Η εκπληκτική ιστορία της Βρετανικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών
Στην νέα ενότητα του news.gr Business Stories διαβάζετε ιστορίες επιχειρήσεων αλλά και επιχειρηματιών που επέδρασαν καθοριστικά στην παγκόσμια αγορά, που έφεραν νέες ιδέες, που εκτοξεύτηκαν στην κορυφή ενώ ήταν στο μηδέν ή οικονομικές αυτοκρατορίες που διαλύθηκαν...
Όμως, το story που θα διαβάσετε σήμερα είναι το σημείο από όπου ξεκίνησαν όλα, η τομή του παλαιού (επιχειρηματικού) κόσμου με το σήμερα!
Αυτή είναι η εκπληκτική ιστορία της Βρετανικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδίων!
Γράφει η Λήδα Δεληγιάννη
Όλα ξεκίνησαν για το πιπέρι (κυριολεκτικά)! Το πιπέρι και άλλα μπαχαρικά, όπως η κανέλα και το μοσχοκάρυδο δεν ήταν τόσο κοινά όσο πιστεύουμε σήμερα (που τα βρίσκουμε στα ράφια κάθε σούπερ μάρκετ). Βέβαια, η διακίνηση των μπαχαρικών είναι μια οικονομική δραστηριότητα από τα αρχαία χρόνια, όμως το προσοδοφόρο αυτό εμπόριο ήταν μια πρακτική για λίγους, κάποιους μεσάζοντες από τη Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική, που μεσολαβούσαν κι έδιναν τις μαγικές αυτές «σκόνες» σε εμπόρους από την Ευρώπη και την Αμερική.
Όμως, η ζήτηση ήταν πάντα πολύ υψηλότερη από την προσφορά, και – όπως γνωρίζουμε-, όταν συμβαίνει αυτό, η αγορά στρεβλώνεται, οι τιμές πάνε στα ύψη και όσοι θα μπορούσαν να έχουν κέρδη, δεν αρέσκονται καθόλου να χάνουν...
Στα 1300 περίπου, το πιπέρι και τα μπαχαρικά ήταν τα ακριβότερα commodities του κόσμου, με τιμές κιλού πολλαπλάσιες από τις τιμές ανά κιλό χρυσού.
Περίπου στα 1500 πλέον, οι Ευρωπαίοι είχαν την αναγκαία τεχνογνωσία στη ναυτιλία, ώστε να φτιάχνουν πλοία που θα άντεχαν σε μακρά ταξίδια και μεγάλα φορτία. Καθώς ο... κόμπος είχε φτάσει στο χτένι αφού ούτε οι πλουσιότεροι Ευρωπαίοι δεν άντεχαν τις αστρονομικές τιμές των μπαχαρικών (που τα ήθελαν για το φαγητό, τα ροφήματα τους, την παρασκευή αρωμάτων και φαρμάκων), και αφού η τεχνογνωσία υπήρχε, οι Ευρωπαίοι το αποφάσισαν: θα έφταναν οι ίδιοι στην πηγή! Και η χρυσοτόκος... πηγή των μπαχαρικών δεν ήταν άλλη από την υπο-ήπειρο της Ινδονησίας.
Μετά από περίπου έναν αιώνα αιμοβόρων και κοστοβόρων, όπου Ισπανία, Πορτογαλία, Αγγλία και Ολλανδία (κυρίως) είχαν χάσει πολλά στο βωμό του πιπεριού, την τελευταία ημέρα του έτους 1600, στις 31 Δεκεμβρίου, με την άδεια της Βασίλισσας Ελισάβετ, ιδρύεται η εταιρεία με την ονομασία Διοικητής και Εταιρεία Των Εμπόρων Του Λονδίνου Που Συναλλάσσονται με τις Ανατολικές Ινδίες. Όπως λέει και το όνομά της, η εταιρεία ήταν ουσιαστικά μια μετοχική εταιρεία εμπόρων που η οικονομική τους δραστηριότητα ήταν υπερατλαντική. Η πρώτη Ανώνυμη Εταιρεία του κόσμου (όπως γνωρίζουμε τις ΑΕ σήμερα) είναι γεγονός!
Η Εταιρεία μάλιστα κατάφερε να εξασφαλίσει ότι για 15 χρόνια θα είχε το αποκλειστικό δικαίωμα του εμπορίου με τις Ανατολικές Ινδίες, χωρίς καμία παρέμβαση από το – πανίσχυρο τότε- βρετανικό στέμμα.
Η διάρθρωση της Εταιρείας ήταν ένας διοικητής και 24 διευθυντές – μέτοχοι. Πρώτος διοικητής ήταν ο σερ Τόμας Σμάιθ, στο σπίτι του οποίου εγκαταστάθηκαν αρχικά τα γραφεία της.
Το αρχικό κεφάλαιο της Εταιρείας ανερχόταν στο ποσό των 68.000 λιρών, σε μετοχές των 50 λιρών. Ακόμη και τότε, το κεφάλαιο αυτό επαρκούσε μόλις για την αγορά, εξοπλισμό και επάνδρωση 4 πλοίων και για ένα ταξίδι.
Το ημερολόγιο έγραφε 13 Φεβρουαρίου 1601 όταν, με πανηγυρικές εκδηλώσεις και τεράστιες προσδοκίες, απέπλευσαν αυτά τα 4 πλοία.
Τα κέρδη από το πρώτο κιόλας ταξίδι ήταν τέτοια που «έσπασαν τη μπάνκα»: περισσότεροι από 500 τόνοι πιπεριού (!).
Έκτοτε, κάθε ταξίδι υπό την Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, όπως έμεινε γνωστή, ήταν και ένα διαφορετικό και εξαιρετικά κερδοφόρο πρότζεκτ, όπως θα λέγαμε σήμερα.
Έμποροι, επιχειρηματίες και άλλοι ενδιαφερόμενοι έμπαιναν στα έξοδα κάθε αποστολής αγοράζοντας μετοχές, από τις οποίες θα είχαν ποσοστιαία συμμετοχή στα κέρδη.
Το 1657 η Εταιρεία ήταν πλέον μια ΑΕ, ακριβώς όπως τις γνωρίζουμε σήμερα!
Και όπως κάθε επιτυχημένη επιχειρηματική συνταγή βέβαια, η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών δεν άργησε να αποκτήσει ανταγωνιστές: την Ολλανδική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών αλλά και τους Πορτογάλους.
Προκειμένου να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της, έναντι των ανταγωνιστών της, η Εταιρεία αναγκάστηκε να αποκτήσει τη δική της διοικητική ιεραρχία και δομή (ένα πολύ μεγάλο σώμα διοικητικών και οικονομικών υπαλλήλων, τόσο στο αγγλικό έδαφος, όσο και στο ινδονησιακό αλλά και το δικό της στρατό!
Στα τέλη του 18ου αιώνα, η Εταιρεία πέρασε στη διοίκηση του βρετανικού κράτους. Τότε ήρθη και το μονοπώλιο της Εταιρείας (το 1813).
Μετά από 2,5 αιώνες που η Εταιρεία απέφερε κέρδη δισεκατομμυρίων στους μετόχους της, έπαψε επίσημα να υπάρχει την 1η Ιουνίου του 1874.
Εν τω μεταξύ, η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών είχε αλλάξει όχι μόνον τη δομή του σύγχρονου εμπορίου και της οικονομίας, αλλά και τη μορφή του παγκόσμιου χάρτη: οι επικεφαλής της Εταιρείας ήταν πρακτικά οι διοικητές των περιοχών στις οποίες δραστηριοποιούνταν οικονομικά και εμπορικά, περιοχές συνολικής έκτασης πολλαπλάσιας από το Ηνωμένο Βασίλειο. Ίδρυσαν αποικίες σε περιοχές που μέχρι σήμερα διατηρούν μια σημαντική οικονομική αλλά και πολιτισμική σύνδεση με τη Μεγάλη Βρετανία, όπως για παράδειγμα η Σιγκαπούρη: το νησί αγοράστηκε το 1819, για τις ανάγκες της Εταιρείας, από τους Μαλαίο κυβερνήτη της περιοχής, τον Σουλτάνο του Τζοχόρ. Σήμερα, η Σιγκαπούρη είναι ένα σημαντικό οικονομικό κέντρο – που θυμίζει πολύ περισσότερο Δύση, παρά Ανατολή- και ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά λιμάνια του κόσμου._