Σε ετήσια βάση το παραεμπόριο προκαλεί απώλεια φορολογικών εσόδων 6 έως 8 δισ. ευρώ
Την πρόταση για σύσταση ειδικού σώματος πάταξης παραεμπορίου επανέφερε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος, τονίζοντας την ανάγκη για άμεση πάταξη του φαινομένου, το οποίο έχει λάβει διαστάσεις μάστιγας για την αγορά, καθώς σε ετήσια βάση το παραεμπόριο προκαλεί απώλεια φορολογικών εσόδων 6 έως 8 δισ. ευρώ, ενώ ο διαφεύγων τζίρος από την αγορά φτάνει τα 25 δισ. ευρώ.
Αναλυτικότερα, ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ, μιλώντας σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο ΕΒΕΑ από την εταιρεία Drakopoulos Law Firm που εκπροσωπεί τον ολλανδικό συνεταιρισμό δικαιούχων σημάτων REACT με περισσότερα από 200 μέλη παγκοσμίως και περίπου 120 πολυεθνικές εταιρείες για την προστασία των εμπορικών τους σημάτων στην Ελλάδα, ανέφερε:
«Σας καλωσορίζω στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, όπου έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εκδήλωση.
Γνωρίζετε ότι το παρεμπόριο, στο πλαίσιο του οποίου εντάσσεται και η διακίνηση απομιμητικών προϊόντων, απασχολεί συστηματικά την Επιμελητηριακή Κοινότητα.
Είναι ένα πρόβλημα πολυδιάστατο, το οποίο πλήττει σοβαρά την ελληνική οικονομία, τις νόμιμες επιχειρήσεις, την απασχόληση και το συμφέρον των καταναλωτών.
Σαφώς η Ελλάδα δεν έχει την αποκλειστικότητα του προβλήματος. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ τα πλαστά και πειρατικά προϊόντα έχουν φθάσει να αποτελούν το 2,5% του παγκόσμιου εμπορίου, ποσοστό που μεταφράζεται σε 461 δισ. δολάρια.
Για τη χώρα μας, όμως…
- για μια οικονομία που βρίσκεται σε ύφεση εδώ και εννέα σχεδόν χρόνια
- για μια αγορά που ασφυκτιά από την κατάρρευση της ζήτησης και την έλλειψη ρευστότητας οι συνέπειες του παρεμπορίου λαμβάνουν τραγικές διαστάσεις.
Στην Ελλάδα το παρεμπόριο προκαλεί απώλεια φορολογικών εσόδων 6 ως και 8 δισ. ευρώ από το κράτος, ενώ ο διαφεύγων τζίρος από την αγορά φθάνει τα 25 δισ. ευρώ ετησίως.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της ζημιάς, αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι το σύνολο των φορολογικών μέτρων που ψηφίστηκαν πρόσφατα από τη Βουλή, ανέρχεται σε 1,8 δισ. ευρώ.
Μεταξύ των μέτρων αυτών, μάλιστα, είναι και η έκτη κατά σειρά αύξηση του ΦΠΑ μέσα σε έξι χρόνια. Μια αύξηση η οποία θα επιβαρύνει τα νοικοκυριά με 450 εκατ. ευρώ επιπλέον και θα φέρει ένα ακόμη πλήγμα σε μια αγορά που φυτοζωεί, εξαιτίας της ύφεσης.
Το παρεμπόριο ανταγωνίζεται αθέμιτα τις νόμιμες επιχειρήσεις, σε μια περίοδο όπου τα λουκέτα στην αγορά αποτελούν καθημερινό φαινόμενο.
Με βάση τα στοιχεία του ΓΕΜΗ, μόνο το πρώτο πεντάμηνο του 2016 έχουν κατεβάσει συνολικά 15.409 επιχειρήσεις όλων των νομικών μορφών και έχουν χαθεί πολλαπλάσιες θέσεις εργασίας.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, κάθε περαιτέρω καθυστέρηση ή αστοχία στην πάταξη του παρεμπορίου ισοδυναμεί με εγκληματική αμέλεια.
Αποτελεί πρόκληση για τους πολίτες και για τις επιχειρήσεις.
Χρειάζονται εδώ και τώρα αποτελεσματικές δράσεις, προκειμένου να υπάρξει όφελος στα δημόσια έσοδα και να ενισχυθεί η ρευστότητα στην αγορά.
Τόσο το ΕΒΕΑ όσο και η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος έχουν καταθέσει επανειλημμένα τις προτάσεις τους. Από το 2008 έχουμε επεξεργαστεί και παρουσιάσει στους κατά καιρούς αρμόδιους υπουργούς ένα συγκεκριμένο πλέγμα μέτρων, για την αντιμετώπιση του παρεμπορίου.
Ωστόσο, παρά τις θετικές προθέσεις και τις εξαγγελίες, δεν έχουμε δει ως τώρα καμία δραστική αλλαγή, σε σχέση με τα μέτρα και τις πολιτικές που έχουν δοκιμαστεί – με αποδεδειγμένη αποτυχία - ως τώρα.
Είναι γνωστό ότι η ρίζα της αναποτελεσματικότητας στην πάταξη του παρεμπορίου βρίσκεται στην έλλειψη κεντρικού συντονισμού. Η διασπορά των αρμοδιοτήτων και οι επικαλύψεις μεταξύ υπουργείων και δεκάδων υπηρεσιών και φορέων του δημοσίου τομέα δημιουργούν ανυπέρβλητα εμπόδια στο ελεγκτικό και κατασταλτικό έργο της Πολιτείας.
Όμως, η λύση δεν είναι η δημιουργία απλώς ενός συντονιστικού οργάνου των διάσπαρτων υπηρεσιών. Το είδαμε με τη σύσταση του Συντονιστικού Κέντρου Αντιμετώπισης Παρεμπορίου στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου. Η υπηρεσία αυτή, λειτουργώντας με πενιχρά μέσα και ανθρώπινους πόρους, περιορίστηκε σε έναν υποτυπώδη έλεγχο των διαφόρων μηχανισμών καταστολής, κυρίως στην εσωτερική αγορά, χωρίς να ελέγχονται επαρκώς οι πύλες εισόδου της χώρας.
Η δική μας πάγια πρόταση, την οποία έχουμε καταθέσει και στη σημερινή ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, αφορά τη δημιουργία ενός νέου οργάνου, που θα έχει εξ ολοκλήρου την αρμοδιότητα του συγκεκριμένου έργου.
Πρέπει να συσταθεί ένας κεντρικός, ενιαίος φορέας, αποκλειστικά υπεύθυνος για το αντικείμενο της δίωξης του παρεμπορίου, με πανελλαδική διάρθρωση. Το όργανο αυτό, που θα έχει την ονομασία Σώμα Ελέγχου και Δίωξης Παρεμπορίου, θα υπάγεται στο υπουργείο Οικονομίας και θα τελεί υπό την εποπτεία αρμόδιου Ειδικού Γραμματέα.
Η πρόταση προφανώς δεν αφορά τη δημιουργία νέας υπηρεσίας. Αφορά την ενοποίηση όλων των σχετικών αρμοδιοτήτων σε ένα Σώμα, στο οποίο θα μεταφερθούν όλοι οι υπάλληλοι των διαφόρων φορέων που ασχολούνται σήμερα με το αντικείμενο. Δεν θα απαιτηθεί, με άλλα λόγια, η διενέργεια νέων προσλήψεων. Επίσης, κρίνεται αναγκαία η τοποθέτηση Εισαγγελικής Αρχής στην εν λόγω υπηρεσία, με αρμοδιότητα τη δίωξη των σχετικών παραβάσεων.
Στην πρότασή μας περιλαμβάνονται συγκεκριμένες και λεπτομερείς κατευθύνσεις ως προς τη σύσταση και την οργανωτική δομή του ΣΕΔΙΠ.
Είναι προς το συμφέρον της ελληνικής οικονομίας, των επιχειρήσεων και των πολιτών να υπάρξει – έστω και τώρα – η κατάλληλη ανταπόκριση, όχι μόνο σε επίπεδο προθέσεων και εξαγγελιών, αλλά και δράσεων.
Η αποτελεσματική ενεργοποίηση για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος που στερεί πολύτιμους πόρους από το κράτος, την αγορά και την κοινωνία, δεν αποτελεί πλέον αίτημα αλλά ανάγκη και απαίτηση.
Ελπίζω ότι το μήνυμα αυτό θα δοθεί και μέσα από τη σημερινή εκδήλωση. Συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση επιχειρήσεων και καταναλωτών, αλλά και χτυπώντας ένα ακόμη «καμπανάκι» προς την πλευρά της Πολιτείας».