Η TAZ εκτιμά ότι ο φόβος που κράτησε τη Σκωτία στη στερλίνα και την Ελλάδα στο ευρώ επηρεάζει την Καταλονία
Το θέμα της Καταλονίας, που κυριαρχεί στην ευρωπαϊκή πολιτική επικαιρότητα τις τελευταίες ημέρες, σχολιάζει η αριστερή Tageszeitung. Η εφημερίδα του Βερολίνου εστιάζει στις αποσχιστικές τάσεις των Καταλανών, επιχειρώντας έναν παραλληλισμό με τις περιπτώσεις των Ελλήνων στο δημοψήφισμα του 2015, όπου είχε τεθεί ζήτημα παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη, και των Σκωτσέζων με το δημοψήφισμα για την ανεξαρτητοποίηση από το Ηνωμένο Βασίλειο το 2014. Η TAZ εκτιμά ότι δεν θα υπάρξει απόσχιση της Καταλονίας. «Όπως οι Σκωτσέζοι και οι Έλληνες, έτσι και οι Καταλανοί θα διστάσουν να αλλάξουν το στάτους κβο. Ο φόβος να οδηγηθούν σε ένα νέο νόμισμα είναι μεγάλος. Οι Σκωτσέζοι θέλησαν να παραμείνουν στη βρετανική λίρα, οι Έλληνες φοβήθηκαν να επιστρέψουν στη δραχμή και οι Καταλανοί δεν θα θελήσουν να τυπώσουν δικές τους πεσέτες».
Εστιάζοντας στο ελληνικό παράδειγμα, η εφημερίδα του Βερολίνου σημειώνει ότι «το καλοκαίρι του 2015 οι ψηφοφόροι αποφάσισαν ότι δεν θέλουν να υποκύψουν άλλο στο πρόσταγμα της τρόικας. Όμως λίγο αργότερα ο Αλέξης Τσίπρας υπέγραψε ακριβώς αυτό: την απόλυτη υποταγή. Οι πολίτες δεν του κράτησαν όμως κακία για αυτήν τη στροφή 180 μοιρών, αντιθέτως. Ο Τσίπρας επανεξελέγη. Διότι οι Έλληνες κατάλαβαν το δίλημμά του: Το Grexit φαινόταν ακόμη χειρότερο από την υποταγή στον Σόιμπλε».
Η TAZ εκτιμά ότι ο φόβος που κράτησε τη Σκωτία στη στερλίνα και την Ελλάδα στο ευρώ ενδέχεται να επηρεάσει σήμερα τις αποφάσεις στην Καταλονία. Πάντως το σχόλιο κλείνει με μια προειδοποίηση: «Η δύναμη του ισχυρού νομίσματος δεν επιτρέπεται να γίνεται αντικείμενο κατάχρησης. Θα ήταν ολέθριο εάν απλά αγνοούνταν οι Σκωτσέζοι, οι Καταλανοί και οι Έλληνες επειδή είναι σαφές ότι παραμένουν από ανάγκη. Η πολιτική νομιμοποιείται μόνο όταν είναι πρόθυμη για διάλογο και συμβιβασμούς».
Για δυσαναπλήρωτο κενό που αφήνει η αποχώρηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών κάνει λόγο εκτενές αφιέρωμα της Welt am Sonntag στον χριστιανοδημοκράτη πολιτικό. Η εφημερίδα του Βερολίνου ταυτίζει τον Β. Σόιμπλε με την ίδια την Ευρώπη, εξαίροντας τη συμβολή του στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής τα προηγούμενα χρόνια. «Μόνο στα τελευταία οκτώ χρόνια ο Σόιμπλε βίωσε και συναποφάσισε στο πλαίσιο της ευρωκρίσης περισσότερα από ό,τι οι περισσότεροι προκάτοχοί του συνολικά. Έβαλε τις βάσεις, οι οποίες -ανεξαρτήτως του ποιος θα τον διαδεχθεί- δεν μπορούν απλά να παρακαμφθούν χωρίς να προξενηθούν σοβαρές ζημιές στο οικοδόμημα της ευρωζώνης», γράφει μεταξύ άλλων η Welt της Κυριακής, η οποία χαρακτηρίζει τον Σόιμπλε έναν από «τους μεγαλύτερους γερμανούς πολιτικούς αυτής της εποχής», ο οποίος αποτέλεσε αξιόπιστο στήριγμα για την καγκελάριο Μέρκελ στη διαχείριση της ευρωκρίσης. Το δημοσίευμα αναφέρει την Ελλάδα ως «το καλύτερο παράδειγμα» για την ανθεκτικότητα που διέκρινε τον απερχόμενο υπουργό Οικονομικών. Όπως σημειώνει: «Σε μεγάλο βαθμό χωρίς να γίνει αντιληπτό από την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη ο Σόιμπλε ήθελε το 2011 να εξωθήσει τη χώρα εκτός νομισματικής ένωσης. (…) Τέσσερα χρόνια αργότερα το επιχείρησε εκ νέου. 'Ο Σόιμπλε χρησιμοποίησε την Ελλάδα ως παράδειγμα προκειμένου να καταστήσει σαφές σε μεγάλες χώρες όπως η Ιταλία από τι απειλούνται εάν δεν παίξουν σύμφωνα με τους κανόνες' λέει ένας συνεργάτης του Β. Σόιμπλε». Σύμφωνα με το δημοσίευμα, «η Μέρκελ τον σταμάτησε. Ο Σόιμπλε δεν τα παράτησε όμως, αλλά διαπραγματεύθηκε το επόμενο πακέτο διάσωσης για την οικονομικά δυσπραγή χώρα. Δεν είναι πάντα δείγμα αδυναμίας όταν συνεχίζει κανείς το έργο του παρά την ήττα που υπέστη».
Η Welt am Sonntag εκτιμά ότι η Άγκελα Μέρκελ δεν θα μπορέσει να μεταθέσει στο μακρινό μέλλον το ζήτημα της διαχείρισης της ευρωκρίσης. «Μέχρι το καλοκαίρι η επόμενη γερμανική κυβέρνηση πρέπει να αποφασίσει εάν θα εγκρίνει μια ελάφρυνση του ελληνικού χρέους ώστε το ΔΝΤ να συμμετάσχει τελικά με κεφάλαια στο τρίτο πρόγραμμα βοήθειας. Ο Σόιμπλε δεν το ήθελε ποτέ (σ.σ. ελάφρυνση χρέους), αλλά εν τέλει θα υπέκυπτε στην αναγκαιότητα. Με έναν υπουργό Οικονομικών από το FDP αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο», παρατηρεί η εφημερίδα, εκτιμώντας ότι η «η Ελλάδα και το μέλλον του ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) είναι μόνο δύο από τα πολλά ζητήματα ευρωπαϊκής πολιτικής που ενδέχεται να απασχολήσουν τη νέα γερμανική κυβέρνηση στο σύνολο της επόμενης νομοθετικής περιόδου».
Για δύο αντιμαχόμενες τάσεις στο εσωτερικό των γερμανών Φιλελευθέρων σε σχέση με τη γραμμή που πρέπει να ακολουθήσει το κόμμα στο πεδίο της πολιτικής στην ευρωζώνη, κάνει λόγο δημοσίευμα του περιοδικού Spiegel. Όπως σημειώνει, «όσο περισσότερο πλησιάζουν οι συνομιλίες σχετικά με έναν συνασπισμό 'Τζαμάικα' (σ.σ. CDU/CSU, FDP και Πρασίνων), τόσο εντονότερα τίθεται το ερώτημα σχετικά με το ποια είναι η γραμμή του FDP στο πεδίο της ευρωπαϊκής πολιτικής». Ο Αλεξάντερ Γκραφ Λάμπσντορφ, ηγετικό στέλεχος των Φιλελευθέρων και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, επισημαίνει στο γερμανικό περιοδικό ότι «ο φόβος για το FDP στην Ευρώπη είναι αβάσιμος. Για εμάς η αλληλεγγύη δεν είναι ξένη λέξη, αλλά μια θεμελιώδης αρχή της ΕΕ. Το FDP δεν την θέτει εν αμφιβόλω».
Ωστόσο, σύμφωνα με το Spiegel δεν έχουν όλα τα στελέχη του κόμματος την ίδια άποψη. «Το προεκλογικό τους πρόγραμμα δίνει περισσότερο την αίσθηση της επιβολής ποινών παρά της αλληλεγγύης. Σε αυτήν δεν διαβάζει κανείς μόνο μια απόρριψη των νεώτερων ιδεών του (γάλλου προέδρου) Μακρόν. Εάν εφαρμοζόταν θα αντέστρεφε μεγάλα τμήματα της ακολουθούμενης μέχρι σήμερα πολιτικής για τη διάσωση του ευρώ και ενδεχομένως θα προκαλούσε νέες νομισματικές και χρηματοοικονομικές κρίσεις», εκτιμά το γερμανικό περιοδικό, το οποίο διακρίνει μια διαμάχη ανάμεσα σε δύο πτέρυγες εντός του FDP για το μέλλον της νομισματικής ένωσης. Μία διαμάχη που, όπως γράφει το Spiegel, «δεν ενδιέφερε σχεδόν κανέναν» τα χρόνια που το κόμμα βρισκόταν εκτός ομοσπονδιακής βουλής, όμως τώρα που ενδέχεται ο επόμενος υπουργός Οικονομικών να είναι στέλεχος του κόμματος «παλιές, άλυτες αντιπαραθέσεις επανέρχονται στο προσκήνιο», σημειώνει το περιοδικό και συνεχίζει: «έχουν περάσει επτά χρόνια από το πρώτο πακέτο διάσωσης προς την υπερχρεωμένη Ελλάδα – και η εσωτερική δοκιμασία ξεκίνησε. Το 2011 οι φιλελεύθεροι πολέμιοι ενός μόνιμου ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης ηττήθηκαν οριακά σε ψηφοφορία των μελών του κόμματος».
Όπως επισημαίνει τέλος το Spiegel, ο επικεφαλής του FDP Κρίστιαν Λίντνερ δεν έχει τοποθετηθεί μέχρι σήμερα αυτοπροσώπως για το ζήτημα και φαίνεται ότι επιδιώκει να «κρατήσει για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα κάτω από το χαλί» τους διαξιφισμούς των δύο αντιμαχόμενων μερίδων εντός του κόμματός του. Όπως εκτιμά το περιοδικό, οι θέσεις που εκφράζουν οι σκληροπυρηνικοί του κόμματός του μπορεί να τον βοηθήσουν στις δύσκολες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης ώστε να περάσει άλλα φιλελεύθερα αιτήματα, όπως για παράδειγμα ένα πλαίσιο κανονισμών που να ρυθμίζει τη χρεοκοπία κρατών στην ευρωζώνη.