Τι δείχνει έρευνα του ΙΕΛΚΑ για τις προκλήσεις και τους φόβους των επιχειρήσεων
Οριακή αύξηση στις πωλήσεις του κλάδου λιανεμπορίου τροφίμων και βελτίωση του οικονομικού κλίματος της χώρας αναμένουν για το επόμενο εξάμηνο τα στελέχη του κλάδου, σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών.
Η κυλιόμενη εξαμηνιαία έρευνα του ΙΕΛΚΑ καταγράφει τις απόψεις των στελεχών επιχειρήσεων του κλάδου για τα κύρια κλαδικά θέματα και προκλήσεις. Η έρευνα διεξήχθη τον 15 Ιανουαρίου έως 26 Ιανουαρίου 2019 με τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου και δείγμα 156 ανώτερα και ανώτατα Στελέχη Επιχειρήσεων (Λιανεμπόριο-Αλυσίδες σουπερμάρκετ και Προμηθευτές FMCG) από τη Γενική Διεύθυνση και τα τμήματα Marketing, Πωλήσεων. Αγορών, Οικονομικών, Πληροφορική κλπ.
Αναλυτικότερα, σε σχέση με τις προσδοκίες για τις πωλήσεις του κλάδου το επόμενο εξάμηνο, εκτιμάται ότι θα κινηθούν αυξητικά σε ποσοστά 33%, έναντι 21% που εκτιμούν ότι θα μειωθεί. Σημειώνεται ότι η αύξηση είναι η μεγαλύτερη η οποία έχει καταγραφεί την τελευταία τριετία.
Μεσοσταθμικά τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα εκτιμούν ότι θα καταγραφεί αύξηση της τάξης του 0,5% στις πωλήσεις το εξάμηνο Ιανουάριος 2019-Ιούνιος 2019 σε σχέση με το ίδιο εξάμηνο του 2018. Βέβαια οι πωλήσεις στο λιανεμπόριο τροφίμων σχετίζονται άμεσα με την ψυχολογία των καταναλωτών και την ευρύτερη οικονομική και κοινωνική κατάσταση και ενδεχομένως πολιτικές εξελίξεις να επιδράσουν σε αυτή την πρόβλεψη.
Η θετική τάση που καταγράφηκε στην αποτίμηση της εξέλιξης της οικονομικής κατάστασης της χώρας το 2018 παρουσιάζει βελτίωση σε αυτή τη μέτρηση. Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία σε ποσοστό 52% θεωρεί ότι η οικονομική κατάσταση παρέμεινε αμετάβλητη, το 24% ότι χειροτέρεψε και το 24% ότι βελτιώθηκε. Συγκριτικά με τις μετρήσεις του 2017 η οικονομική κατάσταση πρόκειται για σαφώς καλύτερο αποτέλεσμα, αλλά δεν καταγράφεται αυτή τη στιγμή δυναμική για περεταίρω βελτίωση. Παρόλα αυτά είναι σημαντικό ότι το οικονομικό κλίμα παρουσιάζει νέα βελτίωση, η οποία οφείλεται στην βελτίωση των οικονομικών συνθηκών της αγοράς, όσο και στις θετικές προσδοκίες των στελεχών για τις πωλήσεις και τις τιμές. Αυτό το αποτέλεσμα αποδίδεται στις προσδοκίες για την κεφαλαιοποίηση σε πωλήσεις και κερδοφορία από τις πρόσφατες εξαγορές και συγχωνεύσεις.
Παρά την συγκρατημένη αισιοδοξία που καταγράφεται, τα προβλήματα των επιχειρήσεων λιανεμπορίου συνεχίζουν να υπάρχουν με τα κυριότερα να είναι η αβεβαιότητα περιβάλλοντος (59%), ο υψηλός ΦΠΑ (45%), η μείωση πωλήσεων (38%), η χαμηλή κερδοφορία (34%), η γραφειοκρατία και πολυνομία του δημοσίου (28%), οι αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες (26%), τα κόστη λειτουργίας (26%), οι συγχωνεύσεις και εξαγορές (21%), η δυσκολία/κόστος τραπεζικού δανεισμού (20%) και η εύρεση και ανάπτυξη προσωπικού/στελεχών (18%).
Τα εξωγενή προβλήματα εξακολουθούν να πρωταγωνιστούν. Συγκεκριμένα, και πάλι καταγράφεται ως βασικό πρόβλημα η αβεβαιότητα περιβάλλοντος (κοινωνικού-οικονομικού) κάτι που αποδίδεται τόσο στις εσωτερικές εξελίξεις στη χώρα, όσο και στις γενικότερες αλλαγές που διέρχεται ο συγκεκριμένος κλάδος διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα. Ο υψηλός ΦΠΑ ο οποίος στις προηγούμενες μετρήσεις καταγραφόταν ως το κύριο πρόβλημα εξακολουθεί να έχει σημασία με 45%. Το πρόβλημα των μειωμένων πωλήσεων παρουσιάζει ένταση καθώς ανεβαίνει στην 3η θέση με 38%, ενώ η χαμηλή κερδοφορία παραμένει σημαντικό πρόβλημα με μικρή μείωση από 43% σε 38%. Την πεντάδα των κύριων προβλημάτων συμπληρώνουν η γραφειοκρατία και η πολυνομία του δημοσίου, η οποία επηρεάζει σημαντικά τον κλάδο τα τελευταία χρόνια.
Αναφορικά με τις προτεραιότητες των επιχειρήσεων, τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι η πλειοψηφία των στόχων του κλάδου έχουν να κάνουν με την καινοτομία και τις επενδύσεις. Συγκεκριμένα αν εξαιρέσουμε την πρώτη γενική προτεραιότητα της αύξησης πωλήσεων, η οποία είναι κοινή για όλες τις επιχειρήσεις, όλες οι υπόλοιπες προτεραιότητες αποτελούν περιοχές με σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον και έχουν ανάγκη την καινοτομία όπως νέες υπηρεσίες και προϊόντα, καλύτερη εξυπηρέτηση πελατών, αναβάθμιση δικτύου και πολυκαναλική διάθεση προϊόντων, αξιοποίηση δεδομένων κλπ.