Του Παναγιώτη Ευθυμιάδη
Μεγάλες ευκαιρίες και έξυπνες επενδύσεις με σημαντικό κέρδος, αλλά και πολλούς κινδύνους, κρύβουν οι νέες καλλιέργειες στην Ελλάδα σε τομείς, που πλέον θεωρούνται ως το Ελ Ντοράντο του αγροτικού τομέα.
Είναι σαφές ότι όλο και περισσότεροι νέοι ή ακόμη και άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, που βρίσκονται σε δύσκολη θέση και δίχως δουλειά, αναζητούν διέξοδο σε νέες καλλιέργειες στην ύπαιθρο, ωστόσο οι κίνδυνοι είναι πολλοί και, για κάθε βήμα, οι ειδικοί συνιστούν να γίνονται εξαιρετικά προσεκτικές και μελετημένες κινήσεις.
Αυτό, που τονίζουν όλοι όσοι ασχολούνται με τα σαλιγκάρια σε νέους υποψήφιους επενδυτές – εκτροφείς, είναι ότι πρόκειται για ένα είδος, το οποίο μπορεί να αποφέρει μεγάλα κέρδη γιατί η ζήτηση είναι τεράστια στις αγορές του εξωτερικού, αλλά θα πρέπει να είναι καλά προετοιμασμένοι και να μην έχουν στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους την κρατική χρηματοδότηση. Άλλωστε, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή τη στιγμή η μόνη περίπτωση χρηματοδότησης τέτοιου είδους επένδυσης είναι από τον αναπτυξιακό νόμο και μόνο για μεγάλες επενδύσεις, άνω των 100.000 ευρώ.
Εκτροφείς με... πτυχίο
Χαρακτηριστική περίπτωση επιτυχίας στον κλάδο είναι οι αδελφές Βλάχου, οι οποίες, έχοντας σπουδάσει και μιλώντας αρκετές ξένες γλώσσες, τα άφησαν όλα και επέστρεψαν στη μάνα γη.
Οι δύο αδερφές έχουν την εταιρεία Fereikos Helix με έδρα τη Γλυφάδα Αρχαίας Κορίνθου, από τις πρώτες εταιρείες, που εισήγαγαν τη σαλιγκαροτροφία στην Ελλάδα. Υπέγραψε συμβόλαιο αποκλειστικής αντιπροσωπείας για όλη την Ελλάδα με το Διεθνές Ινστιτούτο Σαλιγκαροτροφίας, που εδρεύει στην Ιταλία. Το 2009 βραβεύτηκε με το Χρυσό Σαλιγκάρι, ως η καλύτερη εταιρεία στον κόσμο από το Διεθνές Ινστιτούτο Σαλιγκαροτροφίας, και το 2011 έλαβε το Διεθνές Βραβείο Σαλιγκαροτροφίας για το συνολικό της έργο.
Η Μαρία Βλάχου οδηγήθηκε στην καλλιέργεια σαλιγκαριών, παρόλο που για 11 χρόνια σπούδαζε και εργαζόταν σε ξένες χώρες, μιλάει εννέα γλώσσες, δίδασκε σε πανεπιστήμια, και ήταν μεταφράστρια στην ευρωπαϊκή οικονομική επιτροπή.
Η αφορμή για να ασχοληθεί με την εκτροφή και στη συνέχεια να πουλάει σε ενδιαφερόμενους τις γνώσεις της ήταν ένα πιάτο με σαλιγκάρια, που κόστιζε 37 ευρώ σε εστιατόριο της Ελβετίας.
Το κέντρο της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας στην Κόρινθο το επισκέπτονται κάθε εβδομάδα αρκετές δεκάδες άτομα από κάθε γωνιά της Ελλάδας για να μάθουν τα πάντα γύρω από την υπόθεση της εκτροφής σαλιγκαριών. Μάλιστα, εξασφαλίζουν σε όσους αποφασίσουν να δραστηριοποιηθούν επαγγελματικά στην εκτροφή σαλιγκαριών την αγορά ολόκληρης της παραγωγής τους.
Όπως αναφέρει στο news.gr η Μαρία Βλάχου, κάθε ενδιαφερόμενος θα πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικός και να κάνει μεγάλη έρευνα αγοράς πριν αποφασίσει να ασχοληθεί με τα σαλιγκάρια. Ανάμεσα στους κινδύνους, που μπορεί να συναντήσει, είναι και η εμφάνιση εταιρειών, οι οποίες τελικά δεν μπορούν να υλοποιήσουν όσα υπόσχονται. Απαντώντας στο ερώτημα τι θα συμβούλευαν όποιον σήμερα θέλει να ξεκινήσει μια τέτοια επιχείρηση, η κ. Βλάχου σημειώνει ότι: "Είναι απαραίτητο να είναι προσεκτικός και να κάνει μεγάλη έρευνα αγοράς. Σε αυτή την πορεία, δεν θα πρέπει να εμπιστευτεί όποιον του τάζει εξωφρενικά πράγματα. Τα πρώτα χρόνια θα είναι αρκετά δύσκολα και είναι βέβαιο ότι χρειάζεται πολύ υπομονή και βέβαια δουλειά". Πάντως, επισημαίνει ότι η ζήτηση στην αγορά του εξωτερικού είναι μεγάλη και όπως λέει "εγώ, όση ποσότητα έχω, τη διαθέτω". Προσθέτει ακόμη ότι εξαιρετικά σημαντικό είναι το γεγονός, όποιος ασχοληθεί, να έχει εξασφαλίσει από πριν πως κάποιος θα του αγοράσει την παραγωγή του.
Πρόκειται ουσιαστικά για τα εκτροφεία ανοικτού ολοκληρωμένου κύκλου, με βάση τα οποία έχουν αναπτύξει την επιχειρηματική τους δραστηριότητα οι περισσότεροι στην Ελλάδα, καθώς - με τη μέθοδο του κλειστού τύπου - τα σαλιγκάρια τρέφονται με σιτηρέσια, εν αντιθέσει με του ανοικτού ολοκληρωμένου βιολογικού κύκλου.
Σε απλά μαθηματικά
Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι κ. Giovanni Avagnina, από το Διεθνές Ινστιτούτο Σαλιγκαροτροφίας του Cherasco, κατά τις πολλές επισκέψεις του στην Ελλάδα, έχει φροντίσει να ξεκαθαρίσει πως η εκτροφή σαλιγκαριών δεν είναι μια εύκολη υπόθεση και κάποιος μπορεί να βγάλει αρκετά χρήματα δουλεύοντας, όμως, σκληρά και κάνοντας σωστές επιχειρηματικές κινήσεις.
Για μεγάλο ενδιαφέρον, κυρίως από νέους αγρότες που βλέπουν δυσοίωνο το μέλλον με τις παραδοσιακές καλλιέργειες και θέλουν να στραφούν σε κάτι καινούργιο με προοπτικές, όπως είναι το σαλιγκάρι, κάνει λόγο ο Κώστας Κούκος, της HelixFar, με έδρα τα Φάρσαλα.
Όπως αναφέρει ο κ. Κούκος, για ένα σαλιγκαροτροφείο ανοιχτού τύπου, τα 5 στρέμματα, για αρχή, είναι ικανοποιητικά, ενώ το κόστος για την εγκατάσταση και για τις "μάνες" κυμαίνεται κοντά στα 23.000 ευρώ.
Απαντώντας στο ερώτημα ποια είναι η διαφορά ενός σαλιγκαροτροφείου ανοιχτού τύπου με ένα κλειστού τύπου, σημειώνει πως στα ανοιχτού τύπου το σαλιγκάρι βιώνει το βιολογικό του κύκλου σαν να ήταν στη φύση, ενώ ο εκτροφέας των σαλιγκαριών ανοιχτού ολοκληρωμένου βιολογικού κύκλου έχει σίγουρη την πώληση της παραγωγής του, καθώς υπάρχει συμβόλαιο, εν αντιθέσει με του κλειστού, όπου πρέπει πρώτα να βγάλει την παραγωγή του και στη συνέχεια να διαπραγματευτεί την αγορά της.
Να σημειωθεί πως οι μεγαλύτερες ποσότητες, που παράγονται στην Ελλάδα, εξάγονται, ενώ η τιμή τους καθορίζεται ουσιαστικά από τους εστιάτορες, σε μεγάλες αγορές του Παρισιού, της Μαδρίτης και του Μιλάνου.
Από την πλευρά του, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης τονίζει πως αντίστοιχη έκρηξη στον κλάδο των σαλιγκαριών είχε υπάρξει κατά τις δεκαετίες του '70 και '80, αλλά τελικά ο κλάδος συρρικνώθηκε χωρίς να υπάρξει μεγάλη εξέλιξη. Χαρακτηριστικό της εποχής ήταν η ελλιπής γνώση των υποψήφιων παραγωγών ως προς τις ιδιαιτερότητες του οργανισμού αυτού, τόσο ως προς τη συμπεριφορά, όσο και ως προς την παραγωγική διαδικασία (αδηφαγία, μεγάλη κινητικότητα, πλήθος εχθρών, ειδικές συνθήκες εκτροφής, εκ φύσεως μεγάλη θνησιμότητα των σαλιγκαριών).
Σύμφωνα με μελέτη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, το μέσο κόστος εγκατάστασης ενός εκτροφείου σαλιγκαριών κλειστού τύπου (διχτυοκήπιο με μεταλλικό σκελετό) κυμαίνεται γύρω στα 20 – 30 χιλιάδες ευρώ ανά στρέμμα, ενώ ενός εκτροφείου ανοικτού τύπου, στα 5 – 6 χιλιάδες ευρώ. Αυτές οι τιμές, βέβαια, μπορεί να μεταβάλλονται τόσο προς τα επάνω, όσο και προς τα κάτω, ανάλογα με την προσωπική εργασία του ενδιαφερόμενου, τις συμφωνίες με τους προμηθευτές των υλικών κατασκευής ή την ανάθεση της κατασκευής σε τρίτους.