Ποιες δαπάνες αδειάζουν το πορτοφόλι των καταναλωτών - Τι δείχνει ο δείκτης ανισότητας ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς
Ισχυρό αποτύπωμα άφησε η οικονομικής κρίσης στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς των νοικοκυριών στην Ελλάδα, καθώς η μέση ετήσια δαπάνη για αγορές έχει μειωθεί κατά 33% σε σχέση με το 2008, όταν ξεκίνησε η κρίση, σύμφωνα με έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ.
Ενθαρρυντικό είναι το στοιχείο, που δείχνει ότι- έστω και με μικρά βήματα- τα νοικοκυριά βελτιώνουν σταδιακά τα οικονομικά τους, ανακτώντας μικρό μέρος των χαμένων τους εσόδων. Ειδικότερα, από τα στοιχεία για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών σήμερα από την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών που διενήργησε η ΕΛΣΤΑΤ σε δείγμα 6.053 ιδιωτικών νοικοκυριών στο σύνολο της χώρας, προκύπτει ότι:
- Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, το 2021 ανήλθε στα 17.037,48 ευρώ (1.419,79 το μήνα), καταγράφοντας αύξηση, σε τρέχουσες τιμές 6,6% και σε σταθερές τιμές 1,4%, σε σχέση με το έτος 2020.
- Το 50% των νοικοκυριών δαπανούν περισσότερα από 1.297 ευρώ το μήνα.
- Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούν το 18,9% του προϋπολογισμού τους, κατά μέσο όρο, για ενοίκιο.
- Το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 58,1% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 36,3%.
- Η υψηλότερη μέση ετήσια δαπάνη καταγράφηκε στην Περιφέρεια Αττικής και ανήλθε σε 19.687,92 ευρώ, ενώ η χαμηλότερη στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος και ανήλθε σε 12.236,64 ευρώ.
- Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών το 2021 εμφανίζεται μειωμένη κατά 33% σε σύγκριση με το 2008.
- Η συνολική ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών (αγορές) για το έτος 2021 ανήλθε στα 69.402.651,82 ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 6,5% σε σύγκριση με το έτος 2020.
- Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές κατά το έτος 2021 ανήλθε σε 17.037,48 ευρώ (1.419,79 το μήνα), καταγράφοντας ετήσια αύξηση 6,6% (1.055,52 ευρώ) σε σχέση με το 2020. Σε πραγματικούς όρους, η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών αυξήθηκε σε ποσοστό 1,4% ή 240,48 ευρώ, λόγω της επίδρασης του πληθωρισμού.
- Η μέση ετήσια δαπάνη για κάθε άτομο, το 2021, ανήλθε στα 6.669 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 6,6% (413,40 ευρώ ετησίως) σε σύγκριση με το 2020.
Όπως διαπιστώθηκε από την έρευνα:
Tο μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά:
-στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (22%),
-στη στέγαση (14,7%) και
-στις μεταφορές (12,7%),
-ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%) αντιστοιχεί στις υπηρεσίες εκπαίδευσης.
Η μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση δαπανών των νοικοκυριών, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2020), παρουσιάζεται σε:
-εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (18,6%),
-αναψυχή και πολιτισμό (15,1%),
-είδη ένδυσης και υπόδησης (14,6%),
-ενώ η μικρότερη ποσοστιαία αύξηση παρουσιάζεται στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (1,3%).
Μείωση παρουσιάστηκε μόνο στις υπηρεσίες εκπαίδευσης (-3,8%).
Όσον αφορά στις δαπάνες για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2020), αύξηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), παρατηρείται στα παρακάτω είδη:
-καφές, τσάι και κακάο (8,2%),
-λοιπά είδη διατροφής (4,6%),
-φρούτα (3,9%),
-γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά (3,8%),
-λαχανικά (2,9%),
-ψάρια (2,0%),
– κρέας (1,2%),
ενώ μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), παρατηρείται στα παρακάτω είδη:
-έλαια και λίπη (-6,7%),
-ζάχαρη, μαρμελάδες, μέλι, σιρόπια, σοκολάτα (-6,1%) και,
-μεταλλικά νερά, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων και λαχανικών (-0,9%).
Η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στη δαπάνη για είδη ένδυσης και υπόδησης (-59,1%). Η μικρότερη μείωση (-10,4%) παρατηρείται στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά.
Σε σύγκριση με το 2008, κατά το 2021 παρατηρείται αύξηση του ποσοστού της δαπάνης για δαπάνες σε:
-είδη διατροφής κατά 5,6 ποσοστιαίες μονάδες,
-στέγαση κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες,
-υγεία κατά 1,4 ποσοστιαίες μονάδες,
-οινοπνευματώδη ποτά και καπνό κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες, και
-εκπαίδευση κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Αντιθέτως, μείωση κατά 3,2 μονάδες παρατηρείται στα ποσοστά της δαπάνης για τα είδη ένδυσης και υπόδησης και κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες στα ποσοστά της δαπάνης για εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία.
ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
Ανάλογα με τον τύπο του νοικοκυριού, η μεγαλύτερη μέση μηνιαία δαπάνη αφορά σε είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και ακολουθούν οι δαπάνες για στέγαση και μεταφορές. Επισημαίνεται ότι παρά τα διαφορετικά πρότυπα κατανάλωσης που παρατηρούνται ανάλογα με τον τύπο νοικοκυριού, η μεγαλύτερη δαπάνη που καταγράφεται σε όλους τους τύπους νοικοκυριών, αφορά σε είδη διατροφής.
- Τα νοικοκυριά με ένα άτομο μόνο, ηλικίας 65 ετών και άνω, δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 47,3% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας ενώ τα νοικοκυριά που αποτελούνται από ένα ζευγάρι με τρία παιδιά έως και 16 ετών δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 166,2% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας.
- Τα νοικοκυριά με υπεύθυνο οικονομικά μη ενεργό ή άνεργο δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 72,4% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας, ενώ αυτά με υπεύθυνο αυτοαπασχολούμενο με μισθωτούς το 222,7% αυτής.
- Η μέση μηνιαία δαπάνη διαφέρει ανάλογα με την ηλικία του υπευθύνου του νοικοκυριού, με τα νοικοκυριά με υπεύθυνο ηλικίας 35-44 ετών να δαπανούν, κατά μέσο όρο, περισσότερο. Πιο συγκεκριμένα, τα νοικοκυριά αυτά δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 129,4% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας. Τα νοικοκυριά με τη μικρότερη ποσοστιαία συμμετοχή (60,2%) για το 2021 ήταν αυτά με υπεύθυνο ηλικίας 75 ετών και άνω.
- Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν κατά μέσο όρο 1.105,47 ευρώ το μήνα, ενώ αυτά που διαμένουν σε αστικές περιοχές 1.514,96 ευρώ. Επομένως, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν, κατά μέσο όρο, 27% λιγότερο από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές περιοχές.
- Τα νοικοκυριά που διαμένουν στην Περιφέρεια Αττικής δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 115,6% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας, ενώ αυτά που διαμένουν στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος το 71,8% αυτής.
- Τα νοικοκυριά που διαμένουν στην Περιφέρεια Αττικής αύξησαν τις δαπάνες τους, κατά μέσο όρο, κατά 7%, ενώ αυτά που διαμένουν στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας κατά 3,2%.
ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Μεγάλη αύξηση καταγράφεται στην κατανάλωση ενέργειας.
Η μέση μηνιαία ποσότητα ενέργειας που καταναλώνεται στην κύρια κατοικία, αυξήθηκε ως εξής:
-υγραέριο 16,7%
-στερεά καύσιμα (καυσόξυλα, πελλέτες, πυρήνας κ.λπ.) 8,8%
-ηλεκτρική ενέργεια 4,8%
-φυσικό αέριο 3,6%
-υγρά καύσιμα 2,7%.
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει επίσης ότι τα νοικοκυριά διαθέτουν:
-Τηλεόραση έγχρωμη: 99,5%
-Κινητό τηλέφωνο: 94,3%
-Σταθερό τηλέφωνο: 86,7%
-Προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή: 76,1%
-Επιβατηγό αυτοκίνητο ΙΧ, τουλάχιστον ένα: 69,7%
-Πλυντήριο πιάτων: 39%
-Καταψύκτη: 33,5%
-Δεύτερη κατοικία: 15%
-Κλειστό χώρο στάθμευσης: 13,3% και χρησιμοποιούν την κεντρική θέρμανση (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.λπ.) ως κύρια πηγή θέρμανσης σε ποσοστό 57,9%.
Αύξηση σημειώθηκε στον αριθμό των νοικοκυριών που διαθέτουν προσωπικό υπολογιστή με πρόσβαση στο διαδίκτυο κατά 7,7%, καταψύκτη κατά 4%, επιβατηγό αυτοκίνητο κατά 3,6%, πλυντήριο πιάτων κατά 2,1% και κινητό τηλέφωνο κατά 0,5%.
Τo 44,5% των νοικοκυριών χρησιμοποιούν τρία δωμάτια, ενώ το 58,5% διαβιεί σε κατοικία με εμβαδόν από 61 τετραγωνικά μέτρα (τ.μ.) έως 100 τ.μ.
ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ
Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,2 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (4,8 για το 2020).
- Τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού αύξησαν τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2020 κατά 2,6%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά 10,7%.
- Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 34,8% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 13,9%.
- O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 17,1% του πληθυσμού της Χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (15,6% το 2020), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 12,2% του πληθυσμού (11,9% το 2020), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.)
- Η μέση μηνιαία ισοδύναμη δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 33,9% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 35,1% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, ενώ τα μη φτωχά το 21%.