“Όταν η Αργεντινή αποφάσισε, την προηγούμενη εβδομάδα, να μετριάσει τους περιορισμούς στις αγορές δολαρίων, έγινε η τελευταία αναδυόμενη χώρα, που αναγνώρισε ότι ο έλεγχος κεφαλαίων συνήθως αποτυγχάνει να συγκαλύψει τη διαρροή τους”, αναφέρει ανάλυση του Bloomberg. Ουσιαστικά, η πρόεδρος της Αργεντινής, Κριστίνα Κίρχνερ, παρέδωσε τα όπλα την Παρασκευή στις αγορές, καθώς η στρατηγική, που ακολουθεί η χώρα τα τελευταία 10 χρόνια, ηττήθηκε κατά κράτος.
Εδώ και μία δεκαετία, η κυβέρνηση της Αργεντινής έχει “καρφώσει” σε σταθερό επίπεδο την ισοτιμία του πέσο έναντι του δολαρίου, με σκοπό να αποτρέψει τη φυγή κεφαλαίων. Ωστόσο, τα τεχνικά εμπόδια, που θέσπισε η κυβέρνηση, υπαγορευμένα από την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων, δεν άντεξαν στις πιέσεις, προερχόμενες από τις αγορές. Το πέσο, πριν μερικούς μήνες, άρχισε να πέφτει με δραματικούς ρυθμούς έναντι του δολαρίου και η κυβέρνηση Κίρχνερ επέστρεψε στην παλαιά συνταγή του οικονομικού εθνικισμού. Αποφάσισε, λοιπόν, να επιβάλει μία σειρά εμποδίων για την απόκτηση συναλλάγματος, κάτι που οδήγησε στο να οργιάσει η “μαύρη αγορά”. Γράφαμε την προηγούμενη εβδομάδα, στο news.gr, ότι οι Αργεντινοί είναι πρόθυμοι να πληρώσουν σχεδόν το διπλάσιο ποσό, από το επίσημο ποσοστό του 6,8870, για την απόκτηση συναλλάγματος στη “μαύρη αγορά”, ελέω της κρίσης εμπιστοσύνης που προκάλεσαν οι επιλογές της Κίρχνερ.
Διαβάστε ακόμα: Stop στις online αγορές - Νέο πλήγμα στην εμπιστοσύνη
Η εμπλοκή της Κεντρικής Τράπεζας, με σκοπό να στηρίξει το πέσο, έκανε την κακή κατάσταση ακόμη χειρότερη και το μόνο που κατάφερε ήταν να σπαταλήσει $120 εκατ. από τα συναλλαγματικά αποθέματα. Σε μία ύστατη προσπάθεια συγκράτησης της διαρροής κεφαλαίων, η κυβέρνηση της χώρας αποφάσισε να προβεί την προηγούμενη εβδομάδα σε ακόμη μία κίνηση πανικού. Πιο συγκεκριμένα, αυστηροποίησε τους περιορισμούς στις συναλλαγματικές συναλλαγές, επιτρέποντας μόνο δύο διαδικτυακές αγορές τον χρόνο και για ποσά μικρότερα των 50 δολαρίων.
“Ο έλεγχος κεφαλαίων σηματοδοτεί ότι η χώρα είναι πολύ ανήσυχη αναφορικά με τη διατήρηση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της”, εξηγεί ο Στιβ Χάνκε, καθηγητής Εφαρμοσμένων Οικονομικών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins και σύμβουλος της κυβέρνησης της Αργεντινής τη δεκαετία του ‘90. “Πράγμα που σημαίνει ότι τα χειρότερα έρχονται, καθώς οι περιορισμοί εκτοξεύουν την παράνομη διακίνηση στο τοπικό νόμισμα και στρεβλώνουν τις τιμές στην οικονομία”, συμπληρώνει.
Ωστόσο, την Παρασκευή, η πρόεδρος Κίρχνερ αναγκάστηκε να κάνει στροφή 180 μοιρών, ανακοινώνοντας, μάλιστα, ότι από Δευτέρα επιτρέπεται η αγορά δολαρίων στους λογαριασμούς καταθέσεων και μειώνεται σημαντικά η φορολόγηση επί της αγοράς δολαρίων.
“Ο έλεγχος κεφαλαίων για την αποφυγή υπερβολικών εισροών είχε περιορισμένη επιτυχία”, αναφέρει ο Ρικάρντο Χάουσμαν, πρώην υπουργός Χωροταξίας της Βενεζουέλας και διδάσκοντας Οικονομικών στο Harvard. “Ο έλεγχος κεφαλαίων για την αποτροπή κεφαλαιακής φυγής συχνά αναβάλλει και διογκώνει, αντί να μετριάζει, την ανάγκη προσαρμογής. Και, όταν συνδυάζεται με την ανάδυση μίας μαύρης ή παράλληλης συναλλαγματικής αγοράς, τότε οδηγεί σε μία μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη καταστροφή”, υπογραμμίζει ο ίδιος.
Η μεταβολή της πολιτικής Κίρχνερ θα έχει ως συνέπεια μία δραστική υποτίμηση του πέσο. Κάτι τέτοιο, αφενός, αναμένεται να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγικών προϊόντων της Αργεντινής, αφετέρου, όμως, θα αυξήσει σημαντικά τις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων.
Σε κάθε περίπτωση, το παράδειγμα της Αργεντινής μας διδάσκει ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις αντιμετώπισης της κρίσης. Οι αντισυμβατικές πολιτικές, που θέσπισε ο προκάτοχος και σύζυγος της Κίρχνερ και ακολούθησε η ίδια, μπορεί για μία δεκαετία να έκρυψαν τα ουσιαστικά προβλήματα κάτω από το χαλί. Ωστόσο, το φάντασμα της χρεοκοπίας και της αποσταθεροποίησης πλανάται πλέον πάνω από το Μπουένος Άιρες, με τις συνέπειες να είναι απρόβλεπτες.