Ο Πολ Μάναφορτ στο στόχαστρο των αρχών των ΗΠΑ
Ο Πολ Μάναφορτ, ο επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ για την προεδρία, παραδόθηκε στο FBI.
Το Γαλλικό Πρακτορείο σημειώνει πως πρόκειται για τις πρώτες απαγγελίες κατηγοριών στο πλαίσιο της έρευνας για ανάμιξη της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2016. Σύμφωνα με πηγές της Wall Street Journal, στις κατηγορίες σε βάρος του Μάναφορτ περιλαμβάνεται αυτή της φορολογικής απάτης.
Οι New York Times, επικαλούμενοι πρόσωπο που εμπλέκεται στην υπόθεση, αναφέρουν πως ο πρώην συνεργάτης του Μάναφορτ στις επιχειρήσεις, ο Ρικ Γκέιτς, κλήθηκε επίσης να παραδοθεί στις αμερικανικές αρχές.
Σε δύσκολη θέση ο Λευκός Οίκος
Αγωνία επικρατεί στην Ουάσινγκτον υπό το ενδεχόμενο των πρώτων συλλήψεων, αφού ένα ομοσπονδιακό παραπεμπτικό συμβούλιο ενόρκων (grand jury) φαίνεται να ενέκρινε την απαγγελία των πρώτων κατηγοριών γύρω από την υπόθεση εμπλοκής της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016, μεταδίδει το CNN.
Το ενδεχόμενο της σύλληψης ενός ή περισσοτέρων υπόπτων δημοσιοποίησε το CNN την Παρασκευή, ενώ θεωρείται πολικά βέβαιο ότι μια τέτοια εξέλιξη θα δώσει σοβαρότερη διάσταση στην έρευνα που διεξάγει ο ανεξάρτητος ανακριτής με εισαγγελικά καθήκοντα Ρόμπερ Μιούλερ. Η έρευνα αυτή εξετάζει το ενδεχόμενο συνωμοσίας μεταξύ στελεχών της προεκλογικής εκστρατείας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με Ρώσους αξιωματούχους και επιχειρηματίες.
Πολιτικοί αναλυτές στην αμερικανική πρωτεύουσα εκτιμούν επίσης ότι ενδεχόμενες συλλήψεις θα φέρουν σε δύσκολη θέση τον Λευκό Οίκο, εντείνοντας το κλίμα των γενικότερων πολιτικών πιέσεων γύρω από την κυβέρνηση Τραμπ.
Από την πλευρά τους ο Αμερικανός πρόεδρος και οι συνεργάτες του απορρίπτουν κάθε ενδεχόμενο συνωμοσίας με τους Ρώσους, ενώ μέχρι σήμερα δεν έχουν δημοσιευτεί αποδείξεις σχετικά με την ύπαρξη δόλιων επαφών και σχέσεων με την Ρωσία.
Κατ’ ελάχιστον το ενδεχόμενο των συλλήψεων θα δυσχεράνει την επιχειρηματολογία των συνεργατών του προέδρου Τραμπ, που αποδίδουν το ζήτημα που έχει προκύψει γύρω από τις προεδρικές εκλογές του 2016 και την Ρωσία σε σκευωρία του Δημοκρατικού Κόμματος, προκειμένου να δικαιολογηθεί η ήττα της προεδρικής υποψηφίου των Δημοκρατικών Χίλαρι Κλίντον.
Παράλληλα το επιτελείο Τραμπ χαρακτηρίζει τις τελευταίες εξελίξεις μια προσπάθεια αντιπερισπασμού του ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης στις ΗΠΑ από τις προσπάθειες για την προώθηση του νομοσχεδίου της φορολογικής μεταρρύθμισης μέσα στην εβδομάδα.
Οι συλλήψεις θα είναι το πρώτο βήμα σε μια σειρά ενεργειών του ανεξάρτητου ανακριτή, που εκτιμάται ότι θα έχουν ως στόχους μέλη της ομάδας των στενών συνεργατών, αλλά ακόμη και της οικογένειάς του Τραμπ, θέτοντας σε κίνδυνο την προεδρία του.
Ωστόσο αυτό εξαρτάται από το ποιους έχει “στοχοποιήσει” ο Μιούλερ, τον βαθμό της σχέσης που έχουν με τον πρόεδρο Τραμπ, αλλά και την αντίδραση του ίδιου του Αμερικανού προέδρου.
“Οι Δημοκρατικοί χρησιμοποιούν αυτό το τρομερό (και κακό για την χώρα μας) κυνήγι μαγισσών κακόβουλης πολιτικής, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι αντεπιτίθενται σήμερα όσο ποτέ άλλοτε. Υπάρχει τόση ενοχή από τους Δημοκρατικούς και την Κλίντον, ενώ τώρα τα γεγονότα γίνονται γνωστά. ΚΑΝΤΕ ΚΑΤΙ!” Έγραψε χαρακτηριστικά ο Τραμπ στο Twitter.
Η έρευνα του Μιούλερ έχει ως ουσιαστικό αντικείμενο τις επιχειρηματικές κι άλλες δραστηριότητες του πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, του Πολ Μάναφορτ, του πρώην Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικλ Φλιν, ενώ διερευνά και τις συνθήκες αποπομπής του πρώην διευθυντή του FBI Τζέιμς Κόμεϊ από τα καθήκοντά του. Αναφορικά με την στάση του προέδρου Τραμπ, ο Μιούλερ διερευνά εάν υπήρξε απόπειρα παρεμπόδισης του έργου της δικαιοσύνης.
Η στάση του Τραμπ τους πρώτους μήνες άσκησης των προεδρικών καθηκόντων του θεωρείται ουσιαστικό τμήμα της έρευνας του ειδικού ανακριτή, όπως επίσης και η αντίδρασή του έναντι ενδεχόμενων νέων εξελίξεων. Θα κατορθώσει ο πρόεδρος Τραμπ να ελέγξει την οργή του, ώστε να μην θέσει σε κίνδυνο την πολιτική και νομική ακεραιότητα της έρευνας του Μιούλερ; Αυτό είναι ένα από τα βασικά ερωτήματα που θέτουν πολιτικοί αναλυτές στην Ουάσινγκτον και το οποίο αναμένεται ν’ απαντηθεί μέσα στις επόμενες ημέρες.
Σε πολλές περιπτώσεις γύρω από την έρευνα για την εμπλοκή της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016, η συμπεριφορά του Τραμπ τον εξέθεσε σε μεγαλύτερο πολιτικό ρίσκο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η αποπομπή του Κόμεϊ, η οποία και οδήγησε στον διορισμό του ειδικού ανακριτή. Ο ίδιος ο Αμεριανός πρόεδρος βρίσκεται σε αδύναμη θέση, καθώς σύμφωνα με τα αποτελέσματα χθεσινής δημοσκόπησης (NBC/ Wall Street Journal), το ποσοστό της δημοτικότητας του βρίσκεται στο 38%, που είναι το χαμηλότερο από την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων του.
Ο Τάι Κόμπ, υψηλόβαθμος σύμβουλος του προέδρου Τραμπ, έσπευσε να ξεκαθαρίσει ότι τα χθεσινά μηνύματα του προέδρου στο Twitter δεν ήταν μία προσπάθεια ανταγωνισμού του Μιούλερ.
“Σε αντίθεση με όσα ισχυρίστηκαν πολλοί, τα σχόλια του προέδρου δεν συνδέονται με τις δραστηριότητες του ειδικού ανακριτή με τον οποίο κι εξακολουθεί να συνεργάζεται,” δήλωσε χαρακτηριστικά ο Κομπ στο CNN.
Ωστόσο, η τοποθέτηση αυτή αμφισβητείται από την αντίδραση του Τραμπ στο Twitter το Σαββατοκύριακο κι αφού είχε προηγηθεί η αναφορά του CNN σε επικείμενες συλλήψεις. Ο θυμός του Τραμπ φαίνεται ότι αποτέλεσε μία ξεκάθαρη προσπάθεια καθορισμού της πολιτικής ατζέντας, μετά από μία εβδομάδα κατά την οποία ο Λευκός Οίκος και οι σύμμαχοί του προσπάθησαν να θολώσουν τα νερά στην έρευνα που διεξάγεται γύρω από την Ρωσία.
Παράλληλα σκεπτικισμός επικρατεί στην αμερικανική πρωτεύουσα αναφορικά με το ενδεχόμενο αποπομπής του Μιούλερ από τον πρόεδρο Τραμπ. Μία τέτοια εξέλιξη θα προκαλούσε συνταγματική κρίση, ενώ θα έφερνε σε δύσκολη θέση τους ηγέτες των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο.
Το σημερινό κεντρικό άρθρο της εφημερίδας “The Wall Street Journal” αλλά και συντηρητικοί αρθρογράφοι καλούν τον Μιούλερ να παραιτηθεί, υποστηρίζοντας ότι η προϋπηρεσία του στο FBI καθιστά αδύνατο για τον ίδιο να διερευνήσει αντικειμενικά το ρόλο του Τραμπ στην ενδεχόμενη εμπλοκή της Ρωσίας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016.
Από την άλλη μεριά, στην περίπτωση που η απαγγελία κατηγοριών γίνει κατά ανθρώπων που δεν βρίσκονται στο στενό κύκλο των συνεργατών του Τραμπ, τότε θα μπορεί ν’ αξιοποιήσει πολιτικά μία τέτοια εξέλιξη χαρακτηρίζοντας την ως “νίκη,” ζητώντας την ολοκλήρωση της έρευνας για την Ρωσία.
Ωστόσο, οι ενδείξεις ότι ο Μιούλερ προχωρεί σε βάθος με την έρευνα αναμένεται ότι θα εντείνουν τις αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, καθώς αρκετοί γερουσιαστές έχουν ασκήσει κριτική στον Τραμπ για τον τρόπο άσκησης των προεδρικών καθηκόντων του. Η περίοδος αυτή είναι ιδιαιτέρως πολιτικά κρίσιμη για τους Ρεπουμπλικάνους, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια προώθησης του νομοσχεδίου της φορολογικής μεταρρύθμισης με στόχο να τερματιστεί η νομοθετική στασιμότητα που χαρακτήρισε το πρώτο δεκάμηνο της παρουσίας του Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Οι εξελίξεις τόσο γύρω από την έρευνα Μιούλερ, όσο και γύρω από το φορολογικό νομοσχέδιο ενδέχεται να μονοπωλήσουν το πολιτικό ενδιαφέρον έναντι της επίσημης επίσκεψης που θα πραγματοποιήσει ο Τραμπ στην Ασία στο τέλος της εβδομάδας. Πρόκειται για την πιο σημαντική επίσκεψη του στο εξωτερικό μετά την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων του τον περασμένο Ιανουάριο κι ενώ έχει κλιμακωθεί επικίνδυνα η ένταση στην Κορεατική Χερσόνησο.
Από την άλλη μεριά, στο επίκεντρο της κριτικής από τον Λευκό Οίκο βρίσκεται η Χίλαρι Κλίντον αναφορικά με την πώληση εταιρίας που σχετίζεται με το ουράνιο σε Ρώσους επενδυτές την περίοδο που ήταν υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ. Παράλληλα, ο Λευκός Οίκος υιοθετεί δημοσίευμα της εφημερίδας “The Washington Post” σύμφωνα με το οποίο η προεκλογική εκστρατεία της Κλίντον, αλλά και η Εθνική Επιτροπή του Δημοκρατικού Κόμματος, είχαν προσλάβει νομικό γραφείο το οποίο με την σειρά του προσέλαβε την εταιρία Fusion GPS η οποία και οργάνωσε το περιβόητο ντοσιέ σχετίκα με τις σχέσεις του Τραμπ με την Ρωσία.
Ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι η Κλίντον -και όχι ο πρόεδρος- θα πρέπει να ερευνηθεί για το ενδεχόμενο συνωμοσίας με την Ρωσία, ώστε να επηρεαστούν οι εκλογές.
Την πιθανή εμπλοκή της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016 διερευνούν εκτός του Μιούλερ, η Επιτροπή για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Γερουσίας, η αντίστοιχη επιτροπή στην Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά και η Επιτροπή Δικαιοσύνης της Γερουσίας. Ο ειδικός ανακριτής καθώς έχει εισαγγελικά καθήκοντα μπορεί ν’ απαγγείλει κατηγορίες.