Πώς κατάφερε να μετατρέψει τα Starbucks στη μεγαλύτερη αλυσίδα καφέ στον κόσμο
Πριν από τριάντα χρόνια, ο Χάουαρντ Σουλτς εισήλθε δυναμικά στην επιχείρηση του καφέ με έναν και μόνο στόχο: να ενισχύσει την σχέση μεταξύ των ανθρώπων και των πολύτιμων κόκκων. Πλέον, είναι ο άνθρωπος πίσω από τα Starbucks, μία από τις πιο αγαπημένες εταιρείες παγκοσμίως, αξίας πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος. Αλλά ποιος είπε πως ήταν ένα εύκολο μονοπάτι που οδήγησε κατευθείαν στην κορυφή;
Τα Starbucks, εν συντομία, είναι η μεγαλύτερη αλυσίδα καφέ στον κόσμο. Ιδρύθηκαν το 1971, από ένα δάσκαλο αγγλικών (Jerry Baldwin), ένα δάσκαλο ιστορίας (Zev Siegel) και ένα συγγραφέα (Gordon Bowker), και από τότε επεκτάθηκαν πολύ γρήγορα.
Αλλά ένας συγκεκριμένος άνθρωπος τα εκτόξευσε στην κορυφή και μετέτρεψε τα Starbucks σε καυτό brand, όπως μια κούπα ζεστού καφέ. Πώς ο 64χρονος σήμερα επιχειρηματίας, που προήλθε από μια ταπεινή οικογένεια εργατών από τα ταπεινά προάστια του Μπρούκλιν ξεπέρασε τις αντιξοότητες και ανέπτυξε ένα γραφικό καφενείο στο Σιατλ στη μεγαλύτερη αλυσίδα καφέ της Γης;
Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα
Σε συνέντευξή του στο Bloomberg, είχε πει για τα «κουρέλια» μέσα στα οποία ζούσε: «Όσο μεγάλωνα πάντα είχα το συναίσθημα ότι ζούσα στην άλλη άκρη του κόσμου. Ήξερα ότι οι άνθρωποι στην άλλη άκρη του "φράχτη" είχαν περισσότερες ευκαιρίες, περισσότερα χρήματα και πιο χαρούμενες οικογένειες... Για κάποιο λόγο, δεν ξέρω γιατί, ήθελα να καταφέρω και εγώ να περάσω στην απέναντι μεριά και να καταφέρω να πετύχω κάτι που κανείς δεν πίστευε ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί...».
Πράγματι, βίωσε τη φτώχεια από πολύ μικρή ηλικία. Όταν ο Schultz ήταν 7 χρονών, ο πατέρας του έσπασε τον αστράγαλό του, ενώ εργαζόταν ως οδηγός φορτηγού. Εκείνη την εποχή, ο πατέρας του δεν είχε ασφάλιση και έτσι δε κατάφερε να πάρει αποζημίωση και η οικογένεια του έμεινε χωρίς εισόδημα.
Στο γυμνάσιο, έπαιζε ποδόσφαιρο και κέρδισε αθλητική υποτροφία για το Πανεπιστήμιο του Northern Michigan. Για να πληρώνει μάλιστα τα δίδακτρα, αναγκάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές, όπως μπάρμαν ενώ περιστασιακά πουλούσε μέχρι και το το αίμα του!
Μετά την αποφοίτησή του το 1975, πέρασε ένα χρόνο δουλεύοντας σε ένα κατάλυμα για σκι στο Μίτσιγκαν, περιμένοντας την έμπνευση που θα τον έστεφε νικητή. Του προσφέρθηκε μια θέση στο πρόγραμμα κατάρτισης πωλήσεων της Xerox, την οποία εγκατέλειψε για τη Hammarplast, μια επιχείρηση οικιακών ειδών που ανήκει σε μια σουηδική εταιρεία με την επωνυμία Perstorp. Εκεί, έφτασε μέχρι τη θέση του αντιπροέδρου, του γενικού διευθυντή και επικεφαλής μιας ομάδας πωλητών. Ήταν στην Hammarplast όταν συνάντησε για πρώτη φορά τα Starbucks. Το συγκεκριμένο καφέ με τα διάσπαρτα καταστήματα στο Σιάτλ του τράβηξε την προσοχή -ειδικά το γεγονός ότι παρήγγειλαν από έναν ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό από καφετιέρες.
Υποκινούμενος από την έμφυτη περιέργειά του, ταξίδεψε στο Σιάτλ με σκοπό να συναντήσει τους τότε ιδιοκτήτες της εταιρείας, τον Gerald Baldwin και τον Gordon Bowker. Εντυπωσιάστηκε από το πάθος των συνεργατών και το θάρρος τους να πουλήσουν ένα προϊόν που θα απευθυνόταν μόνο σε μια μικρή εξειδικευμένη μερίδα ανθρώπων, λάτρεις του γκουρμέ καφέ.
Ένα χρόνο αργότερα, ο τότε 29χρονος έπεισε τελικά τον Baldwin να τον προσλάβει ως διευθυντή επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου και μάρκετινγκ. Την εποχή εκείνη, η Starbucks είχε μόνο τρία καταστήματα. Η καριέρα του Σουλτς - και η μοίρα των Starbucks - άλλαξαν για πάντα όταν η εταιρεία τον έστειλε σε μια διεθνή έκθεση οικιακών ειδών στο Μιλάνο. Ενώ περπατούσε γύρω στην πόλη, συνάντησε διάφορα μπαρ εσπρέσο, όπου οι ιδιοκτήτες γνώριζαν τους πελάτες τους με το μικρό τους όνομα και τους προσέφεραν καφέδες, όπως καπουτσίνο και καφέ λάτε. Τότε ήταν που είχε μια ιδιαίτερη «φώτιση» όταν κατάλαβε την προσωπική σχέση που θα μπορούσαν να έχουν οι άνθρωποι με τον καφέ.
Με φόρα από την Ιταλία
Το 1985, εγκατέλειψε τα Starbucks αφού οι ιδέες του για την υιοθέτηση της ιταλικής κουλτούρας για τους λάτρεις του καφέ απορρίφθηκαν από τους ιδρυτές. Σύντομα ξεκίνησε τη δική του εταιρεία καφέ την Il Giornale για χάρη της οποίας έπρεπε να συγκεντρώσει περισσότερα από 1,6 εκατομμύρια δολάρια. «Πέρασα έναν ολόκληρο χρόνο προσπαθώντας να συγκεντρώσω χρήματα, μίλησα σε 242 άτομα και 217 από αυτούς είπαν όχι», είχε πει για την μάλλον σκοτεινή αυτή περίοδο.
Αφού πέρασε δύο χρόνια μακριά από την Starbucks, εστιάζοντας εξ ολοκλήρου στο άνοιγμα των καταστημάτων Il Giornale, τον Αύγουστο του 1987, η Il Giornale αγόρασε την Starbucks για 3,8 εκατομμύρια δολάρια, ενώ ο Σουλτς έγινε διευθύνων σύμβουλος της Starbucks Corporation. Την εποχή εκείνη, υπήρχαν μόλις έξι καταστήματα.
Η Αμερική από τη πρώτη στιγμή λάτρεψε τα Starbucks και μέχρι να πει τη λέξη «καφέ», τα καταστήματα έγιναν 165 και μόλις το 1992 τα έσοδα έφτασαν τα 93 εκατομμύρια δολάρια-χρονιά που η εταιρεία μπήκε στο Χρηματιστήριο. Μέχρι το 2000 τα Starbucks είχαν εξελιχθεί σε μια παγκόσμια επιχείρηση με περισσότερα από 3.500 καταστήματα και ετήσια έσοδα ύψους 2.2 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Μερικοί κόκκοι ακόμα...:
- «Είμαι πάντα πεινασμένος. Αφού οι άλλοι σταματούν, εγώ συνεχίζω να τρέχω, κυνηγώντας αυτό που οι άλλοι δε μπορούν να δουν».
- Έγραψε για την επιτυχία των Starbucks σε δύο βιβλία: «Pour Your Heart Into it: How Starbucks Built a Company One Cup at a Time» (1999) και το bestseller «Onward: How Starbucks Fought For Its Life Without Losing its Soul», (2012).
- Καθώς το Starbucks συνεχίζουν να γιγαντώνονται, οι ετήσιες πωλήσεις υπολογίζονται πάνω από τα 16 δισεκατομμύρια δολάρια. Η περιουσία του Σουλτς υπολογίζεται στα 3 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο ίδιος αποκάλυψε στο «Pour Your Heart Out» πως η επιτυχία του αποτελεί φόρο τιμής στον πατέρα του, ο οποίος «ποτέ δεν έχανε την αξιοπρέπεια από τη δουλειά που του έδινε νόημα».
- Χάρη στο ταπεινό παρελθόν του, έχει πάντα προτεραιότητα στους υπαλλήλους του, τους οποίους ονομάζει «συνεργάτες». Ο Σουλτς προσφέρει σε όλους τους υπαλλήλους του (συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων με μερική απασχόληση) πλήρη υγειονομική περίθαλψη καθώς και το δικαιώματα αγοράς μετοχών.