ΕΦΚΑ: Νέο επεισόδιο στο σίριαλ με τα μπλοκάκια

Δείτε τις απαντήσεις στις συχνότερες ερωτήσεις των ασφαλισμένων

Το σίριαλ με τα «μπλοκάκια» συνεχίζεται καθώς και η χθεσινή εγκύκλιος με τις λεγόμενες παρεμβάσεις υπέρ των εργαζόμενων έχει φέρει νέα αναστάτωση τόσο στους αμειβόμενους με μπλοκάκι όσο και στα λογιστήρια των επιχειρήσεων.

Ακόμη και μετά την εγκύκλιο το πρόβλημα είναι ότι όλο το βάρος πέφτει στον εργαζόμενο ο οποίος καλείται να έρθει σε σύγκρουση με τον εργοδότη του και να τον καταγγείλει στον ΕΦΚΑ με υπεύθυνη δήλωση ότι δεν του πληρώνει τις εισφορές. Βεβαίως αυτό δεν ισχύει για τους μισθωτούς που ήταν στο ΙΚΑ, καθώς από το υπουργείο Εργασίας λένε ότι πλέον το σύστημα είναι δίκαιο, ωστόσο κάτι τέτοιο καταρρίπτεται στην πράξη.

Ο νόμος προβλέπει ότι ο εργοδότης πρέπει να πληρώνει τα 2/3 των ασφαλιστικών εισφορών, όμως το ζήτημα εφαρμόζει δυσκολίες στην πράξη.

Δείτε τις απαντήσεις στις συχνότερες ερωτήσεις

Ποιες κατηγορίες ασφαλισμένων με «μπλοκάκι» μπορούν να ζητήσουν από τον εργοδότη τους να πληρώσει εισφορές;

Οι μισθωτοί που διατηρούν ταυτόχρονα «μπλοκάκι» μέσω του οποίου εισπράττουν αμοιβή από 1-2 εργοδότες, οι αμειβόμενοι με «μπλοκάκι» που απασχολούνται σε έως 2 εργοδότες.

Οι εργαζόμενοι θα πληρώνουν 9,22% (6,67% για σύνταξη και 2,55% για υγεία) επί του εισοδήματος στο «μπλοκάκι», ενώ το υπόλοιπο 17,88% θα το πληρώνει ο εργοδότης/οι εργοδότες τους.

Για ποιους ισχύει η προσωρινή εισφορά 9,22%;

Για τα πρόσωπα που έχουν ιδιότητα ή ασκούν δραστηριότητα, βάσει της οποίας θα υπάγονταν, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ ή/και του ΕΤΑΑ, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις αυτών, όπως ίσχυαν, πριν την ένταξή τους στον ΕΦΚΑ, το συνολικό ποσό εισφοράς κύριας σύνταξης, ο τρόπος υπολογισμού, καθώς και ο υπόχρεος καταβολής της εισφοράς, προσδιορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 38 του συγκεκριμένου νόμου, εφόσον το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά).

Αν οι εργοδότες είναι δύο θα επιμερίζεται το 17,88% που αντιστοιχεί στην εργοδοτική εισφορά;

Ο καθένας θα πληρώνει την εισφορά που του αντιστοιχεί ανάλογα με την αμοιβή.

Τι να κάνει ο εργαζόμενος με μπλοκάκι αν ο εργοδότης αρνηθεί να πληρώσει την ασφαλιστική εισφορά;

Ο εργαζόμενος πρέπει να γράψει στο δελτίο πως υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39 και ο εργοδότης να υποβάλλει ΑΠΔ. Αν ο εργοδότης αρνηθεί τον επιμερισμό, σύμφωνα με την εγκύκλιο, ο εργαζόμενος πρέπει να υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση προς τον ΕΦΚΑ. Ο φορέας ενημερώνει τον εργοδότη πως υποχρεούται να πληρώσει εισφορές. Αν ο εργοδότης διαφωνεί προσφεύγει στον ΕΦΚΑ. Το αρμόδιο όργανο θα κληθεί να επιλύσει τη διαφορά. Μέχρι τότε ο εργαζόμενος θα πληρώνει μόνο τη δική του εισφορά 9,22% αντί του 26,95% που όριζε η προηγούμενη εγκύκλιος.

Προκειμένου να διασφαλιστεί τόσο η εμπρόθεσμη καταβολή των εισφορών, όσο και η ενημέρωση των υπόχρεων καταβολής, ο ασφαλισμένος που αιτείται την υπαγωγή του στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, οφείλει να αναγράφει στο ΔΠΥ που εκδίδει στον αντισυμβαλλόμενό του ότι υπάγεται στην εν λόγω ρύθμιση. Αντίστοιχα και, μέχρι το τέλος εκάστου ημερολογιακού μήνα, ο εν λόγω αντισυμβαλλόμενος υποχρεούται να υποβάλει για τον ασφαλισμένο που υπάγεται στην ανωτέρω ρύθμιση ΑΠΔ, προβαίνοντας σε κατανομή της συμφωνηθείσας αμοιβής ανά μήνα, με βάση τη διάρκεια της σύμβασης. Με την υποβολή της ΑΠΔ αυτής, ενεργοποιείται αυτομάτως η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τα παραπάνω.

Στην περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος δεν υποβάλλει ΑΠΔ, προκειμένου ο παρέχων σε αυτόν υπηρεσίες ασφαλισμένος να υπαχθεί στην οικεία ρύθμιση, ο εν λόγω ασφαλισμένος οφείλει να υποβάλει στον ΕΦΚΑ υπεύθυνη δήλωση περί πλήρωσης των νόμιμων προϋποθέσεων, όπως αυτές περιγράφονται ως άνω, δηλώνοντας, ταυτόχρονα, το ΑΦΜ του/των αντισυμβαλλομένου/ων του και προσκομίζοντας τυχόν άλλα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν το περιεχόμενο της υπεύθυνης δήλωσής του. Στη συνέχεια, ενημερώνεται/ονται ο/οι αντισυμβαλλόμενος/οι αυτού περί της υποχρέωσης υποβολής ΑΠΔ και καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, για το χρονικό διάστημα από την υποβολή της δήλωσης και εντεύθεν. Εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος αμφισβητεί το περιεχόμενο της δήλωσης του ασφαλισμένου, υποβάλλει αντιρρήσεις ενώπιον των αρμοδίων οργάνων του ΕΦΚΑ, ενώ, μέχρι την επίλυση της σχετικής διαφοράς από τα όργανα αυτά, ο ασφαλισμένος υποχρεούται να καταβάλει τις εισφορές που αντιστοιχούν στο ποσοστό του εργαζόμενου, σύμφωνα με το άρθρο 38, ήτοι ποσοστό 6,67% για τον κλάδο κύριας σύνταξης και ποσοστό 2,55% για την υγειονομική περίθαλψη.

Τι μπορεί να χάσει ο εργαζόμενος που θα καταγγείλει τον εργοδότη του στον ΕΦΚΑ;

Η εγκύκλιος μεταφέρει το βάρος στις πλάτες του εργαζόμενου ο οποίος καταγγέλλοντας τον εργοδότη μπορεί να χάσει τη θέση εργασίας του.

Ήρθε ειδοποιητήριο να καταβάλω εισφορά ως ελεύθερος επαγγελματίας με βάση το εισόδημα του 2015

Είναι ένα από τα πολλά λάθη που έχουν διαπιστωθεί με την ανάρτηση των ειδοποιητηρίων. Ο ΕΦΚΑ δεν ξέρει ότι υπάγεστε στο άρθρο 39. Ωστόσο τα ειδοποιητήρια του ΕΦΚΑ που έχουν ήδη εκδοθεί για πολλούς εργαζόμενους με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών δεν αλλάζουν. Αργότερα θα γίνει συμψηφισμός.

Παραδείγματα

α. Μηχανικός παρέχει υπηρεσίες σε μία τεχνική εταιρεία και σε μία τράπεζα για διάστημα 10 μηνών. Γι' αυτές τις δύο δραστηριότητες εκδίδει δελτίο παροχής υπηρεσιών, 20.000 ευρώ και 10.000 ευρώ, αντιστοίχως. Από τη διάρκεια και τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών προκύπτει ότι αυτές δεν είναι ευκαιριακής μορφής, αλλά, αντιθέτως, απαιτούν διαρκή απασχόληση. Ως εκ τούτου, ο ως άνω ασφαλισμένος υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39. Συνεπώς, για κάθε μία από τις ως άνω δραστηριότητες υπολογίζονται εισφορές, ως εξής:
Για την πρώτη, το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής επιμερίζεται στους μήνες που διαρκεί η σύμβαση. Επομένως, σε κάθε μήνα αντιστοιχεί αμοιβή ύψους 2.000 ευρώ. Επ' αυτής υπολογίζονται εισφορές, ύψους 20%, για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου (τεχνικής εταιρείας). Για τη δεύτερη, το αντίστοιχο ποσό της μηνιαίας αμοιβής ανέρχεται σε 1.000 ευρώ, στο οποίο και θα υπολογιστούν εισφορές κατά όμοιο τρόπο. Είναι ευνόητο ότι, κατά τον ίδιο τρόπο, επιμερίζονται οι εισφορές για τον κλάδο περίθαλψης, επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής.

β. Γιατρός παρέχει υπηρεσίες σε ιδιωτική κλινική, με σύμβαση ετήσιας διάρκειας και αμοιβή, ύψους 80.000 ευρώ, για την οποία εκδίδει τρία ΔΠΥ. Η εν λόγω κλινική αποτελεί το μόνο αντισυμβαλλόμενο του συγκεκριμένου ασφαλισμένου-ιατρού. Επομένως, αυτός υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39. Ανεξαρτήτως του αριθμού των ΔΠΥ στις οποίες επιμερίζεται η συμφωνηθείσα αμοιβή, καταβάλλονται εισφορές με βάση το ανώτατο ετήσιο όριο των 70.320 ευρώ, με δεδομένο ότι η οικεία σύμβαση είναι ετήσιας διάρκειας. Αν η ως άνω σύμβαση ήταν διάρκειας 10 μηνών, τότε η συμφωνηθείσα αμοιβή θα αντιστοιχούσε σε 8.000 ευρώ/μήνα. Συνεπώς οι εισφορές θα υπολογίζονται επί της ανώτατης μηνιαίας βάσης υπολογισμού των 5.860,8 ευρώ. Στην τελευταία περίπτωση και με δεδομένο ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις της παρ. 9 του άρθρου 39, ο εν λόγω ασφαλισμένος θα καταβάλει κανονικά εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός) για τους υπόλοιπους δύο μήνες του έτους.

γ. Γιατρός παρέχει υπηρεσίες σε ιδιωτική κλινική, με σύμβαση διάρκειας 10 μηνών για την οποία εκδίδει ΔΠΥ αξίας 5.000 ευρώ. Με δεδομένο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 9 του άρθρου 39, το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής επιμερίζεται στους μήνες που διαρκεί η σύμβαση. Επομένως, σε κάθε μήνα αντιστοιχεί αμοιβή, ύψους 500 ευρώ. Επ' αυτής υπολογίζονται εισφορές αντιστοίχως κατανεμημένες σε βάρος του ασφαλισμένου και σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου κατά τα ως άνω αναφερθέντα. Επιπροσθέτως, για το ποσό που υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας βάσης υπολογισμού των αυτοαπασχολουμένων (586,08- 500=86,08 ευρώ), ο ασφαλισμένος καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός).

δ. Λογιστής εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρεία και παρέχει παράλληλα διαρκείς υπηρεσίες σε άλλη εταιρεία αμειβόμενος με ΔΠΥ. Ο εν λόγω ασφαλισμένος υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39. Επομένως, για τις αποδοχές του από τη μισθωτή εργασία υπολογίζονται εισφορές με βάση το άρθρο 38, για το δε εισόδημά του από τη διαρκή παροχή υπηρεσιών σε άλλη εταιρεία-αμειβόμενη με ΔΠΥ, καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 παρ. 9. ε. Ο ίδιος ως άνω ασφαλισμένος που εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρεία, λαμβάνει και επιπλέον αποδοχές από την ίδια εταιρεία με ΔΠΥ. Στην περίπτωση αυτή, για το σύνολο του εισοδήματος από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 38. Συνεπώς, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται εισφορές μισθωτού και, επομένως, η εταιρεία καταβάλει τις εισφορές εργοδότη που αντιστοιχούν στο σύνολο του εισοδήματος (αποδοχές από μισθωτή εργασία και εισόδημα από ΔΠΥ).