Tα κράτη-μέλη της ευρωζώνης θα αποφύγουν συγκεκριμένα μέτρα ελάφρυνσης
Η Ελλάδα ίσως να μην πάρει το πακέτο της βελτιωμένης πρότασης για την ελάφρυνση του χρέους που περιμένει στο επόμενο Eurogroup, αναφέρουν πηγές του Bloomberg.
Οι πιστωτές της ευρωζώνης είναι απίθανο να δεσμευτούν σε περαιτέρω λεπτομέρειες των μέτρων και μετά την επέκταση της περιόδου λήξεως των δανείων διάσωσης που συζητήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, τόνισαν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι μιλώντας στο πρακτορείο.
Αξιωματούχοι που εμπλέκονται στις διαπραγματεύσεις διέρρευσαν πως τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης κατά πάσα πιθανότητα θα αποφύγουν να συζητήσουν συγκεκριμένα μέτρα ελάφρυνσης πέρα από τη δυνατότητα 15ετούς επέκτασης των δανείων στήριξης, η οποία τέθηκε επί τάπητος και στην προηγούμενη συνεδρίαση του Eurogroup.
Η επιμήκυνση που πρότειναν οι Ευρωπαίοι κρίθηκε ανεπαρκής από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διαμήνυσε χθες, δια στόματος του Μπενουά Κερέ, ότι θα ήταν καλό για την ελληνική οικονομία να υπάρξει άμεσα «καθαρότητα» όσον αφορά τις προοπτικές του χρέους.
Αυτό που ζητάει η ελληνική κυβέρνηση είναι σαφήνεια για το θέμα του χρέους, και αυτό δεν ήταν στο τραπέζι, δήλωσε ο Έλληνας υπουργός Ευκλείδης Τσακαλώτος στο συνέδριο του Economist στη Φρανκφούρτη χθες.
Θα υποχωρήσει η Ελλάδα, λέει Γερμανός εκ των «5 σοφών»
Εφικτή χαρακτηρίζει την επίτευξη συμφωνίας στο επικείμενο Eurogroup της 15ης Ιουνίου ο οικονομολόγος Λαρς Φελντ, ένας εκ των λεγόμενων «5 σοφών» της γερμανικής οικονομίας, βάζοντας ωστόσο έναν σημαντικό αστερίσκο.
Όπως εκτίμησε σε συνέντευξη που παραχώρησε προς τη Deutsche Welle στο περιθώριο ημερίδας για τις δυνατότητες εξόδου της Ελλάδας στις αγορές που διοργάνωσε χθες Τετάρτη στη Φρανκφούρτη το περιοδικό Economist: «Κάποια συμφωνία θα πρέπει να υπάρξει στις 15 Ιουνίου, ακόμη κι αν είναι μόνον τυπική. Δεν πιστεύω όμως ότι στις 15 θα αποφασιστούν ήδη μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Κατά συνέπεια αυτό θα σημαίνει ότι το ΔΝΤ δεν θα είναι διατεθειμένο να διαθέσει πόρους και άλλα δάνεια στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει μια συμβιβαστική φόρμουλα, βάσει της οποίας το ΔΝΤ θα παραμείνει τυπικά στο πρόγραμμα, αλλά θα εκταμιεύσει χρήματα το 2018. Αυτό είναι στα όρια του εφικτού. Η πρόταση κατατέθηκε ήδη κατά την τελευταία συνάντηση, αλλά η Ελλάδα δεν μπορούσε να την αποδεχτεί. Τώρα όμως ενδεχομένως να βρεθεί λύση προς αυτή την κατεύθυνση».
Ο γνωστός γερμανός οικονομολόγος εκτιμά ότι εν τέλει η ελληνική κυβέρνηση θα αναγκαστεί να υπαναχωρήσει και υπό το βάρος της χρονικής πίεσης που ασκούν οι επικείμενες πληρωμές του Ιουλίου.
Ο Λαρς Φελντ ανήκει στο λεγόμενο Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης, ένα ανεξάρτητο όργανο που συμβουλεύει την εκάστοτε γερμανική κυβέρνηση σε ζητήματα οικονομικής πολιτικής.
«Ήδη το 2015 εμείς ταχθήκαμε κατά της ελάφρυνσης του χρέους (...) καθότι το 2012 είχαν ληφθεί ήδη ιδιαίτερα γενναιόδωρα μέτρα. Αργότερα αποφασίστηκε τελικά να περιμένουμε μέχρι το 2018 πριν αποφασιστούν ενδεχομένως νέες παρεμβάσεις. Τουλάχιστον αυτό θα πρέπει να τηρηθεί. Κατά την άποψή μου η κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι τόσο σοβαρή όσον αφορά το χρέος, όσο την παρουσιάζει το ΔΝΤ. Το Ταμείο κάνει προβλέψεις, για παράδειγμα για την ανάπτυξη, που είναι ιδιαίτερα απαισιόδοξες. Ίσως θα έπρεπε λοιπόν να δει κανείς τον επόμενο χρόνο κατά πόσον όλα αυτά είναι εφικτά», ανέφερε.
«Βλέπουμε ήδη τώρα ένα απροσδόκητα υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο δεν περιμέναμε. (...) Εάν παραμείνει σε αυτή την τροχιά, δεν αποκλείεται να πετύχει η Ελλάδα και το 2017 ένα μεγάλο πλεόνασμα και αυτό θα έδειχνε και στο ΔΝΤ ότι υπάρχουν μεγαλύτερες δυνατότητες απ΄ ότι προβλέπει. Και, εάν προχωρήσουν και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τότε μπορούν να γίνουν διαφορετικές εκτιμήσεις για την πορεία της ανάπτυξης. Υπό αυτή την έννοια η ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους δεν είναι τόσο μεγάλη όσο την αξιώνει το ΔΝΤ. Ακόμη και η ελληνική πλευρά ζητά πλέον μικρές παρεμβάσεις για το χρέος, όπως την παράταση της διάρκειας των δανείων. Εν τέλει πρόκειται για μέτρα, που στο πλαίσιο μιας διαπραγμάτευσης, μπορούν να γίνουν αποδεκτά από την πλευρά των ευρωπαίων εταίρων και του ESM», τόνισε.