Ο Πολ Λίντλεϊ είναι ο ιδρυτής της «Ella’s Kitchen», μιας επιτυχημένης επιχείρισης παιδικών τροφών που ξεκίνησε το 2006 και σήμερα η αξία της ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ
Ο Πολ Λίντλεϊ είναι ο ιδρυτής της «Ella’s Kitchen», μιας επιτυχημένης επιχείρισης παιδικών τροφών που ξεκίνησε το 2006 και σήμερα η αξία της ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ.
Γράφει η Εύη Σιμοπούλου
Ο ίδιος διηγήθηκε για το πώς αποφάσισε να αφήσει τη διευθυντική καλά αμειβόμενη θέση του για να ρισκάρει με κάτι νέο και αβέβαιο στην έκβασή του εκ του μηδενός και αποκάλυψε για πρώτη φορά ποιο ήταν το κίνητρο του, που όπως σε πολλές ιστορίες επιτυχίας δεν ήταν το κέρδος αλλά η αγάπη.
Πώς ξεκίνησε
Πριν ασχοληθεί με τις παιδικές τροφές ο Λίντλεϊ εργαζόταν στο Nickelodeon. Από αυτή τη θέση γνώριζε ότι ένα μεγάλο θέμα στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν η διατροφή των παιδιών και ότι για το αυξανόμενο πρόβλημα της παιδικής παχυσαρκίας είχε τις ευθύνες της και η τηλεόραση.
Το 1999 απέκτησε το πρώτο του του παιδί, μια κόρη που την ονόμασαν Έλλα -από την οποία πήρε η επιχείριση που ίδρυσε αργότερα το όνομά της, «Ella’s Kitchen» (Κουζίνα της Έλλα). Η μικρή ενώ βρισκόταν στο στάδιο του απογαλακτισμού οι γονείς της δυσκολεύονταν πολύ για να την ταΐσουν. Προσπαθούσαν να βρούνε τρόπους για να την κάνουν να δοκιμάσει νέες γεύσεις. Ήθελαν η εισαγωγή των νέων τροφών να είναι εκτός από υγιεινές και μια διασκεδαστική διαδικασία.
Ο Λίντλεϊ και η σύζυγός του δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένοι με τις παιδικές τροφές που υπήρχαν διαθέσιμες στο Ηνωμένο Βασίλειο. Από την πρώτη στιγμή διαπίστωσαν ότι υπήρχε ένα κενό στην αγορά για μια πρώτης κλάσεως τροφή, με βιολογικά φρούτα και λαχανικά, που να έχει φωτεινά χρώματα και μοντέρνα συσκευασία.
Έτσι, το ζευγάρι αποφάσισε να ιδρύσει την «Ella’s Kitchen», με στόχο τα παιδιά να αποκτήσουν πιο υγιείς σχέσεις με το φαγητό.
Παράτησε τα πάντα
Τα εννέα χρόνια που εργάστηκε στο παιδικό τηλεοπτικό κανάλι Nickelodeon ως γενικός διευθυντής, του παρείχαν όλη την απαραίτητη εμπειρία για το νέο του εγχείρημα.
Εκεί απέκτησε πραγματικό πάθος για θέματα που αφορούν τα παιδιά, όπως και απέκτησε εμπορικές γνώσεις που θα τις χρησιμοποιούσε στην επιχείριση παιδικών τροφών που θα δημιουργούσε.
Ωστόσο, ο Λίντλεϊ δεν είδε το «Ella’s Kitchen» κυνικά ως μια επιχειρηματική ευκαιρία. Πήρε το θέμα προσωπικά, από την εμπειρία με την κόρη του.
Με την παιδική παχυσαρκία να αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς και την «εντυπωσιακή» κακή ποιότητα των μωρουδιακών τροφών, η σωστή διατροφή των παιδιών έγινε πρωταρχικός στόχος για τον ίδιο. Το πραγματικό του κίνητρο ήταν πως ήθελε να βελτιώσει την υγεία των παιδιών σε όλη τη Βρετανία.
Και η εταιρία εγένετο
Ξεκίνησε το 2006, παρατώντας την υψηλόμισθη θέση του και δίνοντας στον εαυτό του δύο χρόνια περιθώριο για να βγάλει τα προϊόντα του στην αγορά. Στην άκρη δεν είχε πολλά χρήματα, περίπου 20.000 λίρες, και δεκαοκτώ μήνες μετά το νέο του ξεκίνημα δεν είχε κλείσει ούτε μία συμφωνία. Με τις οικονομίες του να εξαντλούνται άρχισε να απογοητεύεται και ένιωθε ότι πλησίαζε η ώρα να εγκαταλείψει το όνειρό του για να βρει μια δουλειά. Τότε εμφανίστηκε το Sainsbury's και συμφώνησε να εφοδιαστεί με το προϊόν του.
Πήρε το ρίσκο, υποθήκευε το σπίτι του για να χρηματοδοτήσει την επιχείρισή του και ζήτησε από τον παλιό του εργοδότη, το Nickelodeon, διαφημιστικό χρόνο που θα τον εξοφλούσε με μερίδιο από τα κέρδη. Η συμφωνία έκλεισε και χάρη στην προώθηση του γνωστού παιδικού καναλιού, οι πωλήσεις των προϊόντων εκτοξεύτηκαν στα ύψη.
«Η αίσθηση να βλέπεις έναν ξένο να αγοράζει ένα προϊόν που πριν από έξι μήνες ακριβώς δεν υπήρχε καν στο μυαλό του είναι απίστευτο», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Λίντλεϊ μιλώντας για το πώς τα κατάφερε.
Και το πιο εντυπωσιακό; Η «Κουζίνα της Έλλα» σύντομα έφτασε να έχει το 20% της αγοράς παιδικών τροφών του Ηνωμένου Βασιλείου εισχωρώντας παράλληλα στις αγορές των ΗΠΑ, της Νορβηγίας και της Σουηδίας.
Το πρόβλημα με τις ΗΠΑ
Στις ΗΠΑ η είσοδος της «Κουζίνας της Έλλα» ήταν επιτυχής. Σύντομα όμως ήρθε αντιμέτωπη με μια σειρά από ανταγωνιστές που άρχισαν να της αντιγράφουν τα προϊόντα.
«Αυξανόμασταν σιγά σιγά στις ΗΠΑ, αλλά είχαμε μεγάλο ανταγωνισμό με ανταγωνιστές οι οποίοι είχαν πολύ βαθύτερες τσέπες από εμάς», εξηγεί ο Λίντλεϊ. «Και έτσι μερικοί από αυτούς ήταν διατεθειμένοι να κάνουν τα πάντα για να εξασφαλίσουν μερίδιο στην αγορά.
»Γι 'αυτό και μας έμειναν τρεις επιλογές. Ή να βγούμε από την αγορά των ΗΠΑ ή να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τις όποιες ζημιές διακινδυνεύοντας το Ηνωμένο Βασίλειο και τον υπόλοιπο κόσμο ή να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε μια εταιρική σχέση στις ΗΠΑ που θα εξάλειφε τον κίνδυνο. Εμείς επιλέξαμε να κάνουμε το τελευταίο».
Και έτσι, από το 2013, ο Λίντλεϊ συμφώνησε να πωλήσει την «Ella’s Kitchen» στην αμερικανική εταιρεία τροφίμων Hain Celestial για 103.5 εκατ. δολ..
Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας ο Λίντλεϊ παρέμεινε υπεύθυνος της «Ella’s Kitchen», μοιράζοντας το χρόνο του μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ.
Ο ίδιος λέει ότι ποτέ δεν είχε καμία πρόθεση να αποσυρθεί όταν θα κερδίσει πολλά χρήματα. «Είμαι συναισθηματικά συνδεδεμένος με την επιχείρηση».