Αποφασισμένος να εφαρμόσει τις προτάσεις του ΟΟΣΑ για τη λειτουργία της αγοράς εμφανίστηκε ο υπουργός Ανάπτυξης Κωστής Χατζηδάκης, κληθείς στη Βουλή να απαντήσει για τις αλλαγές που προωθούνται στην πώληση του άρτου. «Ο καταναλωτής δεν θα αγοράζει ψωμί κατ' εκτίμηση αλλά θα αγοράζει ψωμί με το ζύγι» είπε.
Το θέμα έθεσε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Κουρουμπλής, με επίκαιρη ερώτηση του, επισημαίνοντας ότι η μελέτη του ΟΟΣΑ δημιουργεί ζητήματα για την επιβίωση των αρτοποιείων και για την εξίσωση του φρέσκου ψωμιού με το κατεψυγμένο.
«Αυτή η κυβέρνηση θέλει να προστατεύσει τον αδύναμο καταναλωτή και είναι ελάχιστη υποχρέωσή μας να γίνει αυτό μέσω τέτοιων παρεμβάσεων. Πρόκειται για κοινωνική πολιτική», είπε ο κ. Χατζηδάκης, τονίζοντας ότι το υφιστάμενο πλαίσιο για το κατεψυγμένο ψωμί δεν τροποποιείται αλλά πλέον ο καταναλωτής δεν θα αγοράζει ψωμί κατ' εκτίμηση αλλά θα αγοράζει ψωμί με το ζύγι και αυτή θα είναι βασική αλλαγή που θα γίνει στη βάση των προτάσεων του ΟΟΣΑ.
«Ο καθένας που διακινεί και πωλεί ψωμί, θα μπορεί να πουλάει με τη δική του εμπορική τακτική. Σε σχέση με το κατεψυγμένο ψωμί, θα ισχύσει η υφιστάμενη νομοθεσία», είπε ο υπουργός Ανάπτυξης σημειώνοντας ότι θα καταργηθούν αναχρονιστικές διατάξεις, όπως η διάταξη που υποχρεώνει τον αρτοποιό να έχει στην αποθήκη του συγκεκριμένους τόνους αλεύρι.
Είπε επίσης ότι «ενώ μέχρι σήμερα αγοράζαμε ψωμί κατ' εκτίμηση και ο καταναλωτής αγόραζε 400 γραμμάρια ψωμί και 100 γραμμάρια αέρα, πλέον θα αγοράζει το ψωμί με το ζύγι».
Η απάντηση του υπουργού Ανάπτυξης προκάλεσε την αντίδραση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ: «Σας ρώτησα εγώ για το ζύγι κύριε υπουργέ; Πρέπει να ντρέπεστε να απαντάτε με αυτόν τον τρόπο στην αξιωματική αντιπολίτευση», σχολίασε ο κ. Κουρουμπλής, καλώντας τον υπουργό να ξεκαθαρίσει πώς θα διασφαλιστεί η ποιότητα στο ψωμί που αποτελεί βασικό καταναλωτικό προϊόν.
Αμφισβήτησε επίσης την αναγκαιότητα να εκπονήσει τη μελέτη για τη λειτουργία της αγοράς ο ΟΟΣΑ με αμοιβή 900.000 αντί για κάποιον άλλο φορέα στην Ελλάδα. Ο κ. Χατζηδάκης αναφέρθηκε στην τεχνογνωσία του ΟΟΣΑ και επικαλέστηκε περιπτώσεις άλλων χωρών που συνεργάστηκαν με τον Οργανισμό αυτό για την εκπόνηση αντίστοιχων μελετών.