Η επιβολή δημοσιονομικής λιτότητας στις ευρωπαϊκές χώρες που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες έχει τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, υποστηρίζει ο Γερμανός οικονομολόγος και μέλος του γερμανικού συμβουλίου των λεγόμενων “σοφών” οικονομικών ειδικών, Πέτερ Μπόφινγκερ.
Σε ομιλία του σε εκδήλωση του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής, ο Μπόφινγκερ επεσήμανε ότι η τρέχουσα κρίση αποτελεί ουσιαστικά τη συνισταμένη της τραπεζικής κρίσης που αντιμετώπισαν ορισμένα μέλη της Ευρωζώνης (Ιρλανδία, Ισπανία, Κύπρος) και της κρίσης χρέους που εκδηλώθηκε σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία. Η μη έγκαιρη και ορθή αντιμετώπιση των δύο αυτών ξεχωριστών κρίσεων από τα ευρωπαϊκά όργανα, οδήγησε, κατά την άποψή του, στη γενίκευση του προβλήματος, με αποτέλεσμα να απειλείται σταδιακά η καρδιά της Ευρωζώνης, δηλαδή η Γαλλία και η Γερμανία.
Ο Μπόφινγκερ επέκρινε έντονα τις πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζονται σήμερα, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι έχουν αποτύχει πλήρως, όπως αποδεικνύει περίτρανα η διαρκής αύξηση του ποσοστού του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ στις χώρες που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες. Σύμφωνα με τον ίδιο, η εσφαλμένη αυτή αντιμετώπιση της κρίσης οφείλεται στην υπεραισιοδοξία σχετικά με την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και στην υπερβολική “δόση” λιτότητας την οποία αυτά επέβαλαν. Αντιπαρέβαλε μάλιστα την Ευρωζώνη με τις ΗΠΑ και τόνισε ότι και στις δύο περιπτώσεις παρατηρήθηκε το 2008 η ίδια κρίση στο τραπεζικό σύστημα, την οποία οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν με μια νομισματική πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, με αποτέλεσμα να έχουν σήμερα πολύ μικρότερη ανεργία και καλύτερους δημοσιονομικούς δείκτες από τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης.
Ο Μπόφινγκερ τόνισε επίσης ότι η εφαρμογή της λιτότητας που επιβλήθηκε στα κράτη μέλη της Ευρωζώνης με δημοσιονομικά προβλήματα έγινε με τρόπο ιδιαίτερα έντονο και γρήγορο, όπως τελικά παραδέχτηκε και το ίδιο το ΔΝΤ, ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας. Αυτή την ασύμμετρη, όπως τη χαρακτήρισε, προσαρμογή, προσπαθεί τώρα να διορθώσει ανεπιτυχώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δίνοντας στις χώρες περισσότερο χρόνο προκειμένου να μειώσουν τα ελλείμματά τους. Ωστόσο, το μέτρο αυτό είναι ανεπαρκές, καθώς, όπως σημείωσε, κανείς δεν τολμά να προτείνει το αυτονόητο, ότι δηλαδή δεν είναι ο χρόνος προσαρμογής το πρόβλημα αλλά η “συνταγή” που ακολουθείται. Ως εκ τούτου, ο ίδιος υπογράμμισε ότι εφόσον δεν αλλάξει ριζικά η αντιμετώπιση της κρίσης, “μόνο με ένα θαύμα θα βγούμε από αυτό το χάος”.
Ως προς τη στάση της Γερμανίας, ο Γερμανός “σοφός” αναγνώρισε ότι η κοινή γνώμη στη Γερμανία αδυνατεί να κατανοήσει ότι η κρίση στην Ευρωζώνη δεν αποτελεί “πρόβλημα των άλλων”, αλλά ότι απειλεί άμεσα τη γερμανική οικονομία, η οποία βασίζεται στις εξαγωγές. Υπογράμμισε ότι απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας των Γερμανών ώστε να αντιληφθούν ότι η αντιμετώπιση της κρίσης αποτελεί κοινή ευθύνη του συνόλου της ευρωζώνης.
Ως προς την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να διατεθούν 6 δις ευρώ για την αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων, ο ίδιος επεσήμανε ότι το ύψος του ποσού, η διασπορά του στις χώρες που χρειάζονται ενίσχυση και το βάθος χρόνου στο οποίο θα πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη δράση, καθιστούν την απόφαση “προσβλητική για τη νοημοσύνη” και απολύτως ανεπαρκή ως μέτρο.
Σε μακροπρόθεσμη βάση, ο ίδιος πρότεινε την πολιτική ολοκλήρωση της ευρωζώνης με Ευρωπαίο Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος θα έχει άμεση εποπτεία επί των εθνικών προϋπολογισμών, την καθιέρωση των ευρωομολόγων ή τη σύναψη συμφωνίας αμοιβαιότητας χρέους, ολοκληρωμένο σύστημα εποπτείας των τραπεζών και έξοδο από την Ευρωζώνη των κρατών που επιμένουν να ακολουθούν αποσταθεροποιητική οικονομική πολιτική.