Έναν χρόνο μετά το “κούρεμα” των καταθέσεων κάτω των 100.000 ευρώ, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Τράπεζας Κύπρου, Κρίστης Χασάπης, δήλωσε ότι το πείραμα ως μια μέθοδος διάσωσης των τραπεζών “αποδείχθηκε ιδιαίτερα ατυχές".
Σε συνέντευξή του στην ολλανδική οικονομική εφημερίδα De Financiele Telegraaf, ο κ. Χασάπης ανέφερε πως η απαίτηση οι καταθέτες στις κυπριακές τράπεζες να συνεισφέρουν στην αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα “προκάλεσε αχρείαστη αναστάτωση στη χώρα και αύξησε την εγγενή αστάθεια στο τραπεζικό σύστημα, θέτοντας προηγούμενο για τις μελλοντικές διασώσεις στην ΕΕ”.
Αναγνώρισε, όμως, ότι ύστερα από χρόνια διαχείρισης κρίσης και λιτότητας στην ΕΕ “ίσως κατέστη πολιτικά απαράδεκτο να επιβαρύνονται οι φορολογούμενοι με προγράμματα διάσωσης” και πρόσθεσε πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες επιθυμούσαν να στείλουν μήνυμα ότι οι φορολογούμενοι και οι κυβερνήσεις δεν θα είναι οι μόνες που θα φέρουν το βάρος της διάσωσης των τραπεζών.
Αναφερόμενος στα της Τράπεζας Κύπρου, σημείωσε πως τα οικονομικά αποτελέσματα για το 2013 έδειξαν κάποια ενθαρρυντικά σημάδια, όπως η διατήρηση των κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων στο 10,2% και η ¨”σημαντική κερδοφορία” πριν τις απομειώσεις το κόστος αναδιάρθρωσης και τη διακοπή των εργασιών στην Ελλάδα.
Στα αρνητικά, ο κ. Χασάπης ενέταξε την “ανησυχητική άνοδο” των μη εξυπηρετούμενων δανείων, την περιορισμένη ρευστότητα και το γεγονός ότι τα δάνεια είναι περίπου διπλάσια από τις καταθέσεις, κάτι που οδηγεί στην εξάρτηση της τράπεζας από την έκτακτη ρευστότητα της ΕΚΤ. Σημείωσε, όμως, ότι η ανισοσκέλεια του δείκτη δανείων προς καταθέσεις, είναι μια άμεση συνέπεια του κουρέματος και της συγχώνευσης με την Λαϊκή Τράπεζα και τόνισε ότι υποχώρησε η φυγή καταθέσεων, προσθέτοντας μάλιστα ότι σημειώθηκε εισροή καταθέσεων το τελευταίο τρίμηνο του 2013.