Ζημιές 186 εκατ. ευρώ κατέγραψε στο δεύτερο τρίμηνο του 2014 η Eurobank, έναντι ζημιών 189 εκατ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2014. Τα κέρδη προ προβλέψεων ενισχύθηκαν κατά 14,4% στα 222 εκατ. ευρώ.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 2,2% σε τριμηνιαία βάση και ανήλθαν σε 375 εκατ. ευρώ στο δεύτερο τρίμηνο 2014, έναντι 367 εκατ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2014, κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης αποκλιμάκωσης του κόστους καταθέσεων στην Ελλάδα και της μείωσης του κόστους χρηματοδότησης από το ευρωσύστημα.
Οι συνολικές λειτουργικές δαπάνες παρέμειναν περίπου στα επίπεδα του πρώτου τριμήνου 2014 (268 εκατ. ευρώ), ενώ σε ετήσια συγκρίσιμη βάση υποχώρησαν κατά 10,7%.
Οι προβλέψεις πιστωτικών κινδύνων διαμορφώθηκαν σε 455 εκατ. ευρώ το δεύτερο τρίμηνο 2014, από 479 εκατ. ευρώ στο προηγούμενο τρίμηνο, ενισχύοντας τις συσσωρευμένες προβλέψεις του ισολογισμού σε 8,4 δισ. ευρώ.
Τα νέα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών σημείωσαν σημαντική υποχώρηση κατά 50,1% στην Ελλάδα σε 299 εκατ. ευρώ.
Οι χορηγήσεις προς πελάτες (προ προβλέψεων) διαμορφώθηκαν σε 51,8 δισ. ευρώ. Οι καταθέσεις πελατών αυξήθηκαν κατά 1,4 δισ. ευρώ και διαμορφώθηκαν σε 41,9 δισ. ευρώ, από 40,5 δισ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο 2014.
Κατά το δεύτερο τρίμηνο 2014 η Eurobank συνέχισε την υλοποίηση του προγράμματος αναδιάρθρωσης το οποίο έχει εγκριθεί από τις αρμόδιες ελληνικές και ευρωπαϊκές αρχές και τα κεφάλαια κοινών μετοχών της κατηγορίας Ι (CET1 - Basel III) ανήλθαν σε 6,5 δισ. ευρώ ή 17,8% επί του σταθμισμένου ενεργητικού στο τέλος του δεύτερου τριμήνου 2014.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα ο Διευθύνων Σύμβουλος Χρήστος Μεγάλου της Eurobank δήλωσε: «Η ποιοτική βελτίωση στα αποτελέσματα της Eurobank για το δεύτερο τρίμηνο του 2014 επιβεβαιώνει ότι ο στρατηγικός σχεδιασμός για την αναμόρφωση του επιχειρηματικού μοντέλου της Τράπεζας εφαρμόζεται αποτελεσματικά και ήδη αποδίδει καρπούς.
Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις μειώθηκε περαιτέρω στο 103% και ο σχηματισμός νέων δανείων σε καθυστέρηση συρρικνώθηκε κατά 50% στην Ελλάδα το δεύτερο τρίμηνο. Τα κέρδη προ προβλέψεων αυξήθηκαν σημαντικά, τα έσοδα από προμήθειες και τόκους ανέκαμψαν και οι δαπάνες ήταν μειωμένες πάνω από 10% σε ετήσια βάση.
Οι βελτιούμενες προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, διαμόρφωσαν τις κατάλληλες συνθήκες για μια σειρά πρωτοβουλιών, όπως η επιστροφή μας στις διεθνείς αγορές ομολόγων για την άντληση μεσοπρόθεσμης ρευστότητας και η πώληση μεριδίου μας στην Eurobank Properties.
Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας CET1 διαμορφώθηκε στο 17,8% και είναι ο υψηλότερος στην Ελλάδα. Τα παραπάνω δεδομένα σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη οικονομική ανάκαμψη μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε για το άμεσο μέλλον».