Μία εντυπωσιακή, ανορθόδοξη και ριψοκίνδυνη τακτική που πήρε το όνομά της από το γνωστό videogame
To 1982 η εταιρεία Bendix επιχείρησε να αποκτήσει τον έλεγχο της επιχείρησης χημικών, αεροσκαφών και ηλεκτρονικών Martin Marietta μέσω μίας «επιθετικής εξαγοράς». Η Martin Marietta απάντησε με μία ασυνήθιστη αμυντική τακτική που είναι γνωστή ως «άμυνα Pac-Man».
Γράφει ο Σπύρος Πιστικός
Η Martin Marietta δεν ήθελε να εξαγοραστεί από την Bendix, και γι’ αυτό η τελευταία προχώρησε στην τακτική της επιθετικής εξαγοράς (hostile takeover): παρακάμπτοντας τη διοίκηση της εταιρείας-στόχου, άρχισε να αποκτά μέρος των μετοχών της από τρίτους μετόχους, με στόχο να αποκτήσει την πλειοψηφία των μετοχών, και εν τέλει τον έλεγχο της Martin Marietta.
Τι θα μπορούσε να κάνει η εταιρεία-στόχος σε αυτήν την περίπτωση; «Τίποτα», θα μπορούσε να πει κανείς. Από τη στιγμή που όλα γίνονταν απολύτως νόμιμα και εφόσον η Bendix αποκτούσε την πλειοψηφία των μετοχών της Martin Marietta, πώς θα μπορούσε να αντιδράσει η τελευταία;
Η «Άμυνα Pac-Man»
Στο κλασικό ηλεκτρονικό παιχνίδι Pac-Man, ο συμπαθητικός κίτρινος χαρακτήρας καταδιώκεται από τέσσερα χρωματιστά φαντασματάκια σε έναν λαβύρινθο γεμάτο βούλες, με στόχο να τις φάει όλες χωρίς να τον «φάνε» τα φαντάσματα. Όμως μέσα στο λαβύρινθο υπάρχουν και οι μεγάλες βούλες, που όταν τις τρώει ο Pac-Man γίνεται από θήραμα, κυνηγός. Δηλαδή, είναι πλέον αυτός που κυνηγά τα φαντασματάκια.
Αυτή είναι και η λογική της «άμυνας Pac-Man», την οποία εφήρμοσε στην περίπτωση αυτή η Martin Marietta: η εταιρεία-στόχος αντιδρά στην επιχειρούμενη επιθετική εξαγορά, αγοράζοντας η ίδια μετοχές της εταιρείας που προσπαθεί να την εξαγοράσει – γίνεται δηλαδή κι αυτή από θήραμα, κυνηγός.
Εν προκειμένω, η Martin Marietta έκανε το εξής: όταν η Bendix, με επικεφαλής τον William Agee, κατάφερε στα χαρτιά να αποκτήσει πλειοψηφικό ποσοστό μετοχών, και προτού προλάβει να αναλάβει και de facto τον έλεγχο της εταιρείας, προχώρησε στην πώληση των τμημάτων της χημικών, τσιμέντου και αλουμινίου και δανείστηκε πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια για να εξαγοράσει με τη σειρά της μετοχές της Bendix.
Μία ριψοκίνδυνη τακτική
Πρόκειται για μία εντυπωσιακή, αλλά και ανορθόδοξη αμυντική τακτική που θεωρείται ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη, καθώς είναι πολύ «ακριβή»: για να χρηματοδοτήσει την αντεπιχείρηση εξαγοράς, η εταιρεία-στόχος πρέπει να δαπανήσει σημαντικά κεφάλαια, που στερεί από άλλους τομείς που θα μπορούσε να τα δαπανήσει (π.χ. για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της). Και πράγματι, μέσω της διαδικασίας αυτής, το χρέος της Martin Marietta τετραπλασιάστηκε, φτάνοντας στο 40% του τζίρου της.
Όμως τελικά η τακτική αυτή αποδείχθηκε επιτυχής για την εταιρεία-στόχο: η Bendix, αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο εξαγοράς της από την ίδια της εταιρεία που ήθελε να εξαγοράσει, απευθύνθηκε στην Allied Corporation, πείθοντάς την να λειτουργήσει ως «λευκός ιππότης» (ένας φιλικός επενδυτής που αποκτά μία επιχείρηση με την υποστήριξη του διοικητικού συμβουλίου της τελευταίας). Τελικά, το 1983 η Allied εξαγόρασε την Bendix.
Όσο για τη Martin Marietta, αυτή κατάφερε τελικά να επιβιώσει, παρά τα χρέη της, σε μεγάλο βαθμό χάρη στα μεγάλα συμβόλαια εξοπλισμών που εξασφάλισε από την κυβέρνηση Ρίγκαν στη δεκαετία του 1980. Μπορεί το όνομά της να μη λέει τίποτα σε πολλούς, όμως σίγουρα πολύ περισσότεροι γνωρίζουν την εταιρεία που δημιουργήθηκε από τη συγχώνευσή της με την Lockheed το 1995: είναι η Lockheed Martin, ο αμερικανικός κολοσσός των οπλικών συστημάτων.
Οι μιμητές της Martin Marietta
Η επιτυχία της Martin Marietta προκάλεσε αίσθηση στη Γουολ Στριτ, καθώς λίγοι ήταν αυτοί που περίμεναν πως μία τόσο τολμηρή και ανορθόδοξη κίνηση θα απέδιδε καρπούς. Μάλιστα, το 1984 η αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χαρακτήρισε «ανησυχητική» την τακτική αυτή, χωρίς πάντως να την απαγορεύσει.
Έτσι, η «άμυνα Pac-Man» βρήκε τελικά μιμητές: Τον 1988, η E-II Holdings επιχείρησε μία επιθετική εξαγορά της American Brands. Όμως ήταν τελικά η American Brands που, ένα μήνα αργότερα, αγόρασε την E-II έναντι 2,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Και τον Οκτώβριο του 2013, η Jos. A. Bank επιχείρησε να εξαγοράσει επιθετικά τη μεγαλύτερη σε μέγεθος ανταγωνίστριά της στο χώρο των ρούχων, Men’s Warehouse, έναντι 2,4 δισ. δολαρίων. Η τελευταία απάντησε με μία αντιπρόταση εξαγοράς της Jos. A. Bank, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει ένας «πόλεμος» μεταξύ των δύο, ο οποίος κράτησε πέντε μήνες. Στο τέλος, ήταν η Men’s Warehouse που εξαγόρασε την Jos. A. Bank έναντι 1,8 δισ. δολαρίων.