Χαρακτηρίζει σημαντικό να αυξηθεί η ρευστότητα στις επιχειρήσεις και ζητά ελαφρύνσεις σε φόρους και εισφορές
Τα προβλήματα που προκάλεσαν τα capital controls σε χιλιάδες επιχειρήσεις, παραμένουν, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΕΑ), Γιάννη Χατζηθεοδοσίου.
Σχολιάζοντας την απόφαση του υπουργείου Οικονομικών για πλήρη άρση των περιορισμών στις αναλήψεις στο εσωτερικό και την περαιτέρω χαλάρωση τους για συναλλαγές με το εξωτερικό, ο κ. Χατζηθεοδοσίου υποστηρίζει, ότι «πλέον έφθασε η ώρα για την πλήρη κατάργηση τους, όχι απλώς για κάποια χαλάρωση». Εύχεται δε «η άρση των περιορισμών στις αναλήψεις ας είναι η αρχή της ανάκαμψης».
Όπως αναφέρει στη δήλωσή του ο πρόεδρος του ΕΕΑ «επιβεβαιώθηκαν οι πληροφορίες των τελευταίων ημερών σχετικά με την ακόμα μεγαλύτερη χαλάρωση των τραπεζικών περιορισμών που τόσα προβλήματα έχουν προκαλέσει σε φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις. Πλέον δεν υπάρχει περιορισμός στις τραπεζικές αναλήψεις εσωτερικού, μία εξέλιξη οπωσδήποτε θετική η οποία όμως πρέπει να συνοδευτεί από την πλήρη κατάργηση των τραπεζικών περιορισμών, έτσι ώστε να διευκολυνθεί συνολικά το επιχειρείν.
Προσθέτει δε, ότι «η αλήθεια είναι, ότι τους τελευταίους μήνες με την αύξηση του μηνιαίου ορίου αναλήψεων στις 5.000 ευρώ, οι πολίτες διευκολύνθηκαν στις συναλλαγές τους. Επίσης, με τις τελευταίες εξελίξεις αυξάνονται τα όρια και για εξαγωγή ποσών από τις 40.000 ευρώ, που ισχύει σήμερα, στις 100.000 ευρώ, κάτι που οπωσδήποτε θα διευκολύνει πάρα πολλές επιχειρηματικές δραστηριότητες, που σχετίζονται με συναλλαγές στο εξωτερικό. Τα προβλήματα όμως παρέμεναν και παραμένουν για χιλιάδες επιχειρήσεις που κυριολεκτικά υπέφεραν αυτά τα χρόνια εξαιτίας των capital controls».
Ο κ. Χατζηθεοδοσίου τονίζει, ότι «το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών είχε επισημάνει από την πρώτη στιγμή, ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, όσο είναι σε ισχύ οι τραπεζικοί περιορισμοί» και προσθέτει ότι «εκτιμούμε, ότι πλέον έφτασε η ώρα για την πλήρη κατάργηση τους, όχι απλώς για κάποια χαλάρωση». Σημειώνει ότι αυτό «μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για μία ουσιαστική "αλλαγή" στην ελληνική οικονομία, θα σταλεί ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τις αγορές, ενώ δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι μία τέτοια εξέλιξη θα βγάλει από δύσκολη θέση πάρα πολλές επιχειρήσεις, που μέχρι σήμερα δυσκολεύονταν σε πολύ μεγάλο βαθμό στις όποιες συναλλαγές τους, εντός και εκτός συνόρων».
Υπογραμμίζει ωστόσο, ότι «σημαντικό όμως είναι να αυξηθεί πλέον και η ρευστότητα, στοιχείο που επίσης έλειψε τόσα χρόνια από τις επιχειρήσεις μας, οι οποίες προσπαθούσαν να αντέξουν χωρίς τα αναγκαία χρηματοδοτικά εργαλεία». Καταλήγοντας επισημαίνει, ότι «πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι, ότι χωρίς μια δέσμη ουσιαστικών και συνδυαστικών μέτρων, που θα στηρίζουν πραγματικά την επιχειρηματικότητα, δεν μπορούμε να ελπίζουμε βάσιμα σε σημαντικές βελτιώσεις του οικονομικού κλίματος. Χωρίς ελαφρύνσεις σε φορολογία και ασφαλιστικές εισφορές, χωρίς ρεαλιστικές ρυθμίσεις για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, δίχως έμφαση στη εξωστρέφεια και στην καινοτομία, ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει».