Αυξημένα μισθολογικά κόστη, ανατιμήσεις στις τιμές των ανταλλακτικών πλοίων και των ναυτιλιακών καυσίμων αλλά και η αύξηση των τραπεζικών επιτοκίων δανεισμού των ακτοπλοϊκών εταιρειών, καθιστούν αδύνατη προς το παρόν οποιαδήποτε συζήτηση για τη μείωση της τιμής των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων.
Αυτό επισημαίνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας, Διονύσης Θεοδωράτος, αναφέροντας ότι οι τελευταίες αυξήσεις στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια ήταν περίπου στο 15% και έγιναν το 2022. Επισημαίνει επίσης ότι με βάση τα στοιχεία του Απριλίου 2024 οι τιμές των ακτοπλοϊκών καυσίμων για τους τύπους HSFO και VLSFO που χρησιμοποιούν τα συμβατικά πλοία έχουν αυξηθεί κατά 9%, το κόστος των ανταλλακτικών κατά 14% και κατά 24% από το 2021 οι αμοιβές πληρωμάτων, βάσει και των σχετικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας που έχουν υπογραφεί έως σήμερα.
Σημειώνει, εξάλλου, ότι το κόστος τραπεζικού δανεισμού λόγω ανόδου των επιτοκίων από τις τράπεζες αυξήθηκε κατά 43% το 2024 σε σχέση με το 2021. Ο εκπρόσωπος των ακτοπλόων δηλώνει ότι από 01/05/2025 βάσει του ευρωπαϊκού κανονισμού θεσπίζεται ως υποχρεωτική η χρήση καυσίμων με μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο 0,1%, κάτι που θα οδηγήσει πολλές ακτοπλοϊκές εταιρείες που δεν χρησιμοποιούν scrubbers (πλυντηρίδες) στα πλοία τους να αγοράζουν καύσιμα αυξημένα κατά 35%.
Ο κ.Θεοδωράτος σχολιάζοντας δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για “υπερκέρδη των ακτοπλοϊκών εταιρειών” αναφέρει ότι το καθαρό κέρδος με τον συνολικό τζίρο είναι περίπου αυτή τη στιγμή στο 4% με 6% όταν άλλοι κλάδοι που σχετίζονται με τον τουρισμό, όπως ενοικίασης αυτοκινήτων είναι στο 10% και στα ξενοδοχεία στο 10 με 11%.
Όπως εξηγεί ο πρόεδρος των ακτοπλόων κ.Διονύσης Θεοδωράτος στο πλαίσιο ανανέωσης του ακτοπλοϊκού στόλου προς τη “πράσινη” μετάβαση για το 2024 ο μέσος όρος ηλικίας των πλοίων που εξυπηρετούν τις ακτοπλοϊκές γραμμές θα αγγίζει πλέον τα 30 έτη.
Αναφέρει ότι σε σύνολο 115 πλοίων τα 50 από αυτά (ποσοστό 43,5%) είναι ήδη άνω των 30 ετών, ενώ η μέση ηλικία τους το 2030 θα είναι τα 36 χρόνια και θα υπάρχουν και 15 πλοία άνω των 50 ετών.
Προσθέτει ότι στο πλαίσιο της δέσμης των μέτρων με τον τίτλο «Fit for 55» για το κλίμα που εγκρίθηκε το 2023 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεωρήθηκαν μια σειρά από κοινοτικά νομοθετήματα που αφορούν και τη Ναυτιλία, όπως η σταδιακή επέκταση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ – ETS) στις ναυτιλιακές μεταφορές έως το 2026 και οι αναμενόμενες δυσκολίες συμμόρφωσης με τη νέα νομοθεσία για καθαρά καύσιμα (FuelEU Maritime Initiative) που εκτιμάται ότι θα αυξήσουν το λειτουργικό κόστος του κλάδου της ακτοπλοΐας
“Οι ακτοπλοϊκές εταιρείες θα είναι υποχρεωμένες να αγοράζουν πιστοποιητικά και να τα καταθέτουν για το 40% το 2024, το 70% το 2025 και το 100% των εξακριβωμένων εκπομπών τους βάσει του MRV κανονισμού από το 2026, ενώ για την Ελλάδα η υποχρέωση αφορά τις ακτοπλοϊκές γραμμές προς/από Κρήτη και Αδριατική” σημειώνει.
Τονίζει εξάλλου ότι από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται μέχρι το 2030 οι δρομολογιακές ακτοπλοϊκές γραμμές που αφορούν τη σύνδεση νησιών, με πληθυσμό μικρότερο από 200 χιλιάδες μόνιμους κατοίκους, με άλλα λιμάνια εντός της ίδιας χώρας. “Χωρίς ανανέωση του στόλου, η ένταξη στο ΣΕΔΕ θα επιφέρει επιβάρυνση στο κόστος λειτουργίας των πλοίων” τονίζει ο ίδιος.
Στα ίδια επίπεδα οι ναύλοι από το 2022
Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του ΣΕΕΝ κ.Διονύσης Θεοδωράτος η οικονομική θέση με ατομικό εισιτήριο και συμβατικό πλοίο στη γραμμή Πειραιά Σύρος το 2024, το 2023 και το 2022 ήταν στα 45,50 ευρώ.
- Στη γραμμή Πειραιάς-Τήνος το ατομικό εισιτήριο με συμβατικό πλοίο το 2022 και το 2023 ήταν στα 49 ευρώ, ενώ το 2024 στα 38,50 ευρώ.
- Στη γραμμή Πειραιάς-Πάρος το ατομικό εισιτήριο με συμβατικό πλοία ήταν στα 50 ευρώ το 2022 το 2023 και το 2024.
- Εξάλλου στη γραμμή Πειραιάς-Σαντορίνη το ατομικό εισιτήριο ήταν το 2022 το 2023 και το 2024 στα 58 ευρώ.
- Για τη γραμμή Πειραιάς-Ρόδος το ατομικό εισιτήριο με συμβατικό πλοίο ήταν στα 91 ευρώ για το 2022-2023-2024.
Για τα δρομολόγια Αυγούστου όπου η επιβατική κίνηση είναι αυξημένη το 2022 το 2023 και το 2024, ο ατομικός ναύλος με καμπίνα στη γραμμή Πειραιάς-Μυτιλήνη ήταν στα 90 ευρώ το άτομο, στη γραμμή Πειραιάς-Χίο στα 82,50 ευρώ, στη γραμμή Πειραιάς-Ρόδος στα 139 ευρώ, στη γραμμή Πειραιάς-Σαντορίνη στα 105 ευρώ, στα γραμμή Πειραιάς-Χανιά στα 124 ευρώ στη γραμμή Πειραιάς-Πάτμος στα 118,50 στη γραμμή Πειραιάς-Ηράκλειο στα 96 ευρώ και στη γραμμή Πειραιάς-Κω στα 126,50.
Για τα ταχύπλοα το 2023 και το 2024 η οικονομική θέση το άτομο σε ταχύπλοο στη γραμμή Νάξος-Φολέγανδρος είναι στα 76,70 ευρώ στη γραμμή Νάξο-Σαντορίνη στα 59,70 στη γραμμή Νάξο-Μύκονο στα 57,70 ευρώ το 2024 και στα 49,70 το 2023 στη γραμμή Μύκονο-Αμοργό στα 98,70 ευρώ το 2023 και στα 89,70 το 2024, στη γραμμή Μήλο-Αμοργό στα 105,70 και στη γραμμή Μήλο-Σαντορίνη στα 103,70 ευρώ το 2023 και στα 93,70 το 2024.
Η διαδικτυακή πλατφόρμα της Vivanoda, αναφέρει ότι η Ελλάδα είναι στην 11η θέση της θέσης της Ευρώπης ως πιο ακριβή χώρα να ταξιδέψει κανείς με πλοίο (όπως το 2023).
Λαμβάνοντας τη μέση τιμή ανα άτομο για ταξίδι 100 χιλιομέτρων στην πρώτη θέση είναι η Τουρκία, ακολουθεί το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισλανδία το Μαρόκο η Ιταλία η Σλοβενία η Πορτογαλία η Ισπανία η Ιρλανδία η Μάλτα και στην 11η θέση η Ελλάδα.
Ο δείκτης τιμών για τα ακτοπλοϊκά δρομολόγια στην Ελλάδα έχει αυξηθεί κατά 3,6% σε σύγκριση με το 2023.
Τα ακτοπλοϊκά δρομολόγια από την Τουρκία προς τα ελληνικά νησιά (ιδίως το δρομολόγιο Χίος – Τσεσμέ) είναι μακράν τα ακριβότερα, ενώ τα δρομολόγια προς την Ιταλία είναι τα φθηνότερα.
Η Πάτρα και η Ηγουμενίτσα από τη Βενετία ή την Ανκόνα, καθώς και το δρομολόγιο μεταξύ Μυκόνου και Λήμνου είναι στα φθηνότερα ακτοπλοϊκά δρομολόγια στη χώρα.
Αύξηση στην επιβατική ακτοπλοϊκή κίνηση
Αύξηση κατά 8,1% παρουσίασε η επιβατική κίνηση το πρώτο πεντάμηνο του 2024 στην ακτοπλοϊα έναντι το ίδιο διάστημα του 2023.
Συγκεκριμένα με πλοία της ακτοπλοϊας σε διάφορους προορισμούς ταξίδεψαν 3.100.541 επιβάτες από 01/01/2024 έως 31/05/2024 έναντι 2.868.768 επιβατών το ίδιο διάστημα πέρυσι.
Στο τμήμα των οχημάτων υπήρξε αύξηση κατά 7,2% αφού το πρώτο πεντάμηνο του 2024 διακινήθηκαν συνολικά 430.258 οχήματα έναντι 401.430 οχήματα το ίδιο διάστημα του 2023.
Επίσης στον τομέα των φορτηγών από 01/01/2024 έως 31/05/2024 διακινήθηκαν 216.519 βαρέα οχήματα έναντι 209.750 την ίδια περίοδο του 2023