«Η κρίση έκανε καλό στο ελληνικό κρασί. Πλέον υπάρχει μια σαφής συμπάθεια για το ελληνικό προϊόν διεθνώς» τόνισε ο κ. Μπουτάρης
Στην... υγειά της ποιότητας του ελληνικού κρασιού που με αφορμή την οικονομική κρίση ...κέρδισε έδαφος, πίνουν οι Έλληνες οινοποιοί, ενώ ακόμα και το Brexit φαίνεται ότι ευνοεί τον κλάδο, ο οποίος αποτελεί ένα από τα πιο πετυχημένα "success stories" στην Ελλάδα, όπως ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο οινοποιός του Κτήματος Κυρ-Γιάννη, Στέλιος Μπουτάρης, με αμπελώνες και οινοποιεία σε Νάουσα και Αμύνταιο και πρόεδρος της Ένωσης Οινοπαραγωγών του Αμπελώνα της Βορείου Ελλάδος (ΕΝΟΑΒΕ) με τον διακριτικό τίτλο «Οίνοι Βορείου Ελλάδος».
«Η κρίση έκανε καλό στο ελληνικό κρασί. Πλέον υπάρχει μια σαφής συμπάθεια για το ελληνικό προϊόν διεθνώς» τόνισε ο κ. Μπουτάρης, επισημαίνοντας, ωστόσο, ότι, τελικά είναι η υψηλή ποιότητα των ελληνικών κρασιών, αυτή που μετατρέπει σε θετικό επιχειρηματικό deal την ευκαιρία ή προτεραιότητα που αρχικά μάς δίνεται από το εξωτερικό.
«Δοκιμάζουν για να μας βοηθήσουν, αλλά τους κερδίζουμε με το σπαθί μας, λόγω της υψηλής ποιότητας» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Βέβαια, όπως τόνισε ο κ. Μπουτάρης, σημαντικό ρόλο στην ευόδωση των συνεργασιών εν μέσω και της οικονομικής κρίσης, διαδραμάτισε το γεγονός ότι οι Έλληνες οινοποιοί κινήθηκαν έγκαιρα και με ωριμότητα.
Είπε: «Προχωρήσαμε άμεσα στον ορθολογισμό των τιμών μας, διατηρώντας το υψηλό επίπεδο της ποιότητας και φροντίζοντας με απόλυτη συνέπεια τις επιχειρηματικές μας κινήσεις και συνεργασίες».
Σπέρνεις στο Ηνωμένο Βασίλειο ...θερίζεις σε ΗΠΑ και Γερμανία
Μόλις ένα «κλικ» μακριά από το να απλώσει το άρωμά του ακόμα και στα πέρατα του κόσμου βρίσκεται το ελληνικό κρασί και το 2020 αποτελεί χρονιά ορόσημο για τον κλάδο, που αναμένεται να βρεθεί σ΄ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, επισήμανε.
Χρησιμοποιώντας τη φράση «if you make it there, you make it everywhere» (αν τα καταφέρεις εκεί, θα τα καταφέρεις παντού), ο κ. Μπουτάρης αφού υπογράμμισε το ...άβατο του Ηνωμένου Βασιλείου, εξήγησε πως «όταν κάποιος το σπάσει, γίνεται το ...κλικ και το brand κι ευθύς αμέσως αποκτά παγκόσμια διάσταση».
«Το να πετύχει ένας οινοποιός την εξαγωγή του προϊόντος του σε 30 χώρες είναι σχετικά εύκολο, αλλά με το ...κλικ, θα φτάσει τις 70 χωρίς να το προγραμματίσει, να τρέξει, να αγχωθεί» σημείωσε και πρόσθεσε: «Ενώ μπορεί σήμερα να μοιάζει ανύπαρκτη η παρουσία των ελληνικών κρασιών στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου, ωστόσο την τελευταία τριετία έχουν γίνει πολλά θετικά βήματα και πιστεύω ότι το 2020 η τύχη μας θα αλλάξει εντελώς προς το καλύτερο στην αγορά αυτή».
Και ενώ κάποιος θα έλεγε ότι οι αγορές-στοίχημα για τον επιχειρηματία είναι αυτές οι πολυπληθείς και μεγάλες, όπως, μεταξύ άλλων, οι ΗΠΑ, η Κίνα η και Ρωσία, ο κ. Μπουτάρης, χωρίς να μειώνει τη σπουδαιότητα και αξία τους, ανέφερε χαρακτηριστικά: «σπέρνεις στο Ηνωμένο Βασίλειο και θερίζεις σε ΗΠΑ και Γερμανία. Φτάνεις μέχρι και τις Μπαχάμες».
Όσο για το γιατί ο ίδιος χαρακτηρίζει χρονιά ορόσημο για τον κλάδο του οίνου το 2020, σχολίασε: «σε λιγότερο από μία πενταετία, οι Έλληνες οινοποιοί θα βρεθούν σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Από τη μία πλευρά έχουμε την απαγόρευση νέων φυτεύσεων, βάσει των επιταγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από την άλλη πλευρά οι πωλήσεις μας στο εξωτερικό αναμένω ότι θα παρουσιάσουν σημαντική άνοδο, όταν και εντός συνόρων οι πωλήσεις μας κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος».
Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι θα πρέπει η Ελλάδα να «παλέψει για να κερδίσει μια εξαίρεση στην απαγόρευση της ΕΕ για τις νέες φυτεύσεις, έστω και για ορισμένες περιοχές, έστω και για λίγα χρόνια».
«Στη Βόρεια Ελλάδα», πρόσθεσε, «τα διπλάσια στρέμματα να είχαμε για καλλιέργεια, θα τα αξιοποιούσαμε πλήρως, προσφέροντας και θέσεις εργασίας, αλλά και ενδυναμώνοντας τον κλάδο μας που είναι πολλά υποσχόμενος και δυναμικός».
Μεγάλη ιστορία μεν, μικρή παράδοση δε... Απαιτούνται προσοχή & καλό μαρκετινγκ
«Αυτό που λέω πάντα είναι ότι το ελληνικό κρασί έχει μια μεγάλη ιστορία και μια μικρή παράδοση. Το ελληνικό κρασί ξεκινά τη δεκαετία του ΄90, οπότε και πολλοί οινολόγοι επέστρεψαν και με τη βοήθεια των ευρωπαϊκών προγραμμάτων έγιναν πολλά μικρά οινοποιεία που οδήγησαν στην αναγέννηση και αναβάθμιση του κλάδου» επισήμανε ο κ. Μπουτάρης, προσθέτοντας: «η ελληνική παραγωγή είναι μόλις το 1% της παγκόσμιας, άρα σκεφτείτε το πεδίο που έχει να δράσει, με δεδομένο μάλιστα ότι το όνομα των Ελλήνων οινοποιών είναι πραγματικά πολύ μεγαλύτερο».
Στο πλαίσιο αυτό και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τον εξαγωγικό προσανατολισμό, το ελληνικό κρασί θα πρέπει να εστιάσει στο «κομμάτι της διάθεσης, της διανομής και του μάρκετινγκ. Πρέπει να δημιουργήσουμε το περιτύλιγμα για να μπορέσουμε να κάνουμε την υπέρβαση».
Άλλωστε, όπως ανέφερε: «ας μην ξεχνάμε ότι η εικόνα μας στο εξωτερικό ήταν η ρετσίνα. Αυτό έχει αλλάξει πάρα πολύ με όλη την προσπάθεια που έχει γίνει από την Εθνική Διεπαγγελματική Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ) και με τα προγράμματα που έχει τρέξει κυρίως σε τέσσερις αγορές: Αμερική, Καναδά, Αυστραλία και Κίνα. Βλέπουμε ότι υπάρχει μια μεταστροφή στο ελληνικό κρασί, μιλάμε για τις τοποποικιλίες, αρχίζουμε και συγκρινόμαστε με την Αυστρία, συγκρινόμαστε στο premium κομμάτι της αγοράς. Βλέπουμε σαφώς μια αλλαγή στο πώς βλέπει το ελληνικό κρασί ο ξένος καταναλωτής. Η δημοσιότητα που παίρνουμε είναι πολλαπλάσια των πωλήσεων που λαμβάνουμε, αλλά ακόμα και αυτό, με την άνοδο κατανάλωσης κυρίως στις Βόρειες χώρες μπορεί να ισοσκελιστεί».
Σε ό,τι αφορά τις τιμές πώλησης των ελληνικών κρασιών, ο κ. Μπουτάρης επισήμανε ότι η «κρίση οδήγησε την αγορά στα δύο άκρα, με τη μεσαία τάξη να βάλλεται και πλέον να είναι αναγκαία η ενδυνάμωσή της» και πρόσθεσε: «μπορεί το ακριβό να μην είναι πάντα καλό, αλλά πάλι για να είναι ακριβό πρέπει να είναι καλό, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί και απαράβατο νόμο».
Σημείωσε: «είμαι πάντα της άποψης και το έχω ξαναπεί, ότι τα ελληνικά κρασιά τα φθηνά είναι ακριβά και τα ακριβά φθηνά. Δηλαδή κρασιά των τεσσάρων/πέντε ευρώ θα έπρεπε να είναι δύο ευρώ, ώστε να υπάρχει και μια μεγαλύτερη κινητικότητα στον καταναλωτή, και κρασιά που κάνουν 20 και 30 ευρώ, θα μπορούσαν να κάνουν 50 και 60 ευρώ».
Εξέφρασε, λοιπόν, την πεποίθηση ότι «πρέπει να ανοίξει η ψαλίδα, να μπουν πιο πολλά ακριβά ελληνικά κρασιά, τα οποία φυσικά πρέπει να είναι καλά, αλλά να έχουν και το περιτύλιγμα του marketing για να μπορούν να σταθούν εκεί ψηλά».
«Γιατί δεν υπάρχει ελληνικό κρασί των 100 ευρώ, ενώ κάποιος θα έδινε το συγκεκριμένο ποσό για ένα γαλλικό χωρίς να το σκεφτεί;» αναρωτήθηκε και σχολίασε: «πρέπει να πιστέψουμε περισσότερο στον εαυτό μας, να αλλάξουμε νοοτροπία και να μην φοβόμαστε να είμαστε επαγγελματίες αγρότες».
«Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης έκανε ζημιά»
Ο κ. Μπουτάρης χαρακτήρισε επιζήμιο τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο κρασί και εξήγησε: «είναι ένας φόρος άδικος και αντιαναπτυξιακός που μας έπιασε εξαπίνης. Σήμερα είναι 20 λεπτά, μπορεί αύριο να γίνει 40 λεπτά. Βάζουμε φόρο σε ένα αγροτικό προϊόν. Αυτό είναι απαράδεκτο».
Η επιβολή του συγκεκριμένου φόρου «δημιουργεί λαθρεμπορία», γεγονός που προκύπτει και από σχετικές έρευνες, ενώ την ίδια στιγμή «και τα έσοδα από τον ΦΠΑ είναι πεσμένα, αφού στις περισσότερες περιοχές το περισσότερο χύμα που διακινείται, είναι χωρίς παραστατικά» υπογράμμισε.
Αυτό που ζητούν οι Έλληνες οινοποιοί, σύμφωνα με τον κ. Μπουτάρη, είναι «τουλάχιστον ένα μέρος του φόρου να γυρίσει πίσω στον κλάδο και να δημιουργήσουμε τους μηχανισμούς εκείνους, ώστε να αυτοπροστατευτούμε».
Αναφορικά δε με τα διαφυγόντα κέρδη από τη διακίνηση ελληνικού κρασιού χωρίς παραστατικά, ο κ. Μπουτάρης επισήμανε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι ως πρόεδρος της ΕΝΟΑΒΕ εντός του 2016 πρόκειται να αναθέσει σε ιδιωτική αρμόδια εταιρεία να τα μετρήσει και έτσι την άνοιξη του 2017 η Ελλάδα να μπορεί πλέον να μιλάει και με στοιχεία, τα οποία σήμερα δεν υπάρχουν.
Το Κτήμα Κυρ - Γιάννη, οι εγκαταστάσεις στο Αμύνταιο και τα ...σχέδια
Οι αμπελώνες του Κτήματος Κυρ-Γιάννη, που πέρασαν στα χέρια της οικογένειας Μπουτάρη το 1968, βρίσκονται στις δύο πλευρές του όρους Βερμίου, στη βορειοδυτική Ελλάδα. Στα ανατολικά του βουνού απλώνεται ο αμπελώνας της Νάουσας, σε έκταση 550 στρεμμάτων και υψόμετρο 250-350 μέτρων, εντός της ομώνυμης ζώνης ΠΟΠ.
Στο έδαφος με την αργιλώδη και αμμοαργιλώδη σύσταση καλλιεργούνται διάφορες ελληνικές και διεθνείς ποικιλίες, αλλά έμφαση δίνεται στο ντόπιο ξινόμαυρο. Το εκτεταμένο πρόγραμμα αναμπέλωσης που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια στον αμπελώνα έχει ως στόχο την παραγωγή σταφυλιών άριστης ποιότητας, μέσα από την επιλογή των σωστών κλώνων του ξινόμαυρου για τον συγκεκριμένο τύπο εδάφους, την εφαρμογή των κατάλληλων συστημάτων διαμόρφωσης και σύγχρονων τεχνικών διευθέτησης του φυλλώματος.
Αυτή τη στιγμή, όπως άλλωστε διαπίστωσε το ΑΠΕ-ΜΠΕ κατά την ξενάγησή του στον αμπελώνα, γίνονται έργα που θα καταστήσουν πλήρως επισκέψιμο τον αμπελώνα, έργα τα οποία θα ολοκληρωθούν στο πρώτο εξάμηνο του 2017 και αφορούν τη δημιουργία κάβας, 1.000 βαρελιών, κέντρο υποδοχής που θα παραπέμπει σε ένα μικρό χωριό, εστιατόριο, winebar και χώρο γευσιγνωσίας.
Στη Νάουσα καλλιεργούνται οι ποικιλλίες των Ξινόμαυρο, Merlot, Syrah, Cabernet Sauvignon και σε πειραματικό στάδιο βρίσκονται οι Petit Verdot, Malbec και Μαυροδάφνη, ενώ όπως επισήμανε ο κ. Μπουτάρης η ετήσια παραγωγή φθάνει στις 1 εκατ. φιάλες, με τον ετήσιο τζίρο στα 5,600 εκατ. ευρώ και ποσοστό 20% να αφορά σε εξαγωγές. Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι το 2025 στόχος είναι να είναι απο 50% η προέλευση του τζίρου απο το εσωτερικό και το εξωτερικό, ενώ αναφορικά με την εξαγωγική δραστηριότητα, ανέφερε ότι σήμερα έχουν παρουσία σε 30 χώρες και το 2020 θα βρίσκονται σε 50.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση τόνισε : «εμείς έχουμε χωρίσει τις αγορές σε πιο καταξιωμένες, όπως η Γερμανία, όπου εκεί έχουμε μια διαφορετική στρατηγική, από ό,τι στην Αμερική ή τον Καναδά, που είναι αναπτυσσόμενες χώρες. Και μετά έχουμε στόχο την Αγγλία, το Βέλγιο, τις βόρειες χώρες. Μετά πάμε στην Άπω Ανατολή, Ιαπωνία, Κορέα και Κίνα κι ελπίζουμε να αποκτήσουμε και μια μικρή διανομή σε άλλες τέσσερις χώρες, που είναι η Μαλαισία, το Βιετνάμ, η Ταϊβάν και η Ταϊλάνδη».
Στο Αμύνταιο -επίσης μία από τις ζώνης ΠΟΠ της Βόρειας Ελλάδας- ο αμπελώνας έχει συνολική έκταση 170 στρεμμάτων, ενώ η παραγωγή συμπληρώνεται μέσω συμβάσεων με περισσότερους από 40 επιλεγμένους παραγωγούς για συνολική έκταση 400 επιπλέον στρεμμάτων. Το σχεδόν ηπειρωτικό κλίμα της περιοχής γίνεται ηπιότερο χάρη στην παρουσία τεσσάρων λιμνών, οι οποίες δημιουργούν ένα μοναδικό μεσόκλιμα. Στα φτωχά, αμμώδη εδάφη του αμπελώνα και σε υψόμετρο 750 μέτρων, καλλιεργούνται πολλές ελληνικές και διεθνείς ποικιλίες, αλλά έμφαση δίνεται και εδώ στις γηγενείς Ξινόμαυρο και Ροδίτη. Στο Αμύνταιο καλλιεργούνται οι ποικιλλίες των Chardonnay, Sauvignon Blanc, Μαλαγουζιά, Gewurztraminer, Ξινόμαυρο (Ροδίτη από τους συμβεβλημένους παραγωγούς).
Όπως επισήμανε ο κ. Μπουτάρης, τέλος του 2017 θα έχουν ολοκληρωθεί τα έργα επέκτασης του οινοποιοίου στο Αμύνταιο, για τον διπλασιασμό του και αρχές του 2018 θα είναι πλήρως επισκέψιμο.
Η ώρα του τρύγου έφτασε
Θέρος, τρύγος και πόλεμος, έλεγαν τα παλιά χρόνια οι αμπελουργοί, προκειμένου να εκφράσουν την εργώδη προσπάθεια ολόκληρης της αγροτικής οικογένειας. Πράγματι, αυτές τις μέρες (ανάλογα με την περιοχή και το υψόμετρο από 10 Σεπτεμβρίου έως 15 Οκτωβρίου) δεν υπήρχε χρόνος για ανάπαυση, ενώ επισημαίνεται ότι η πρώτη δοκιμή, συνήθως γίνεται την ημέρα του Αγίου Δημήτριου, στις 26/10.
Σε μια χώρα με μεγάλη αμπελοοινική παράδοση, όπως η Ελλάδα, είναι φυσικό να υπάρχουν και πολλά έθιμα γύρω από τον τρύγο και ενδεικτικά αναφέρεται η συνήθεια να αφήνουν ατρύγητη μια μικρή άκρη του αμπελιού, ως προσφορά και ευχαριστία στις θεότητες της γης. Το ίδιο γίνεται και στον θερισμό.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του φετινού τρύγου είναι καλή ποιότητα, παρά την πρωϊμότητα, και καλύτερες τιμές παραγωγού, ενώ η συνολική παραγωγή της χώρας αναμένεται αυξημένη συγκριτικά με πέρυσι, οπότε είχαμε την χαμηλότερη παραγωγή των τελευταίων ετών για τον ελληνικό αμπελώνα και η παραγωγή κρασιού ανήλθε μόλις στα 2,5 εκατ. εκατόλιτρα.