"Τα πιο αξιοσημείωτα παραδείγματα τραπεζών, που επιτρέπεται να συνυπολογίσουν τα σχέδια αναδιάρθρωσης, είναι στην Ελλάδα, όπου οι συνολικές κεφαλαιακές ελλείψεις υποχωρούν από τα 2,7 δισ. ευρώ, σε μόλις 343 εκατ. ευρώ. Η Ελλάδα έχει ένα μαξιλάρι 11 δισ. ευρώ για να στηρίξει τις τράπεζες, που τώρα φαίνεται απίθανο να χρησιμοποιηθεί πλήρως για αυτόν το σκοπό. Μια αναμενόμενη αλλαγή στον φορολογικό νόμο, θα βελτιώσει τα ποσά κεφαλαίων των τραπεζών, αν και αυτό θα περιορίσει την μελλοντική φορολογική βάση του ελληνικού κράτους".
Αυτό είναι το συμπέρασμα του οίκου Fitch, στην έκθεσή του για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα. Οι αναλυτές του οίκου εμφανίζονται αισιόδοξοι, σε ό,τι αφορά τις προοπτικές των τεσσάρων συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας μας.
Για το σύνολο της Ευρώπης, εκτιμούν ότι τα αποτελέσματα των stress tests συρρίκνωσαν το δημοσιονομικό ρίσκο, με το οποίο απειλούσαν οι ευρωπαϊκές τράπεζες τα κράτη μέλη.
"Το αδύναμο ΑΕΠ και τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα αποτελούν το μεγαλύτερο ρίσκο για τα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών. Ωστόσο, πώς θα μπορέσουν οι τράπεζες να συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη χωρίς να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια, που διαθέτουν ;", διατυπώνουν εύστοχα το ερώτημα.
Προσθέτουν ακόμα ότι, εάν υλοποιούνταν το δυσμενές σενάριο της βαθιάς ύφεσης το 2015, το μεγαλύτερο ρίσκο για τις κρατικές αξιολογήσεις θα ερχόταν μέσω των δυναμικών του δημόσιου χρέους. Χαμηλότερα φορολογικά έσοδα και υψηλότερες κοινωνικές μεταβιβάσεις θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερα κρατικά ελλείμματα και χρέος, αλλά οι τράπεζες θα ήταν σε θέση να διατηρήσουν τον βασικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 5,5%.
Τονίζουν, πάντως, ότι η πιθανότητα και νέας κρατικής υποστήριξης για τις τράπεζες δεν μπορεί να προεξοφληθεί εντελώς, όπως έδειξαν οι περιπτώσεις της πορτογαλικής Banco Espirito Santo και της αυστριακής Hypo Alpe Adria.