Τη δυνατότητα να προχωρά σε αυξήσεις κεφαλαίου στις τράπεζες στις οποίες συμμετέχει με όρους αγοράς, προβλέπει για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών.
Αναφορικά με την τιμή διαθέσεως των νέων μετοχών μίας τράπεζας στον ιδιωτικό τομέα, το νομοσχέδιο προβλέπει πως δύναται να είναι χαμηλότερη από την τιμή προηγούμενων καλύψεων μετοχών από το Ταμείο, ή της τρέχουσας χρηματιστηριακής τιμής.
Σχετικά με τη διαδικασία διαθέσεως μετοχών του Ταμείου, αναφέρεται πως μπορεί να γίνεται τμηματικά ή άπαξ, κατά την κρίση του Ταμείου, υπό την προϋπόθεση ότι οι μετοχές διατίθενται εντός των χρονικών ορίων και σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Ταμείο μπορεί να προχωρά στην πώληση μετοχών μιας τράπεζας, στο κοινό ή σε συγκεκριμένους επενδυτές, είτε μέσω ανοιχτού διαγωνισμού, είτε με χρηματιστηριακές εντολές, είτε με δημόσια προσφορά μετοχών με αντάλλαγμα μετρητών ή με ανταλλαγή άλλων κινητών αξιών, είτε τέλος με τη διαδικασία του βιβλίου προσφορών.
Για την έκδοση μετατρέψιμων ομολογιακών δανείων που μπορούν να λειτουργήσουν εναλλακτικά στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, το νομοσχέδιο αναφέρει πως η τιμή καλύψεως των μετοχών ή των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων χρηματοοικονομικών μέσων από το Ταμείο ορίζεται με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου.
Με πράξη Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες ή άλλα μετατρέψιμα χρηματοοικονομικά μέσα μπορούν να εκδοθούν από τα πιστωτικά ιδρύματα και να καλυφθούν από το Ταμείο.
Για την έκδοση των κοινών μετοχών ή μετατρέψιμων ομολογιών ή χρηματοοικονομικών μέσων, η προθεσμία για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης και των επαναληπτικών της, καθώς και για την υποβολή εγγράφων στις εποπτικές αρχές, συντέμνεται στο ένα τρίτο των προθεσμιών που προβλέπονται στον Ν. 2190/1920.
Για τις ευθύνες της διοίκησης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το νομοσχέδιο αναφέρει ότι οι αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου, εφόσον λαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, θεωρούνται σύμφωνες με το σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον, επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο και υπηρετούσες τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου, όσον αφορά στην αστική ευθύνη των μελών του Γενικού Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής καθώς και του προσωπικού του Ταμείου, έναντι τρίτων και έναντι του Ελληνικού Δημοσίου.