Το «αρκτικό ψύχος» που πάγωσε πρόσφατα τη Βόρεια Αμερική αφαίρεσε από την αμερικανική οικονομία περίπου τρία δισεκατομμύρια δολάρια μέσα σε μία μόνο εβδομάδα. Μας θύμισε πως τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν οικονομικές επιπτώσεις ακόμη και για τις πλουσιότερες χώρες και πως η κλιματική αλλαγή μάλλον θα έχει σημαντικό αντίκτυπο. Oι τελευταίες μελέτες εξετάζουν πόσο μεγάλος μπορεί να είναι αυτός ο αντίκτυπος και προσθέτουν σημαντικά νέα ευρήματα στην αρχική έκθεση του Stern από το 2010. Προκύπτει πως η κλιματική αλλαγή ενδέχεται να έχει ήδη επιφέρει επιπτώσεις και ότι ο καιρός επηρεάζει τις οικονομίες με διάφορους τρόπους.
Σύμφωνα με την "Καθημερινή της Κυριακής", έχει αποδειχθεί ότι οι υψηλές θερμοκρασίες συνεπάγονται περισσότερη φτώχεια. Οι τροπικές χώρες είναι φτωχότερες. Σε πρόσφατη μελέτη τους η Μελίσα Ντελ από το Χάρβαρντ, ο Μπέντζαμιν Τζόουνς από το Νοθγουέστερν και ο Μπέντζαμιν Ολκεν από το ΜΙΤ διαπίστωσαν πως για κάθε βαθμό Κελσίου αύξησης της θερμοκρασίας μιας χώρα, το ΑΕΠ της μειώνεται κατά 8,5%.
Αλλη μελέτη μεταξύ των φτωχών χωρών καταδεικνύει πως για κάθε βαθμό Κελσίου άνοδο της θερμοκρασίας μιας χώρας μειώνεται το κατά κεφαλήν εισόδημά της κατά 1,4%. Τα ευρήματα αυτά δεν θα εξέπλητταν τον Μοντεσκιέ που το 1748 υποστήριξε πως τα ζεστά κλίματα δεν ευνοούν την ανάπτυξη συνθηκών καλής ζωής. Δεν συνεπάγεται, όμως, ότι αν σημειωθεί αύξηση όλων των θερμοκρασιών του πλανήτη κατά ένα βαθμό Κελσίου εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, τότε το παγκόσμιο ΑΕΠ θα είναι κατά 8,5% χαμηλότερο σε σύγκριση με αυτό που θα ήταν υπό άλλες συνθήκες. Ισως η σχέση που έχει διαπιστωθεί ανάμεσα στη ζέστη και τη φτώχεια να οφείλεται σε κάποιον τρίτο παράγοντα, όπως για παράδειγμα την ελονοσία. Αν μπορούσαμε να απομακρύνουμε τον παράγοντα αυτό, ίσως η θερμοκρασία να μην είχε πια τόση σημασία.
Προσφάτως, ορισμένες τροπικές περιοχές, από τη Νότια Κίνα μέχρι τη Ρουάντα, αποδεικνύονται εξαιρετικά επιτυχημένες οικονομικά. Εξακολουθεί, πάντως, να υφίσταται συσχετισμός ανάμεσα στη ζέστη και την ανάπτυξη και αφορά ένα μακροπρόθεσμο αντίκτυπο. Παρά την επιτυχία τους, οι τροπικές χώρες έχουν σημειώσει ανάπτυξη κατά 0,9% χαμηλότερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο το χρονικό διάστημα 1965-1990. Σε δείγμα 28 χωρών της Καραϊβικής σημειώθηκε μείωση του ΑΕΠ κατά 2,5% για κάθε βαθμό Κελσίου που ανέβηκε η θερμοκρασία. Και πάλι, όμως, αυτό δεν αποδεικνύει ότι φταίει η θερμοκρασία. Αξίζει τον κόπο να διερευνήσει κανείς το θέμα κατά πόσον ο καιρός αυτός καθαυτόν επιβραδύνει άμεσα τους ρυθμούς ανάπτυξης των χωρών. Μπορεί να το κάνει με διάφορους τρόπους.
Πρώτον, οι φυσικές καταστροφές προκαλούν μεγάλη ζημιά. Σύμφωνα με μία από τις υπάρχουσες μελέτες, οι κυκλώνες μείωσαν το ετήσιο παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 1,3% το διάστημα 1970-2008. Οι φτωχές χώρες πλήττονται δυσανάλογα επειδή είναι πιο ευάλωτες σε τέτοιες καταστροφές. Αν, επομένως, η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη επιφέρει ακραία καιρικά φαινόμενα, μπορεί ενδεχομένως να μειώνει την ανάπτυξη.
Δεύτερον, οι υψηλές θερμοκρασίες και η μεγάλη ξηρασία τείνουν να πλήττουν τη σοδειά των αγρών. Πλήττονται, έτσι, οι χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος περισσότερο καθώς η γεωργία αντιπροσωπεύει μεγαλύτερο μερίδιο στο ΑΕΠ τους. Εξ άλλου οι αγρότες αντιδρούν στην άνοδο της θερμοκρασίας, αλλάζοντας τις καλλιέργειές τους ή μεταναστεύοντας σε αστικά κέντρα. Γι' αυτό και ο αντίκτυπος των αυξημένων θερμοκρασιών στη γεωργία είναι ανομοιογενής και δύσκολο να υπολογιστεί.