Μία πραγματική καταναλωτική επανάσταση είναι προ το θυρών εξαιτίας της άνευ προηγούμενου διεύρυνσης της μεσαίας τάξης. Αυτή είναι η πρόβλεψη που παρουσίασαν στην έκθεσή τους οι οικονομολόγοι Κάρεν Γουάρντ και Φρέντερικ Νόιμαν της HBSC Holdings. Η ανάλυση των δύο οικονομολόγων βασίστηκε στην υπόθεση ότι σχεδόν 3 δισεκατομμύρια άνθρωποι, σχεδόν το 40% του σημερινού παγκόσμιου πληθυσμού, θα ανέλθει στη μεσαία τάξη έως το 2050, η οποία θα έχει ετήσιο εισόδημα από 3.000 έως 15.000 δολάρια.
Η πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων θα βρίσκεται στις αναδυόμενες αγορές, δηλαδή αυτές οι οικονομίες θα εκπροσωπούν τα 2/3 της κατανάλωσης των νοικοκυριών σε όλο τον κόσμο, αντί του 1/3 που είναι σήμερα, επισημαίνουν οι Γουάρντ και Νόιμαν. Μάλιστα τα εισοδήματα σε Κίνα, Ινδία και Ρωσία θα παρουσιάσουν πραγματική άνοδο 4% έως το 2050.
Εν τω μεταξύ, θετικά είναι τα μηνύματα από τα δημογραφικά δεδομένα των αναπτυσσόμενων αγορών, καθώς τα άτομα που συνηθίζουν να καταναλώνουν ανήκουν στην ηλικία των 16 έως 40 ετών. Παρότι, ο μέσος όρος ηλικίας της Κίνας είναι τα 35 χρόνια και δεν απέχει από τα 39 των ΗΠΑ και της Ευρώπης, στις Φιλιππίνες ο μέσος όρος ηλικία είναι 23 και στις Ινδίες τα 26 έτη.
“Υπάρχουν περιοχές σε όλο τον κόσμο, όπου τα εισοδήματα μεγαλώνουν, υπάρχει μεγάλος αριθμός νέων ανθρώπων και είναι έτοιμοι να ψωνίσουν” τονίζει η Κάρεν Γουαρντ. Οι εταιρείες πρέπει να καθιερώσουν το brand name τους σε αυτές τις οικονομίες. Ειδικά οι επιχειρήσεις που πουλάνε ρουχισμό, προϊόντα υψηλής τεχνολογίας και ψυχαγωγίας είναι εκείνες που θα αποκομίσουν τα μεγαλύτερα ωφέλη από την αύξηση της ζήτησης, επισημαίνεται στην έκθεση της HSBC. Η κ. Γουαρντ προβλέπει ότι το2050, το 59% των gadget θα πωλούνται σε αυτές τις οικονομίες, πρόκειται για μία αύξηση 25% σε σχέση με σήμερα. Αντίστοιχα οι καταναλωτές χρηματοοικονομικών υπηρεσιών θα φτάσουν το 56% σε σχέση με το 18% σήμερα.
Καθώς επιβραδύνονται οι οικονομίες των αναπτυγμένων χωρών, οι αναδυόμενες αγορές θα αναλάβουν τα σκήπτρα, διασφαλίζοντας ότι η καταναλωτική ζήτηση θα αυξάνεται με ρυθμούς 3% ετησίως το 2050, αντί 2% που είναι σήμερα. Αυτή ακριβώς η εξέλιξη θα λειτουργήσει ως μαξιλαράκι απέναντι στους κινδύνους για μία παγκόσμια στασιμότητα, επιτρέποντας στις δυτικές οικονομίες να στηριχθούν πάνω σε αυτές τις νέες πηγές ζήτησης.
Επιπλέον, η άνοδος του τομέα των υπηρεσιών θα κάνει τις αναδυόμενες αγορές λιγότερο ευάλωτες στην κίνηση του παγκόσμιου εμπορίου, αναφέρει η έκθεση. Οι παραγωγοί φθηνών και χαμηλής αξίας βιομηχανικών προϊόντων, που βρίσκονται συνήθως σε άλλες αναπτυσσόμενες οικονομίες, θα ωφεληθούν από αυτό, καταλήγει η έκθεση.