Σε πώληση περιουσιακών στοιχείων σχεδιάζει να προχωρήσει μία στις τρεις επιχειρήσεις παγκοσμίως (ποσοστό 33%) εντός των επομένων δύο ετών, σύμφωνα με ετήσια έρευνα (2014 Global Corporate Divestment Survey) της Ε&Υ στην οποία συμμετείχαν κατά το τρέχον έτος περισσότερα από 700 στελέχη επιχειρήσεων παγκοσμίως.
Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας, το 80% των διεθνών στελεχών προσβλέπουν σε προσφορές για την πώληση σημαντικών περιουσιακών στοιχείων ενώ η πλειοψηφία των στελεχών θα ολοκλήρωνε μια συμφωνία με ένα premium (υπερτίμημα) της τάξεως του 30%.
Από πλευράς επιλογών, το 55% των διεθνών στελεχών εμφανίζονται διατεθειμένοι να συζητήσουν την πλήρη πώληση της επιχείρησής τους ενώ το 34% επιλέγουν την πώληση μεριδίου και το 14% μια δημόσια εγγραφή.
Τα σχέδια για εκποιήσεις των διεθνών στελεχών θα αποτελέσουν ένα κρίσιμο στοιχείο των Σ&Ε (συγχωνεύσεων και εξαγορών) το 2014. Τον Ιανουάριο ενδέχεται να καταγραφεί η υψηλότερη αξία, από το 2000. Μέχρι σήμερα η καταγεγραμμένη αξία των συμφωνιών υπερβαίνει κατά 150% το 2013 και το 2012. Οι συμφωνίες αξίας πάνω από ένα δισ. δολ. παρουσιάζουν αύξηση κατά 400%. Το 2014 έκανε ένα δυνατό ξεκίνημα με 15 συμφωνίες αξίας πάνω από ένα δισ. δολάρια και τρεις αξίας πάνω από δέκα δισ. δολ.
Το 80% των στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα, δηλώνουν ανοιχτοί σε προσφορές, ακόμη και για πολύτιμα περιουσιακά στοιχεία, με ένα premium της τάξεως του 30%. Για άλλους θα χρειασθούν υψηλότερες τιμές για να εξασφαλισθεί ένα πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο (τρόπαιο), ενώ αντίθετα με την καθιερωμένη φράση, "όλα έχουν την τιμή τους" το 20% των στελεχών δηλώνει ότι δεν είναι διατεθειμένο να πωλήσει ένα πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο για κανένα premium.
Σύμφωνα με την E&Y, όπως συμβάινει πάντα με τις Σ&Ε, οι λόγοι που ωθούν σε εκποίηση περιουσιακών στοιχείων ποικίλουν από κλάδο σε κλάδο. Στον κλάδο της υγείας αναμένονται σημαντικές κινήσεις εκποίησης, με το 41% των στελεχών να προβλέπουν ότι θα πουλήσουν μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, κυρίως λόγω των αλλαγών στο ρυθμιστικό περιβάλλον. Η βασική κινητήρια δύναμη για τις εκποιήσεις στα καταναλωτικά προϊόντα, είναι εκείνα που δεν είναι πια στη μόδα (58%), ενώ το 44% δηλώνει ότι εξετάζει το ενδεχόμενο εκποίησης λόγω μείωσης της ζήτησης ή του μεριδίου αγοράς.
Στον έντονα δραστήριο τομέα της τεχνολογίας, το ήμισυ των στελεχών δήλωσε ότι η σημαντικότερη τάση που τους ωθεί να εξετάσουν εκποιήσεις είναι οι εξελίξεις στον κλάδο (big data, analytics, cloud computing) και της κινητής τηλεφωνίας καθώς οι εταιρείες επαναξιολογούν τις δραστηριότητές τους και τις θέσεις του ανταγωνισμού.
Περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες έχουν εκποιήσει ένα περιουσιακό στοιχείο κατά τα τελευταία δύο χρόνια. Η συντριπτική πλειοψηφία (80%) όσων ακολούθησαν μια στρατηγική και όχι ευκαιριακή προσέγγιση στην πώληση, είδαν ως αποτέλεσμα ένα θετικό αντίκτυπο στην αποτίμησή των εταιρειών τους: Οι μισοί από αυτούς αποκόμισαν μεγαλύτερα οφέλη από τα αναμενόμενα, σε σύγκριση με μόνο το ένα πέμπτο των εταιρειών πριν από 12 μήνες.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ένας στους τρεις ερωτηθέντες σχεδιάζει μια εκποίηση, παραμένουν ακόμη ευκαιρίες βελτιστοποίησης της αξίας τους. Οι μισοί από τους ερωτηθέντες δεν προβαίνουν σε τακτικές αξιολογήσεις του χαρτοφυλακίου για την αξιολόγηση νέων ευκαιριών ανάπτυξης. Μόνο το 41% προέβη σε στρατηγική επισκόπησης του χαρτοφυλακίου πριν προχωρήσει στην τελευταία εκποίηση. Το 52%, δήλωσε ότι τα μέλη του διοικητικού τους συμβουλίου συμμετείχαν στον καθορισμό στόχων κατά την επανεξέταση του χαρτοφυλακίου τους.