οποία νομίζω ότι η χώρα σας χρειάζεται κατεπειγόντως.
Δεν έχω εξήγηση για το ότι δεν έχει υπάρξει συμφωνία μέχρι σήμερα. Αυτό θα έπρεπε να ήταν Νούμερο 1 στην ατζέντα της κυβέρνησης. Δεν ξέρω γιατί δεν το επισπεύδουν ή δεν το κάνουν. Θα πρέπει να υπάρχουν κάποιοι άλλοι λόγοι πίσω από αυτό, τους οποίους δε γνωρίζω”.