Πώς μπορεί να ξεπεραστεί ο «σκόπελος» του ΔΝΤ
«Ναι, η Ελλάδα μπορεί». Τον χαρακτηριστικό αυτό τίτλο επιλέγει σε άρθρο του που δημοσιεύεται στο Bloomberg ο αρθρογράφος Markus Ashworth, αναλύοντας το πώς η Ελλάδα μπορεί να βγει με επιτυχία στις αγορές.
«Οι ελπίδες της Ελλάδας να επιστρέψει στις αγορές μετά από απουσία τριών ετών καθυστερούν λόγω ενός από τους κύριους πιστωτές του, του ΔΝΤ. Υπό τους αυστηρούς όρους του προγράμματός της, το χρέος της χώρας είναι ακόμα υπερβολικά υψηλό για να σκεφτεί να πουλήσει περισσότερο χρέος, σύμφωνα με το ΔΝΤ», αναφέρει εισαγωγικά ο αρθρογράφος, εξηγώντας όμως ότι υπάρχει μία συμβιβαστική λύση την οποία η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει.
Όπως σημειώνει, η κυβέρνηση ετοιμάζεται για έκδοση πενταετών ομολόγων αξίας ως και 4 δισ. ευρώ, έχοντας αποπληρώσει πριν από λίγες μέρες χρέος ύψους 6 δισ. ευρώ. Όμως η αποπληρωμή αυτή έγινε με χρήματα από τον ESM, και επομένως το συνολικό χρέος της Ελλάδας δε μειώθηκε, απλά παρατάθηκε.
Η αντίθεση του ΔΝΤ στην έκδοση νέου χρέους δεν εμποδίζει την Ελλάδα από το να τροποποιήσει τη σύσταση του χρέους της, παρατείνοντας τις ωριμάνσεις, σημειώνει ο Ashworth, εξηγώντας πως οι ελληνικές τράπεζες που διακρατούν ένα ομόλογο ύψους 4 δισ. ευρώ λήξης 2019 θα το αντάλλασσαν ευχαρίστως με ένα ομόλογο μεγαλύτερης διάρκειας με μεγαλύτερο επιτόκιο, ειδικά τώρα που τα ομόλογα του Ιουλίου αποπληρώθηκαν κανονικά.
Η κυβέρνηση σχεδίαζε ήδη να ανταλλάξει αυτά τα ομόλογα λήξης 2019 με νέα πενταετή ομόλογα, τα οποία θα είναι ανοιχτά και για ξένους επενδυτές. Αυτό το μέρος ίσως θα πρέπει να περιμένει, όμως η δυνατότητα αυτή εξακολουθεί να υπάρχει, επισημαίνει ο αρθρογράφος, υπενθυμίζοντας ότι αυτή η τεχνική της ανταλλαγής ομολόγων ακολουθήθηκε και από άλλες χώρες, όπως η Πορτογαλία, όταν επιχείρησαν να επιστρέψουν στις αγορές μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων στήριξής τους.
Μία άλλη λύση, αναφέρει ο Ashworth, θα ήταν να επιτραπεί ένα μέρος από τα 15 δισεκατομμύρια χρέους που ωριμάζουν εντός 12μήνου, να ωριμάσουν χωρίς να αντικατασταθούν από νέο χρέος. Αυτό θα μείωνε τον τρέχοντα δανεισμό της, επιτρέποντάς της να εξετάσει το ενδεχόμενο έκδοσης μεγαλύτερων σε διάρκεια ομολόγων.
Ωστόσο, εκτιμά ο ίδιος, η μείωση της ρευστότητας στην τραπεζική αγορά (καθώς οι τράπεζες χρησιμοποιούν αυτά τα ομόλογα για να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) με την Ελλάδα να βρίσκεται ακόμα σε επισφαλή κατάσταση θα ήταν ένα ριψοκίνδυνο βραχυπρόθεσμο μέτρο που τόσο το ΔΝΤ, όσο και η ΕΚΤ, πιθανότατα δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι.
«Η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευθεί το momentum που έχει συσσωρευτεί γύρω από μία νέα έκδοση, προχωρώντας με ένα νέο ομόλογο, ακόμα κι αν είναι αρχικά διαθέσιμο μόνο για τους κατόχους υπάρχοντος χρέους. Τότε τουλάχιστον θα υπάρχει μία πλατφόρμα για το επόμενο βήμα, όταν οι διαφορές με το ΔΝΤ εξομαλυνθούν», καταλήγει το άρθρο.