Στα γήπεδα της Βραζιλίας θα δούμε αυτό το καλοκαίρι 32 ομάδες να παλεύουν για τη νίκη, την καταξίωση, τη διεθνή αναγνώριση. Και όσο εμείς θα βλέπουμε φάσεις, γκολ και μεγάλες ποδοσφαιρικές στιγμές, κάποιοι άλλοι θα βλέπουν... λεφτά. Πολλά λεφτά.
Το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου αποτελεί “πεδίο μάχης” όχι μόνο για ποδοσφαιριστές, προπονητές και εθνικές ομοσπονδίες, αλλά και για τις δύο μεγάλες εταιρείες που μοιράζονται το 70% του μεριδίου της αγοράς των προϊόντων που σχετίζονται με το ποδόσφαιρο: Μπάλες, φανέλες, παπούτσια και όλα όσα έχουν να κάνουν με το βασιλιά του ποδοσφαίρου. Πρόκειται, φυσικά, για την Adidas και τη Nike.
Η ιστορία της κόντρας μεταξύ των δύο εταιρειών είναι πολύ ενδιαφέρουσα: Η Adidas, υπό την καθοδήγηση του γιου του ιδρυτή της, Χορστ Ντάσλερ, ξεκίνησε το 1956 να κάνει αυτό που σήμερα θεωρείται αυτονόητο για μία εταιρεία αθλητικών ειδών, όμως τότε δεν το είχε επιχειρήσει κανείς: Άρχισε να προσφέρει δωρεάν προϊόντα σε γνωστούς αθλητές, κάτι που ήταν προς το συμφέρον και των δύο πλευρών: Ο μεν αθλητής αποκτούσε οικονομική και υλική υποστήριξη, η δε εταιρεία διαφημιζόταν με πολύ χαμηλό κόστος.
Η κίνηση-ματ της Adidas ήρθε, όταν εξασφάλισε την αποκλειστική της συνεργασία με τη FIFA για τα Παγκόσμια Κύπελλα, το 1970, μία συνεργασία που πρόσφατα επεκτάθηκε μέχρι το 2030. Βάσει αυτής της συμφωνίας, η Adidas είναι η μόνη εταιρεία αθλητικών ειδών, που μπορεί να διαφημίζεται στο Μουντιάλ, ενώ είναι και η εταιρεία που κατασκευάζει κάθε τετραετία την επίσημη μπάλα του Παγκοσμίου Κυπέλλου, αποκτώντας ένα μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της.
Ήταν τότε που ο Φιλ Νάιτ, ένας πωλητής ιαπωνικών παπουτσιών στίβου από το Όρεγκον, έβαλε στο στόχαστρο την Adidas. Σήμερα, ο Νάιτ είναι ο πρόεδρος της Nike, και δεν μπορεί κανείς να πει ότι δεν τα έχει καταφέρει καλά κόντρα στην Adidas, παρά το προαναφερθέν πλεονέκτημα της τελευταίας – ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι η Nike μπήκε στην αγορά των ποδοσφαιρικών ειδών μόλις τη δεκαετία του 1990, με αφορμή το Μουντιάλ των ΗΠΑ το 1994!
Πώς τα κατάφερε; Σύμφωνα με το Bloomberg Businessweek, που αφιερώνει το εξώφυλλό του σε αυτή την κόντρα, κυρίως με έξυπνο μάρκετινγκ. Με “πονηρές” διαφημίσεις σε όλα τα μεγάλα γεγονότα, στα οποία χορηγός είναι η Adidas, χωρίς να αναφέρεται ονομαστικά στη διοργάνωση, καθώς αυτό απαγορεύεται. Με ηχηρά ονόματα του ποδοσφαίρου, με τα οποία συνεργάζεται και φροντίζει να τα “πλασάρει” όσο περισσότερο γίνεται – με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Κριστιάνο Ρονάλντο.
Στο φετινό Μουντιάλ, η Nike θα “ντύσει” δέκα ομάδες (μεταξύ των οποίων και η εθνική μας ομάδα), έναντι εννέα της Adidas. Η Nike είναι χορηγός μεταξύ άλλων της Βραζιλίας, της Πορτογαλίας και του Κριστιάνο Ρονάλντο, ενώ η Adidas έχει στη λίστα της την Ισπανία, τη Γερμανία, και φυσικά το μεγάλο της όπλο: Τον Αργεντίνο σταρ Λιονέλ Μέσι.
Και όπως μπορεί κανείς να καταλάβει, και οι δύο εταιρείες θέλουν να κατακτήσει το Κύπελλο μία “δική τους” ομάδα, κάτι που θα τους αποφέρει τεράστια έσοδα από πωλήσεις σε εκστασιασμένους οπαδούς – όσο πιο πλούσια η χώρα που θα κερδίσει, τόσο το καλύτερο.
Το 2010, το Μουντιάλ κατέκτησε η Ισπανία, φορώντας φυσικά φανέλες της Adidas. Θα είναι φέτος άραγε η σειρά της Nike; Ίδωμεν...