Το 2016 σημειώθηκε στην Ελλάδα πτώση στην κατανάλωση γάλακτος περίπου 10-12%
Σε «ελεύθερη πτώση» βρίσκεται η ελληνική αγορά γάλακτος, σύμφωνα με όσα ανέφερε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), Χρήστος Αποστολόπουλος, επισημαίνοντας ότι τα τελευταία χρόνια η πορεία της είναι συνεχώς πτωτική.
«Παρατηρείται μια σταθερή πτώση της κατανάλωσης της ελληνικής αγοράς γάλακτος, η οποία τον πρώτο καιρό της ύφεσης μπορούσε να δικαιολογηθεί από το γεγονός ότι ο καταναλωτής, λόγω της οικονομικής κρίσης περιόριζε τις αγορές του σε προϊόντα διατροφής. Δεδομένου ότι το γάλα αποτελεί ένα προϊόν βασικής διατροφής και ανελαστικό ως προς τη ζήτησή του, με μεγάλη έκπληξη διαπιστώσαμε ότι το 2016 σημειώθηκε πτώση στην κατανάλωση γάλακτος, σε όλες τις κατηγορίες, περίπου 10-12%».
Σύμφωνα με τον κ. Αποστολόπουλο, ένας λόγος που μπορεί, εν μέρει, να δικαιολογήσει την πτώση της κατανάλωσης γάλακτος είναι η υπογεννητικότητα, καθώς οι γεννήσεις στην Ελλάδα έχουν μειωθεί κατά 15%.
Αντίστοιχα και ο τζίρος της αγοράς εμφάνισε μείωση 12-17% το 2016, σύμφωνα με τον κ. Αποστολόπουλο. Αναφορικά με το 2017 «οι πρώτες ενδείξεις φανερώνουν ότι το πρόβλημα παραμένει, ωστόσο είναι ηπιότερο σε σχέση με το 2016. Συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο του 2017 σημειώνεται πτώση 6-15% στον όγκο, ανάλογα με τα είδη γάλακτος, ενώ σε αξία παρατηρείται μείωση 10-12%».
Σύμφωνα με τον κ. Αποστολόπουλο, η εγχώρια ζήτηση έχει μειωθεί πολύ και η μόνη διέξοδος για τις εταιρείες του κλάδου είναι η εξωστρέφεια. Παράλληλα, αναγκαίο είναι οι εταιρείες του κλάδου να προχωρήσουν σε επενδύσεις στην παραγωγή νέων, καινοτόμων προϊόντων.
Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε, «λόγω της οικονομικής ύφεσης η αγορά δύσκολα “βλέπει” νέα προϊόντα, διότι με πολύ δισταγμό οι εταιρείες επενδύουν σε νέες τεχνολογίες και νέο εξοπλισμό για την παραγωγή νέων προϊόντων. Δεν σημαίνει ότι δεν κάνουν επενδύσεις, αλλά όχι στον ρυθμό που υλοποιούνταν στο παρελθόν. Είναι μια αγορά ηλικιωμένη από πλευράς “μπράντας” και δεν έχει ανανεωθεί».
Παράλληλα, ο κ. Αποστολόπουλος εξέφρασε την ανησυχία του για το γεγονός ότι ο αριθμός των παραγωγών αγελαδινού γάλακτος φθίνει, ανερχόμενος σε περίπου 3.000. Παράλληλα, η συνολική παραγωγή αγελαδινού γάλακτος είναι μειωμένη, αγγίζοντας τους 600.000 τόνους το 2016, ενώ πριν μερικά χρόνια ήταν 700.000.
Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «η παραγωγή αγελαδινού γάλακτος είναι οριακά συμφέρουσα και συνεχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα. Αντιθέτως στην κατηγορία του πρόβειου γάλακτος τα πράγματα είναι σταθερά, αλλά οι τιμές που απολαμβάνουν τα προϊόντα δεν είναι αυτές που θα έπρεπε. Συγκεκριμένα, στη φέτα το 2016 σημειώθηκε σημαντική αύξηση των εξαγωγών, φτάνοντας στους 52.000 τόνους, σχεδόν το 40% της παραγωγής της φέτας που παράγεται στην Ελλάδα εξάγεται. Ωστόσο, η μέση αξία της φέτας στις αγορές του εξωτερικού ήταν 5,9 ευρώ το κιλό το 2016, τιμή χαμηλότερη από την αντίστοιχη τιμή που πωλείται στην ελληνικά αγορά».
Με αφορμή τον σημερινό εορτασμό της παγκόσμιας ημέρας γάλακτος που θεσπίστηκε από τον Οργανισμό Γεωργίας & Τροφίμων των Ηνωμένων Εθνών, ο κ Αποστολόπουλος επεσήμανε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την υπέρτατη αξία του γάλακτος, ως πολύτιμου φυσικού τροφίμου που συμβάλει τα μέγιστα στην καλή υγεία του ανθρώπου κάθε ηλικίας.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «το γάλα είναι πολύ εξαιρετική τροφή για τον άνθρωπο. Αξίζει τον κόπο να την καταναλώνει, να μην κάνει περικοπές σε τρόφιμα που προάγουν την υγεία. Ο καταναλωτής πρέπει να έχει εμπιστοσύνη στην ποιότητα του γάλακτος που παράγεται στη χώρα και ελπίζουμε η εγχώρια αγορά να δει καλύτερες ημέρες».
Επίσης, πρόσθεσε ότι η όποια παραπληροφόρηση που συστηματικά γίνεται και η «τεκμηρίωση» που χρησιμοποιείται από κέντρα που επιβουλεύονται την ευρεία διάδοση και αποδοχή του γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, φαίνεται τουλάχιστον αστεία μπροστά στα αναρίθμητα επιστημονικά τεκμηριωμένα οφέλη του γάλακτος στην καλή υγεία του ανθρώπου.