Από αδέξιος πωλητής έγινε πρότυπο επιχειρηματία
Στα πρώτα του επιχειρηματικά βήματα κάποιοι έσπευσαν να τον χαρακτηρίσουν τρελό. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που τον εγκατέλειψαν, θεωρώντας ότι το πλάνο που είχε στο μυαλό του ήταν ουτοπικό.
Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης
Ένας Ιάπωνας εκτέθηκε στην παγκόσμια αγορά μετά την ανάκληση χιλιάδων σκευών μαγειρικής, τα οποία έλιωναν όταν άρχιζαν να θερμαίνονται.
Για να αντισταθμίσει τις απώλειες που υπέστη από τη συγκεκριμένη υπόθεση και να διασφαλίσει ότι ποτέ ξανά δεν θα συνέβαινε κάτι ανάλογο, ο βασιλιάς των low cost επίπλων της Ιαπωνίας, Akio Nitori, προέβη σε μία πρωτοποριακή κίνηση. Προσέλαβε μία ομάδα μηχανικών, οι οποίοι προέρχονταν από τη βιομηχανία αυτοκινήτων, με σκοπό να στελεχώσουν την υπηρεσία διασφάλισης ποιότητας και δοκιμής των παραγόμενων προϊόντων.
Στο θάλαμο των βασανιστηρίων
Δέκα χρόνια αργότερα, όλα τα προϊόντα της Nitori Holdings Co θα πρέπει να επιβιώσουν από το θάλαμο των βασανιστηρίων επίπλων, πριν διατεθούν σε εκθεσιακούς χώρους. Για παράδειγμα, η πλάτη κάθε καρέκλας περνάει από ειδικές συνθήκες πίεσης, καθώς συμπιέζεται με υδραυλική πρέσα. Οι τεχνικοί παλεύουν με τα πόδια των τραπεζιών του καφέ για να βεβαιωθούν ότι είναι ανθεκτικά στη σκληρή χρήση.
Ιδέες δανεικές από... παντού
Οι αδιανόητες για κάποιους πρακτικές όπως αυτές, σε συνδυασμό με την επιθυμία να δανείζεται ιδέες από παντού, κατέστησαν τον Nitori έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ιαπωνίας και την εταιρεία του, τη μεγαλύτερη βιομηχανία επίπλων της χώρας. «Οι άνθρωποι αναζητούν κάτι που θα είναι φθηνό, αλλά δεν θα δείχνει φθηνό», είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του, καθισμένος αναπαυτικά στην καρέκλα του γραφείου του, το οποίο βρίσκεται σε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα στα προάστια του Τόκιο. Τα προϊόντα του είναι ανάλογης φιλοσοφίας με τα
30 χρόνια συνεχούς κερδοφορίας
Όμως και τα οικονομικά αποτελέσματα δείχνουν ότι η Nitori αποδίδει διαρκώς καλύτερα. Στο 12μηνο που έκλεισε στις 20 Φεβρουαρίου, η Nitori Holdings πέτυχε κάτι που καμία άλλη εταιρεία στην Ιαπωνία δεν είχε πετύχει προηγουμένως: Την 30η συνεχόμενη χρονιά κερδοφορίας σε συνδυασμό με διαρκώς αυξανόμενες πωλήσεις. Πρόκειται για ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα αν αναλογιστεί κανείς ότι προηγήθηκε η κατάρρευση του real-estate στη χώρα καθώς και η εξαετής ύφεση.
Ο ανταγωνισμός με την ΙΚΕΑ
To 2006 η IKEA άνοιξε το πρώτο της κατάστημα στην Ιαπωνία. Ωστόσο ο ανταγωνισμός δεν επηρέασε καθόλου τον Nitori. O επιχειρηματίας σε μία προσπάθεια να μάθει τα μυστικά της αντιπάλου του, έστειλε ομάδες εργαζομένων στα καταστήματα της IKEA, με κάμερες και σημειωματάρια.
«Πέρασαν από κάθε τμήμα της επιχείρησής μας και έλεγξαν τα πάντα εξονυχιστικά», έλεγε χαρακτηριστικά ο Tommy Kullberg, ο τότε πρόεδρος του ιαπωνικού παραρτήματος της ΙΚΕΑ.
Κόντρα στο αποπληθωριστικό περιβάλλον
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι το αποπληθωριστικό περιβάλλον τιμωρεί τους περισσότερους παραδοσιακούς λιανεμπόρους της Ιαπωνίας, μειώνοντας τις πωλήσεις των πολυκαταστημάτων κάθε χρόνο, εκτός από ένα που χάραξε διαφορετική πορεία από 1998 έως και σήμερα, σύμφωνα με την Ένωση Καταστημάτων Ιαπωνίας. Ο Nitori κατάφερνε να ευημερεί, προσφέροντας ευκαιρίες στη μεσαία τάξη της Ιαπωνίας, η οποία έγινε πιο ευαίσθητη σε σχέση με τις τιμές με δεδομένη την οικονομική ύφεση.
Ο... τρελός είχε δίκιο
Κάποιοι από τους εργαζόμενους αποκάλεσαν τον Nitori τρελό και αποχώρησαν από την εταιρεία, όταν ο ίδιος επιστρέφοντας από ένα επιχειρηματικό σεμινάριο στα πρώτα χρόνια της καριέρας του, και ανακοίνωσε ένα πλάνο 30ετίας με στόχο να δημιουργήσει 100 καταστήματα σε όλη την Ιαπωνία.
Ο Nitori έγραψε βιβλίο για τη ζωή του, με τίτλο «Εσύ καθορίζεις την τύχη σου». Ένας αδέξιος πωλητής, που μερικές φορές σκόνταφτε μπροστά στους πελάτες, ο Nitori στα πρώτα χρόνια της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας, είχε μόνο δύο καταστήματα στη γενέτειρά του, Sapporo.
Έκτοτε πολλαπλασίασε τα καταστήματά του, δημιουργώντας 488 σημεία πώλησης, κυρίως στην Ιαπωνία. Φέτος, η αλυσίδα ανοίγει κατά μέσο όρο περίπου τέσσερα καταστήματα το μήνα, που πωλούν τα πάντα. Από καναπέδες και ράφια έως πετσέτες και πιάτα. Σε ό,τι αφορά στο οικονομικό έτος που έληξε στις 20 Φεβρουαρίου, τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 12% στα 513 δισ. γιέν (4,6 δισ. δολάρια), σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg.