Στις αρχές Μαρτίου 2008 ο τότε πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ απαντώντας σε ερώτημα για την αύξηση των spreads μεταξύ ιταλικών και γερμανικών ομολόγων, αλλά και για τις υψηλές αποδόσεις των πορτογαλικών, ισπανικών και ελληνικών ομολόγων, δήλωνε ότι πρόκειται για «κλήση αφύπνισης» (wake-up call) και ότι χρειάζεται προσοχή όσον αφορά στη δημοσιονομική πολιτική.
Δύο μήνες αργότερα (Μαίος 2008) απαντώντας σε ερώτημα για τις οικονομίες με μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών επί πολλά έτη, τόνιζε ότι οι οικονομίες αυτές, «περιλαμβανομένης της Ελλάδος», πρέπει να παρακολουθούν με προσοχή τους δείκτες ανταγωνιστικότητας κόστους και σχετικής ανταγωνιστικότητας, ιδίως όταν έχει παρατηρηθεί επιδείνωση της ανταγωνιστικής τους θέσης και το επίπεδο απασχόλησης δεν είναι ικανοποιητικό.
Από το 2008 μέχρι και σήμερα η ελληνική οικονομία έχει πετύχει αξιοπρόσεκτες επιδόσεις. Η Ελλάδα θα καταγράψει εφέτος πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ, κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεόνασμα (συνυπολογίζει και τους ρυθμούς ανάπτυξης) 5,4% του ΑΕΠ, ενώ οι χρηματοδοτικές ανάγκες της από το 14,5% του ΑΕΠ το 2014 αναμένεται να μειωθούν στο 4,3% του ΑΕΠ το 2016.
Στα οικονομικά αφελής πρόβλεψη (naive forecast) είναι αυτή η οποία προεξοφλεί ότι μια υφιστάμενη κατάσταση θα συνεχιστεί και στο μέλλον. Πιο απλά η ηρεμία που επεκράτησε στις διεθνείς αγορές την προηγούμενη διετία , αλλά και στην εγχώρια αγορά δεν έπρεπε να θεωρείται δεδομένη ειδικά σε ένα τόσο ευμετάβλητο καθεστώς χαμηλών επιτοκίων και υψηλής ρευστότητας. Την αφορμή για να ξαναγίνουν νευρικές οι αγορές έδωσε η αναμενόμενη και προαναγγελθείσα αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου εντός του 2015.
Η Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ «ξαναμοιράζει τα χαρτιά» και οι πρωταγωνιστές του παιγνίου παίρνουν εκ νέου τις θέσεις που θεωρούν καλύτερες για να κερδίσουν.Σε ένα τέτοιο περιβάλλον υψηλής μεταβλητότητας ρηχές αγορές μικρών οικονομιών όπως η ελληνική είναι ιδιαιτέρως ευάλωτες σε ρευστοποιήσεις. Στην ελληνική περίπτωση ο εκλογικός κύκλος λειτουργεί πρόσθετα επιβαρυντικά, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι ο λόγος που οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων εκτινάχθηκαν στα ύψη και οι τιμές των μετοχών καταποντίστηκαν.
Κάποιοι οικονομολόγοι της αγοράς υποστηρίζουν πως για να αποκατασταθεί η κατάσταση στην ελληνική αγορά ομολόγων απαιτείται παρέμβαση της ΕΚΤ ίδια με αυτή που έγινε στο διάστημα 10 Μαΐου 2010 - 6 Σεπτεμβρίου 2012 οπότε η ΕΚΤ απέκτησε μέσω του προγράμματος Αγοράς Τίτλων (Securities Market Programme) χρεόγραφα αξίας 60 δισ. ευρώ.
Η ΕΚΤ στο προαναφερόμενο διάστημα παρενέβη στη δευτερογενή αγορά, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα ορισμένων χωρών, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δυσλειτουργίες στις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι οποίες έθεταν σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης των επιδράσεων της νομισματικής πολιτικής στην πραγματική οικονομία
Οι ίδιοι οικονομολόγοι υπενθυμίζουν πως προς τα τέλη Ιουλίου του 2012, οι στρεβλώσεις στις αγορές ομολόγων ορισμένων κρατών-?ελών έγιναν εντονότερες και ώθησαν τις αποδόσεις σε υψηλότατα επίπεδα, καθώς ενσωμάτωναν ασφάλιστρο έναντι του κινδύνου αντιστροφής της εισαγωγής του ευρώ και επιστροφής σε εθνικά νομίσματα.
Το φαινόμενο της ενσωμάτωσης υπερβολικών ασφαλίστρων στις αποδόσεις ήταν απαραίτητο να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, καθώς οι φόβοι ορισμένων επενδυτών περί επικείμενης επανεισαγωγής εθνικών νομισμάτων τροφοδοτούσαν τον κατακερματισμό των αγορών, δυσχεραίνοντας την αποτελεσματική λειτουργία της νομισματικής πολιτικής.
Με στόχο να διασφαλιστεί ο ενιαίος χαρακτήρας της νομισματικής πολιτικής, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ , με πρωτοβουλία του Μάριο Ντράγκι, θεσμοθέτησε το Σεπτέμβριο του 2012 τη δυνατότητα πραγματοποίησης από το Ευρωσύστημα οριστικών αγορών κρατικών τίτλων (Οριστικές Νομισματικές Συναλλαγές -ΟΜΤ) επαρκούς ύψους, ώστε να εξομαλύνονται οι συνθήκες στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να μεταδίδονται απρόσκοπτα οι επιδράσεις της μεταβολής των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ στην πραγματική οικονομία.
Μέχρι και σήμερα το ΟΜΤ δεν είχε ενεργοποιηθεί διότι δεν είχαν συντρέξει οι προϋποθέσεις παρέμβασης για μείωση των εντάσεων στις αγορές κρατικών ομολόγων. Ωστόσο, οι συνθήκες που επικρατούν στην ελληνική αγορά ομολόγων, κατά πολλούς, δικαιολογούν μια περιορισμένης κλίμακας παρέμβαση της ΕΚΤ μέσω Οριστικών Νομισματικών Συναλλαγών.