Στην επισήμανση ότι μόλις το 14% των ανέργων της χώρας λαμβάνουν οποιαδήποτε μορφής επίδομα προχώρησε χθες ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μ. Ματσαγγάνης μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσαν το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και το Ελληνοβρετανικό Επιμελητήριο.
Σύμφωνα με τον κ. Ματσαγγάνη από τους 1.350.000 καταγεγραμμένους ανέργους επίδομα λαμβάνουν μόλις οι 185.000 , δηλαδή το 14% του συνόλου. Η υστέρηση αυτή στην στόχευση των κοινωνικών μεταβιβάσεων δείχνει σύμφωνα με τον Καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου ότι η αναδιανομή εισοδήματος μέσω της φορολογίας αποτελεί αμφιλεγόμενη επιδίωξη και ότι το κατάλληλο εργαλείο δεν είναι η φορολογική πολιτική αλλά η πολιτική δαπανών μέσω π.χ. κοινωνικής πολιτικής.
Ο κ. Ματσαγγάνης επικαλέσθηκε έρευνες του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών σύμφωνα με τις οποίες αν και το 2009 το πλουσιότερο 20% του ελληνικού πληθυσμού ήταν πέντε φορές πιο πλούσιο από το φτωχότερο 20% του ελληνικού πληθυσμού, το 2013 το πλουσιότερο 20% του ελληνικού πληθυσμού έγινε επτά φορές πιο πλούσιο από το φτωχότερο 20% του ελληνικού πληθυσμού.
Ο ίδιος έχει κατά καιρούς αναφερθεί στην ανάγκη διεύρυνσης των κριτηρίων επιλεξιμότητας του επιδόματος μακροχρόνιας ανεργίας, αλλά και στην ανάγκη πιλοτικής εφαρμογή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, κάτι που θα ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου 2014.
Πάντως πρέπει να σημειωθεί πως ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και την Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) απορρίπτει την πολιτική του ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος ως μη αποτελεσματική με τα εξής επιχειρήματα: α) Ότι η μετάβαση στο νέο σύστημα θα πάρει χρόνο και εν τω μεταξύ (βραχυχρόνια) θα έχει κόστος, β) Ότι τέτοια προγράμματα προκαλούν διαρθρωτική ανεργία και ότι με την αδήλωτη εργασία στην Ελλάδα στο 25% η εφαρμογή εισοδηματικών κριτηρίων θα είναι δυσχερής και ατελέσφορη.