Καλά νέα για την Ελλάδα και την Ευρωζώνη, αλλά παράλληλα και μία υπενθύμιση του πόσο “κοντή μνήμη” έχουν οι αγορές, είναι η επιστροφή της χώρας στις αγορές, σύμφωνα με άρθρο-σχόλιο του Ρίτσαρντ Μπάρλεϊ που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Wall Street Journal.
Όπως σημειώνει ο Μπάρλεϊ, είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η Ελλάδα επιστρέφει στις αγορές τόσο σύντομα μετά την αναδιάρθρωση χρέους του 2012, και με το λόγο χρέους προς το ΑΕΠ να ξεπερνά το 170%, όμως, σύμφωνα με τη Citigroup, περίπου το 80% αυτού του χρέους διακρατείται από κράτη, η μέση ωρίμανση είναι στα 16 χρόνια, ενώ το μέσο κόστος του χρέους έχει περιοριστεί στο 2,6%. “Επιπλέον ανακούφιση από τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας μπορεί να μην επηρεάσει το επίπεδο του λόγου χρέους προς το ΑΕΠ, αλλά θα κάνει την εξυπηρέτηση του χρέους πιο εύκολη. Αυτό μειώνει τους κινδύνους για τους ιδιώτες δανειστές”, σημειώνεται στο άρθρο.
Είναι όμως το επιτόκιο που προσφέρεται (γύρω στο 5%, σύμφωνα με εκτιμήσεις) αρκετό για τους κινδύνους που ακόμα υπάρχουν στην Ελλάδα; “Αν και η ελληνική οικονομία προβλέπεται να επιστρέψει στην ανάπτυξη φέτος, έχει συρρικνωθεί κατά 25% από την κορύφωσή της το 2008 και η ανεργία είναι στο 27,5%. Η ελληνική κυβέρνηση έχει επιδείξει αξιοσημείωτη αντοχή, αλλά ο πολιτικός κίνδυνος παραμένει υψηλός. Εν τω μεταξύ, οι καλύτερες επιδόσεις των ελληνικών ομολόγων μπορεί να ανήκουν στο παρελθόν”, σημειώνει ο Μπάρλεϊ.
“Με τους επενδυτές διψασμένους για αποδόσεις, η Ελλάδα δε θα αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα στο να πουλήσει το νέο ομόλογό της. Αλλά για αυτούς που ανησυχούν ότι η νομισματική πολιτική προκαλεί στρεβλώσεις στις αγορές ομολόγων, η πιθανή επιτυχία της Αθήνας είναι απλώς ένας ακόμα λόγος ανησυχίας”, καταλήγει το άρθρο.