Με το σχέδιο Μάρσαλ παρομοιάζει τη βοήθεια που έχει λάβει τις τελευταίες δεκαετίες από την Ευρωπαϊκή Ένωση η Ελλάδα, ο Ευρωπαίος επίτροπος Κάρελ ντε Γκουχτ, σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται στη βελγική εφημερίδα De Standaard, επιρρίπτοντας ξεκάθαρα την ευθύνη για τη βύθιση της χώρας στην κρίση στην ελληνική πολιτική ελίτ.
“Αν δει κανείς τι προσπάθειες έχει καταβάλλει η ΕΕ τις τελευταίες δεκαετίες για την Ελλάδα, δύσκολα μπορεί να μας προσάψει ότι υπήρξαμε φειδωλοί απέναντί της, έτσι δεν είναι; Το αμερικανικό Σχέδιο Μάρσαλ μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ισοδυναμούσε με το 2% του ΑΕΠ εκείνης της εποχής και μάλιστα η βοήθεια εκείνη δόθηκε άπαξ. Εμείς εδώ και αρκετές δεκαετίες δίνουμε στην Ελλάδα το 2- 3% του ΑΕΠ της, μεταξύ άλλων, μέσω των διαρθρωτικών ταμείων. Πού πήγαν όλα αυτά τα λεφτά; Δεν είναι αυτή μια ενδιαφέρουσα ερώτηση;”, διερωτάται ο ντε Γκουχτ, και εξηγεί: “Ο κύριος υπαίτιος για το ελληνικό δράμα είναι η ίδια η πολιτική ελίτ της χώρας. Το μέγεθος της κακοδιαχείρισης αυτής της χώρας υπήρξε πράγματι εντυπωσιακό. Μπορούμε άραγε να κάνουμε περισσότερα για την Ελλάδα απ’ όσα έχουμε κάνει; Και το 2014 θα χρειαστεί να δοθεί επιπρόσθετη βοήθεια. Σε εποχές, όμως, κρίσης υπάρχουν όρια στην αλληλεγγύη που θέλουν να επιδείξουν άλλες χώρες”.
Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο, δηλώνει: “Το σημαντικό είναι να υπάρξει μια νέα οικονομική δυναμική στην Ελλάδα. Βλέπουμε ότι σταδιακά δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Σε μια τέτοια περίπτωση θα μεγαλώσει η πολιτική προθυμία ώστε να γίνει αυτό το βήμα το 2014. Αλλά πρώτα θέλουμε να δούμε εάν έχουμε φτάσει κάπου με τις προσπάθειες που έχουμε καταβάλει”.
Ο ντε Γκουχτ υπογραμμίζει ακόμα ότι οι χειρισμοί της Ευρώπης στο ζήτημα της Ελλάδας, με τη μεγάλη έμφαση στη λιτότητα, ήταν οι ενδεδειγμένοι. “Η προσέγγισή μας υπήρξε και εξακολουθεί να είναι σωστή. Ουδέποτε υπήρξα σύμφωνος με την ανάλυση των Krugman και De Grauwe ότι δεν πρέπει να υιοθετούνται πολιτικές λιτότητας σε περιόδους κρίσης, παρά μόνον εάν τα πράγματα πάνε καλύτερα. Ξέρετε γιατί; Διότι εάν, για παράδειγμα, τα πράγματα πάνε καλύτερα στο Βέλγιο, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να κάνεις περικοπές, επειδή θα εντείνονται οι πιέσεις για επιπλέον παροχές. Και στις άλλες χώρες ισχύει το ίδιο”, σημειώνει.