Τι «βλέπουν» οι διεθνείς οργανισμοί για την ανάπτυξη
Οι εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διατήρησαν το θετικό πρόσημο για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη φέτος και το 2023, αλλά σε ένα επίπεδο αισθητά χαμηλότερο σε σχέση με τις χειμερινές προβλέψεις της 10ης Φεβρουαρίου, δύο εβδομάδες πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Με το βασικό σενάριο, το ΑΕΠ στην περιοχή προβλέπεται να αυξηθεί φέτος 2,7% και το επόμενο έτος 2,3% έναντι αύξησης 4% και 2,8%, αντίστοιχα, που προέβλεπε με τις χειμερινές προβλέψεις. Οι προβλέψεις αυτές είναι παραπλήσιες με αυτές που είχε παρουσιάσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με την έκθεση του Απριλίου (2,8% και 2,3% για φέτος και το 2023, αντίστοιχα), αλλά χαμηλότερες από αυτές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (3,7% για φέτος). Οι τελευταίες είναι, πάντως, ξεπερασμένες καθώς έγιναν τον Μάρτιο και το ενδιαφέρον στρέφεται στις νέες προβλέψεις που θα παρουσιάσει η ΕΚΤ τον Ιούνιο.
Όσον αφορά τον πληθωρισμό, η πρόβλεψη της Κομισιόν για τον πληθωρισμό σχεδόν διπλασιάστηκε στο 6,1% για τα μέσα επίπεδα του 2022 από 3,5% τον Φεβρουάριο, ενώ για το 2023 προβλέπεται μείωσή του στο 2,7%. Το ΔΝΤ προέβλεπε πληθωρισμό 5,3% και 2,3% για φέτος και το επόμενο έτος, αντίστοιχα.
Δεν υπάρχει, επομένως, αμφιβολία ότι ο αντίκτυπος του πολέμου, κυρίως λόγω της αύξησης των τιμών ενέργειας και τροφίμων που μειώνει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και της μείωσης της εμπιστοσύνης, είναι σημαντικός.
Ο αντίκτυπος γίνεται πιο ξεκάθαρος, αν ληφθούν υπόψη δύο ακόμη παράγοντες. Πρώτον, η Κομισιόν έχει καταρτίσει, λόγω της πολύ υψηλής αβεβαιότητας, δύο ακόμη σενάρια, ένα δυσμενές για την περίπτωση που υπάρξει και νέα αύξηση των τιμών ενέργειας και ένα πολύ αρνητικό εάν διακοπεί η παροχή φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Αν υπάρξει πρόβλημα στην τροφοδοσία της Ευρώπης με ρωσικό αέριο, ουσιαστικά προβλέπεται ανάπτυξη οριακά θετική (0,2%) φέτος και ότι ο πληθωρισμός θα αυξηθεί στο 9%, αναφέρθηκε στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Δεύτερον, ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης για το 2022 οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο λεγόμενο carry over, δηλαδή στην ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ στο δεύτερο εξάμηνο του 2021. Το carry over υπολογίζεται σε 2 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ η καθαρή ανάπτυξη μέσα στο 2022 αναμένεται μόλις σε 0,8% από 2,1% που προβλεπόταν τον Φεβρουάριο.
Οι θετικοί παράγοντες, οι οποίοι στηρίζουν την ανάπτυξη φέτος, είναι το πλήρες άνοιγμα των οικονομιών μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων για τον κορονοϊό, η ισχυρή κατάσταση της αγοράς εργασίας, το υψηλό επίπεδο των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών στη διάρκεια της πανδημίας και η υλοποίηση των έργων που έχουν ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Ωστόσο, η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική που είχαν συμβάλει συνδυασμένα τα μέγιστα για την ανάκαμψη των οικονομιών από την κρίση της πανδημίας, δεν θα έχουν αυτή τη φορά την ίδια συμβολή. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη νομισματική πολιτική καθώς η αναμενόμενη κατάργηση των αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ και η σταδιακή αύξηση των επιτοκίων της από τον Ιούλιο, με στόχο τη σταδιακή μείωση του πληθωρισμού, θα αφαιρέσει ρευστότητα από την οικονομία. Η δημοσιονομική πολιτική, επίσης, δεν θα έχει σε καμία περίπτωση τον επεκτατικό χαρακτήρα που είχε το 2020-2021 καθώς η άποψη που κυριαρχεί είναι ότι θα πρέπει να συνεχισθεί η μείωση των ελλειμμάτων και του χρέους που είχαν διογκωθεί σημαντικά την τελευταία διετία. Η Κομισιόν προβλέπει ότι το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα στην Ευρωζώνη θα μειωθεί το 2023 στο 2,5% του ΑΕΠ από 4,7% φέτος και το χρέος στο 180,4% από 185,7%, αντίστοιχα.
Για την Ελλάδα, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη είναι πιο ευνοϊκές σε σχέση με αυτές της Ευρωζώνης. Η Κομισιόν προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ 3,5% για φέτος και 3,1% για το 2023, ενώ ο πληθωρισμός με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών της Eurostat αναμένεται ελαφρά υψηλότερος από την Ευρωζώνη φέτος, στο 6,3% έναντι 6,1%, αλλά χαμηλότερος το 2023 (1,9% έναντι 2,7%).
Η έκθεση σημειώνει ότι η ανάπτυξη θα παραμείνει εύρωστη, παρά τον αντίκτυπο από τον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς προβλέπει την ανάκαμψη έως το 2023 του τουρισμού στα προ κορονοϊού επίπεδα, ενώ θετικά θα συμβάλει στην ανάπτυξη και η υλοποίηση του εθνικού σχεδίου ανάκαμψης.